O θείος έρως κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο

Πνευματικά θέματα

Συντονιστές: pAntonios, Συντονιστές

Απάντηση
toula
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 36472
Εγγραφή: Παρ Δεκ 11, 2009 7:29 am
Τοποθεσία: ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ (ΤΟΥΛΑ) - ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ - ΑΘΗΝΑ

O θείος έρως κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο

Δημοσίευση από toula »

O θείος έρως κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο

Ιεροθέου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου


Η πρώτη και μεγάλη εντολή είναι η αγάπη προς τον Θεό και η δεύτερη η αγάπη προς τον πλησίον. Δεν είναι δυνατόν να αγαπά κανείς τον Θεό και να μην ενδιαφέρεται για τον πλησίον του, αλλά ούτε να αγαπά τον πλησίον και να αγνοή τον Θεό. Η ζωή του Χριστιανού χαρακτηρίζεται από την κατακόρυφη διάσταση προς τον Θεό και την οριζόντια με τους ανθρώπους. Το ενδιαφέρον για τους ανθρώπους δεν προέρχεται από κάποια κοινωνική και πολιτική ιδεολογία και από έναν ουμανιστικό αλτρουϊσμό, αλλά είναι έκφραση της αγάπης προς τον Θεό και την αίσθηση της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο.

Μεγάλη σημασία στην Χριστιανική ζωή έχει η αγάπη προς τον Θεό. Όποιος αγαπά τον Θεό αγαπά και ό,τι αγαπά ο Θεός. Αυτήν την αγάπη οι άγιοι Πατέρες την ονομάζουν έρωτα, και, για να τον αντιδιαστείλουν από κάθε άλλο ψευδή έρωτα, κάνουν λόγο για θείο έρωτα. Σε αυτόν τον θείο έρωτα αναφέρεται πολλές φορές ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και παρουσιάζει διάφορα χαρακτηριστικά του. Θα γίνη μια μικρή αναφορά σε αυτό το θέμα για να φανή και εδώ ο συνδυασμός μεταξύ νηπτικότητας και κοινωνικότητας που παρητηρείται στην διδασκαλία του.

Κατ’ αρχάς ομιλεί για την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά χωρία του είναι εκείνο που αναφέρεται στο έργο του Χριστού. Θέτει στο στόμα του Χριστού να λέγη στον άνθρωπο: «εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφή, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλης εγώ μηδενός εν χρεία καταστής…. εγώ και φίλος, και μέλος, και κεφαλή, και αδελφός, και αδελφή, και μήτηρ, πάντα εγώ μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης διά σε και αλήτης διά σε επί σταυρού διά σε επί τάφου διά σε άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί, κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός. Πάντα μοι συ, και αδελφός, και συγκληρονόμος, και φίλος, και μέλος. Τι πλέον θέλεις;».

Σε κάποια άλλη ομιλία του, μιλώντας για την επιθυμία του Θεού να μας συνάψη μαζί Του, χρησιμοποιεί την εικόνα του εραστού και ονομάζει τον Θεό εραστή. Ο Θεός ομοιάζει «καθάπερ τις εραστής σφοδρός, μάλλον δε παντός εραστού σφοδρότερος ων». Ο Χριστιανός που αποκτά αυτήν την αίσθηση της αγάπης του Χριστού, αγαπά περισσότερο τον Θεό και αυτή η αγάπη λέγεται έρως.

Στις ομιλίες του κάνει λόγο για τον έρωτα στα ανθρώπινα πράγματα και πολλές φορές τον συγκρίνει και τον αντιπαραβάλλει με τον θείο έρωτα, τον έρωτα προς τον Θεό.

Εκείνος που ευφραίνεται με τον Θεό αποβάλλει κάθε «βιωτικήν ηδονήν». Στην πραγματικότητα υπερβαίνει την εγκόσμια ηδονή με την θεία ηδονή και, όταν έχη αυτήν την ηδονή, δεν θέλει να αισθάνεται άλλη σωματική και εγκόσμια ηδονή.

