Σελίδα 1 από 1

Διάδοση του χριστιανισμού και ενότητα της Εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Απρ 06, 2008 1:27 pm
από Dimokratis
Διάδοση του χριστιανισμού

Η διάδοση του Χριστιανισμού στον Ελληνορωμαικό κόσμο ήταν αισθητή ήδη κατά τους αποστολικούς χρόνους,συνεχίστηκε δε με εντυπωσιακά αποτελέσματα και κατά την μεταποστολική εποχή,παρά την εντεινόμενη κλιμάκωση των διωγμών της Ρωμαικής πολιτείας.

Η ανταπόκριση του ελληνορωμαικού κόσμου στο μήνυμα του ευαγγελίου για τον Θεό,για τον άνθρωπο και για τον κόσμο δεν ήταν βεβαίως άσχετη προς την ικανοποίηση των αγωνιωδών ερωτημάτων του,ως προς την ύπαρξη ή τη φύση του Θεού,ως προς την προέλευση ή την πνευματική υπόσταση του ανθρώπου,ως προς την σχέση τού ανθρώπου με τον Θεό και με τον κόσμο,ως προς τον θάνατο και την μεταθανάτια ζωή,ως προς τη σχέση της ανθρώπινης αμαρτίας με το φυσικό ή το ηθικό κακό,ως προς την πνευματική αναγέννηση και τη θέωση του ανθρώπου,ως προς την οντολογική ισότητα όλων των ανθρώπων με τις αυτονόητες κοινωνικές προεκτάσεις σε όλες τις πτυχές του δημοσίου και του ιδιωτικού βίου τους.

Η χριστοκεντρική προσέγγιση όλων των σχετικών ερωτημάτων από το χριστιανικό κήρυγμα είχε ήδη θεμελιωθεί στην αποστολική παράδοση,η οποία εμπλουτιζόταν συνεχώς με την αυθεντική της προσαρμογή σε κάθε νέα πραγματικότητα.
Σπονδυλική στήλη του χριστιανικού κηρύγματος παράμενε πάντοτε η συνοπτική έκθεση του όλου μυστηρίου της εν Χριστώ θείας οικονομίας με τις αυτονόητες προσαρμογές της στις ιδιαιτερότητες των πνευματικών προυποθέσεων των ακροατών του κηρύγματος.


Ωστόσο η καρποφορία του ευαγγελικού κηρύγματος κορυφωνόταν στην εμπειρική βίωση του κατά την τέλεση του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας,κατά την οποία πραγματωνόταν η ένωση όλων των πιστών στο σώμα του Χριστού για τη συγκρότηση του κάθε τοπικού εκκλησιαστικού σώματος.

Η συνείδηση της ενότητας των πιστών μεταξύ τους και με τη θεία κεφαλή της εκκλησίας καθιστούσε πρόδηλη και την ανάγκη συμβολής όλων των μελών για την αρμονική λειτουργία ή τη συνεχή ανάπτυξη του τοπικού εκκλησιαστικού σώματος.
Η αδιάκοπη συνέχεια της αποστολικής μαρτυρίας της πίστεως βιωνόταν ως κοινή ευθύνη όλων των μελών του σώματος και εκφραζόταν βεβαίως όχι μόνο στο κήρυγμα,αλλά και σε όλες τις μορφές του καθημερινού βίου των χριστιανών.


Ολόκληρη η τοπική χριστιανική κοινότητα λειτουργούσε ιεραποστολικά με όλα τα μέλη της και απευθυνόταν με τον ίδιο ζήλο σε όλα τα μέλη της ευρύτερης ρωμαικής κοινωνίας,έστω και αν η πρόσβαση προς τις ανώτερες κοινωνικές ή τις λόγιες τάξεις παρουσίαζε συνήθως μεγαλύτερες δυσχέρειες.
Βεβαίως ο αποστολικός ζήλος όλων των μελών της χριστιανικής κοινότητας εκδηλωνόταν αναλόγως προς τα ιδιαίτερα χαρίσματα κάθε πιστού,αλλά ήταν κοινή αποστολή της μαρτυρίας της πίστεωςστούς εγγύς και στους μακράν.

