Περί ματαιότητας

Ότι έχει σχέση με την Ορθοδοξία γενικότερα.

Συντονιστές: konstantinoupolitis, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
AngelsGR
Έμπειρος Αποστολέας
Έμπειρος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 233
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 19, 2005 5:00 am
Τοποθεσία: Κωνσταντίνος@ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Περί ματαιότητας

Δημοσίευση από AngelsGR »

Αν αυτή την στιγμή ξεσκεπάζαμε μια πλάκα ενός ευπρεπέστατου τάφου και βρισκόταν κάποιος να μας ομιλήσει η πρώτη λέξη που θα έβγαζε θα ήταν ματαιότης. Και αρχίζω:


Άνθρωπε στάσου δυο λεπτά και πρόσεξε και μένα
θα σου μιλήσω συμβουλές που είναι καλές για σένα.
Με βλέπεις κόκαλο γυμνό, μα δίχως φαντασία
και λες δεν ήμουν τίποτα δεν δίδεις σημασία.
Μα κάποτε στα χρόνια μου είχα και εγώ το κάλλος
και βάδιζα περήφανος σαν φουσκωμένος γάλος.
Κι είχα και εγώ τη δόξα μου, σοφία του Σωκράτη,
του Ηρακλή τη δύναμη, φήμη πολύ στα Κράτη.
Είχα μαλλιά μεταξωτά και μάγουλα σαν μήλο
και φρύδια που δεν βρίσκονταν σαν τη ελιάς το φύλλο.
Είχα καρδιά του λέοντος και μπράτσα σιδερένια,
ακούραστα τα πόδια μου και στήθη μαρμαρένια.
Είχα τη γλώσσα τ’ αηδονιού, μάτια μεγάλα μαύρα
και μερικοί μου λέγανε όλα μαζί που ταύρα.


Γι’ αυτό χαιρόμουνα πολύ πως ήμουν γης ο φάρος
και με το νου λογάριαζα πως δεν υπάρχει χάρος.
Μα πότε δεν κατάλαβα περάσανε τα χρόνια
και φύγανε τα νιάτα μου, σαν του Μαρτίου τα χιόνια.
Το γλέντι κι όλες οι χαρές περνούσαν τον αέρα
κι όλη η ζωή μου φάνηκε σαν νάτανε μια μέρα.
Σαν ένιωσα γεράματα θυμάμαι τα παλιά μου,
μου φάνηκε παράξενο π’ ασπρίσαν τα μαλλιά μου.
Το φως από τα μάτια μου μικραίνει, λιγοστεύει
κι ο νους μου πως εγήρασα ακόμη δεν πιστεύει.
Τα πόδια μου αδυνάτισαν, τα χέρια δεν κινούνται
τα δόντια μου χαλάσανε κι αυτά παραπονούνται.


Κατάλαβα τον θάνατο, σε λίγο τελειώνω
και τότε βάζω μια φωνή, με κλάματα και πόνο.
Ποιος μάγος φέρνει τη ζωή και πιο γιατρό να πάρω
και ποιος μπορεί και δύναται που να νικά το χάρο;
Θα του χαρίσω κτήματα και λίρες όσες θέλει
αρκεί του χάρου το σπαθί να σπάσει και τα βέλη.
Κανείς δεν μ’ αποκρίθηκε κανείς δεν μου ‘πε ξέρει
να μου γλιτώσει τη ζωή και νιάτα να μου φέρει.


Λοιπόν μια μέρα τ’ Απριλιού χωρίς να περιμένω
κάποιος χτυπά την πόρτα μου με τρόπο αγριεμένο.
Ήταν ψηλός κατάμαυρος, φωνάζω, τι να κάνω;
Και με φωνή που τρόμαζε μου λεει σήκω απάνω.
Μου ξέσχισε τα σπλάχνα μου και πήρε την ψυχή μου
κι αμέσως παν τα πλούτη μου μαζί με την στολή μου.
Και τώρα τα χωράφια που παν και τα παλάτια;
Τα ρόδινα τα μάγουλα, η γλώσσα και τα μάτια;
Σκουλήκια φάγαν το κορμί, την ομορφιά, το σώμα,
αφού με λάσπη γίναμε, γενήκαν πάλιν χώμα.
Οι φίλοι και οι συγγενείς δεν θέλω να με κλαίνε,
θέλω κερί μνημόσυνο “Συγχώρηση” να λένε.


Όπως με βλέπεις άνθρωπε και συ θα καταντήσεις
γι’ αυτό στην πρόσκαιρη ζωή μη λες να καζαντίσεις.
Όταν γεράσω να μη λες θα κάνω καλοσύνες,
τότε θα πάω στην Εκκλησιά πολλές ελεημοσύνες.
Ο χάρος είναι λαίμαργος, δεν έχει προθεσμία
δεν έχει φίλους για χαρές, εξαίρεση καμία.
Παίρνει τις μάνες των παιδιών, λεβέντες που γλεντάνε
από την κούνια τα μωρά, κοπέλες που κεντάνε.


Να σκέπτεσαι τον θάνατο επτά φορές την ώρα,
υπήρχαν κι άλλοι στην ζωή μα δεν υπάρχουν τώρα.
Σε κάθε βήμα πρόσεξε του Σατανά το βρόχι
μην αδικήσεις ορφανούς, γυναίκες χήρες όχι.
Πιστά τους νόμους φύλαγε χωρίς καμιά προσθήκη
τας εντολάς του Μωϋσή, τη Νέα Διαθήκη.
Να μην δουλεύεις Κυριακή και εορτές Αγίων
να ‘χεις αμόλυντη ψυχή και καθαρόν τον βίων.
Να μην κοιτάζεις πονηρά, μη βλασφημείς τα Θεία,
να δίδεις περιφρόνηση του Σατανά την βία.
Της μέρας τ΄ αμαρτήματα και πριν ο Ήλιος δύσει
με κάθε τρόπου του Θεού να τα ‘χεις όλα σβήσει.
Ελεημοσύνη, προσευχή, αγάπη και νηστεία
αυτά θα σώσουν την ψυχή, μη ΛΕΣ πως είναι ΑΣΤΕΙΑ.
Αγάπα τον πλησίον σου, κακό ποτέ μη κάνεις
γιατί αργά ή γρήγορα θα σβήσεις θα ΠΕΘΑΝΕΙΣ.


Και τώρα αναγνώστα μου τι σκέπτεσαι να κάνεις;
Τα λόγια που σου μίλησα στο νου σου να τα βάλεις
γιατί αυτού που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα ‘ρθεις.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ορθοδοξία”