Ο θείος έρωτας δεν είναι ανθρωπίνης προέλευσης, αλλά θεϊκής, γι’ αυτό ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ομιλεί για τρώση του ανθρώπου από τον Θεό: «Ο γαρ τρωθείς τω προς τον Θεόν πόθω…». Επομένως, ο θείος έρωτας δεν είναι ψυχολογικής προελεύσεως, ούτε αναμεμειγμένος με τον σωματικό έρωτα, αλλά είναι ενέργεια της Χάριτος του Θεού, είναι άλλης προελεύσεως, είναι αποτέλεσμα της καθαρότητος του ανθρώπου και της αρπαγής του νου του από τον Θεό.

Υπάρχουν πολλές μορφές με τις οποίες εκφράζεται ο έρωτας του ανθρώπου προς τον Θεό. Μια τέτοια μορφή είναι ο πόθος. Ο άνθρωπος αισθάνεται αφόρητο πόθο προς τον Θεό και θέλει να ενωθή μαζί Του, όπως το είδαμε στο χωρίο που παραθέσαμε προ ολίγου: «Ο γαρ τρωθείς τω προς τον Θεόν πόθω…». Ο θείος αυτός έρωτας είναι μια «κατάσχεση»-κυρίευση από τον πόθο της ουράνιας Ιερουσαλήμ και έρωτας των αιωνίων αγαθών.

Ο πόθος αυτός εκφράζεται με πυρ – φωτιά. Ο άνθρωπος που αγαπά τον Θεό αισθάνεται μέσα του μια φλόγα που κατακαίει την καρδιά του. Σε μια ομιλία του αναφέρεται σε αυτήν την πραγματικότητα. Λέγει: «Επειδάν τις πυρωθή τωω προς τον Θεόν πόθω,…». Τα λόγια του Ψαλμωδού: «Εδίψησέ σε η ψυχή μου» θεωρούνται «πεπυρωμένης ψυχής ρήματα».

Το πνευματικό αυτό πυρ του έρωτος δημιουργεί θερμότητα στην καρδιά. «Η γαρ του πυρός εκείνου θερμότης εις την ψυχήν εισιούσα» διώχνει κάθε νωθρότητα και κάνει τον άνθρωπο να περιφρονή όλα τα εγκόσμια. Ο άνθρωπος αυτός ζη διαρκώς με κατάνυξη και δάκρυα «πηγάς συνεχείς αφιείς δακρύων, και πολλήν εντεύθεν καρπούμενος την ηδονήν». Τα πεπυρωμένα αυτά δάκρυα ενώνουν τον άνθρωπο με τον Θεό, με αποτέλεσμα, ενώ κατοικεί μέσα στις πόλεις, να αισθάνεται ότι βρίσκεται στα όρη και τα βουνά και «ουδένα των παρόντων ορών,…». Πρόκειται για μια προσωπική του ασφαλώς εμπειρία.

Ερμηνεύοντας το χωρίο του ψαλμού «ερώ τω Θεώ, αντιλήπτωρ μου ει», λέγει ότι τα ρήματα αυτά είναι ρήματα «ψυχής γαρ ζεούσης και θερμής και διακαιομένης υπό του πόθου».

Ο θείος αυτός έρως είναι συνεχής και αδιάλειπτος, «ακμάζει διηνεκώς και ανθεί» και δεν γνωρίζει γεράματα, ούτε δέχεται την παλαιότητα, ούτε κάποια μεταβολή και τροπή του μέλλοντος. Οι άγιοι διακατέχονταν από αυτόν τον θείο έρωτα και γι’ αυτό δεν αισθάνονταν κατάνυξη μια, δυο ή τρεις ημέρες, «αλλά και διηνεκώς και καθ’ εκάστην ημέραν ερώντες διετέλουν μετ’ ευλαβείας, και την αγάπην επέτεινον».

Ένας τέτοιος πνευματικός έρωτας δεν είναι ανυπόστατος και απρόσωπος, αλλά συνδέεται στενά με το πρόσωπο του Χριστού. Εκείνος που θα καταληφθή από αυτόν τον πόθο δεν βλέπει κανένα άλλον, «αλλά διηνεκώς εκείνον φαντάζεται τον ποθούμενον, και εν νυκτί, και εν ημέρα, και κοιταζόμενος, και διανιστάμενος». Ο θείος αυτός έρωτας δεν έχει μεταπτώσεις, αλλά είναι «άπειρος, ατελεύτητος».

Η αγάπη – έρωτας προς τον Θεό έχει και πολλές συνέπειες για τον ερωμένο, αφού μετατρέπει ολόκληρη την ύπαρξή του και την φέρει σε σχέση και κοινωνία με τον Θεό, και ο ίδιος ο άνθρωπος γίνεται ναός του Παναγίου Πνεύματος.

Εκείνος που ευφραίνεται με τον Θεό αποβάλλει κάθε «βιωτικήν ηδονήν». Στην πραγματικότητα υπερβαίνει την εγκόσμια ηδονή με την θεία ηδονή και, όταν έχη αυτήν την ηδονή, δεν θέλει να αισθάνεται άλλη σωματική και εγκόσμια ηδονή. Αυτή η θεία ηδονή καθιστά τον άνθρωπο «μετάρσιον» και «προς ουρανόν πτεροί» αυτόν.

Έπειτα, εκείνος που καταλαμβάνεται από αυτόν τον έρωτα και τρέφεται με τις ελπίδες των αιωνίων αγαθών δεν καταποντίζεται σε κανένα από τα παρόντα, ούτε παρασύρεται από τα λυπηρά του παρόντος βίου. Η ψυχή που πυρώνεται από το θείο πυρ δεν επιθυμεί τίποτε το εγκόσμιο. «Όταν πυρωθή ψυχή τω πυρί τω θείω, προς ουδέν των εν τη γη λοιπόν ορά, ου προς δόξαν, ου προς αισχύνην, αλλ’ ενός εστι μόνου, της κατεχούσης αυτήν φλογός». Μάλιστα σε μια άλλη ομιλία του κάνει λόγο για το ότι, όταν η ψυχή του ερωμένου βαφή γνησίως από τον θείο έρωτα, τότε «προς ουδέν επιστρέφεται των παρόντων».

Ακόμη, εκείνος που αγαπά τον Θεό τηρεί τις εντολές Του όχι από τον φόβο και την απειλή της κολάσεως, ούτε από την υπόσχεση της Βασιλείας των Ουρανών, αλλά «διά τον νομοθετήσαντα», για την αγάπη του νομοθέτου.

Όλες αυτές οι εκφράσεις που χρησιμοποιεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και η ανάλυση του θείου έρωτος, που κάνει σε διάφορες ομιλίες του προς το ποίμνιό του, δείχνουν ότι ο ίδιος είχε καταληφθή από αυτόν τον θείο πόθο και τον πνευματικό έρωτα, η ψυχή του και όλη η ύπαρξή του ήταν πεπυρακτωμένη από το πνευματικό και ουράνιο πυρ έτσι εξηγείται η όλη δράση του, αλλά και οι ομιλίες του που είναι απαύγασμα αυτού του ουρανίου πόθου. Συγχρόνως δείχνει ότι με αυτό το πρίσμα και με αυτό το «πνεύμα» ήθελε να διαπαιδαγωγήση τους Χριστιανούς, ακόμη και αυτούς που κατοικούσαν μέσα στις πόλεις και εργάζονταν τα συνήθη επαγγέλματα στους οποίους συνήθως ομιλούσε. Γνώριζε ότι μέσα από τον θείο έρωτα μπορεί να αντιμετωπισθούν κατά τον καλύτερο τρόπο όλα τα προσωπικά και κοινωνικά προβλήματα.

Αναδημοσίευση από:
Περιοδικό «Εκκλησιαστική Παρέμβαση»
Μηνιαία έκδοση της Ι.Μ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου
Σεπτέμβριος 2013
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά θέματα”