Άντρες και γυναίκες,λόγιοι και αμαθείς,ελεύθεροι και δούλοι,πλούσιοι και πτωχοί κυριαρχούντο από την σφοδρή επιθυμία να αναγγείλουν το περιεχόμενο της χριστιανικής πίστεως και την προσωπική τους πνευματική εμπειρία στο στενό ή και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.Η εσώτερη αυτή σχέση τού περιεχόμενου τής πίστεως με τον καθʼόλου βίο των χριστιανών,η οποία κορυφωνόταν με τη δημόσια ομολογία της πίστεως ή και με τον μαρτυρικό θάνατο των χριστιανών κατά τους σκληρούς διωγμούς της ρωμαικής πολιτείας,εντυπωσίαζε τούς εθνικούς και καθίστατο το αυθεντικότερο και αποτελεσματικότερο αποστολικό κήρυγμα.

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Απρ 10, 2008 6:57 pm
από Dimokratis
Η αναμφισβήτητη αποστολική συνείδηση και παρουσία όλων τών μελών τής εκκλησίας εξηγεί την ευρύτατη διάδοση του Χριστιανισμού κατά τούς τρεις πρώτους αιώνες,παρά τη χαλεπότητα τών περιστάσεων και τις αντικειμενικές δυσχέρειες από τούς αλλεπάλληλους διωγμούς.
Από τον καθολικό ιεραποστολικό ζήλο τών πιστών αναδεικνύονταν όχι μόνο τα στελέχη τού κλήρου,αλλά και οι ειδικότερα αφιερωμένοι στην αποστολική μαρτυρία τής πίστεως,οι οποίοι συνέχισαν το έργο τών αποστόλων και τών μαθητών τους.
Οι αποστολικές τοπικές εκκλησίες,οι οποίες είχαν ιδρυθεί από τον απόστολο Παύλο και τους άλλους αποστόλους σε όλη σχεδόν την έκταση τής Ρωμαικής αυτοκρατορίας,υπήρξαν τα κύρια κέντρα του ιεραποστολικού έργου κατά τον Βʼ και Γʼ αιώνα.
Οι πληροφορίες τών πηγών για τη χριστιανική ιεραποστολή είναι ελάχιστες και έμμεσες,αλλά επιτρέπουν μια σχηματική έστω παρακολούθηση τής διαδόσεως τού Χριστιανισμού κατά περιφέρεια.
Στην Παλαιστίνη η καταστροφή τής Ιερουσαλήμ(70μ.Χ) και η διάλυση τής ʽʼμητρός τών εκκλησιώνʼʼ δεν εξουδετέρωσε την παρουσία ή την δράση τών άλλων χριστιανικών κοινοτήτων τής περιοχής.
Υπήρχαν και άλλες τοπικές εκκλησίες στην Παλαιστίνη,οι οποίες οργανώθηκαν σε αυτοτελείς επισκοπές ήδη κατά την μεταποστολική εποχή και ανέπτυξαν τοπική ιεραποστολική δραστηριότητα.
Άλλωστε,με πρωτοβουλία του ρωμαίου αυτοκράτορα Ανδριανού ανεγέρθηκε στη θέση τής ερημωμένης Ιερουσαλήμ η Αιλία Καπιτωλίνα,στην οποία επέστρεψαν σταδιακά και οι χριστιανοί.
Η τοπική εκκλησία των Ιεροσολύμων ανασυγκροτήθηκε σε επισκοπή και ανέκτησε μεγάλο μέρος τής ακτινοβολίας της κατά το δεύτερο ήμισυ τού Βʼ αιώνα.
Ο εκκλ. ιστορικός Ευσέβιος κατά την περιγραφή τών ερίδων τού Πάσχα αναφέρει τις ακμαίες επισκοπές,Ιεροσολύμων,Καισαρείας,Τύρου,Βηρυτού και Πτολεμαίδας,αλλά είναι βέβαιο οτί υπήρχαν και άλλες μικρότερες επισκοπές στην Παλαιστίνη.
Προφανώς από την Παλαιστίνη διαδόθηκε ο Χριστιανισμός κατά τόν Βʼ αιώνα στην Αραβία,η οποία παρουσίαζε ακμαίο εκκλησιαστικό βίο ήδη κατά τις αρχές τού Γʼ αιώνα.
Από το τέλος του Βʼ αιώνα οργανώθηκαν χριστιανικές κοινότητες στις σημαντικές πόλεις τής Μεσοποταμίας,Παρθίας και τής Περσίας.Ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Διονύσιος γνώριζε το 260 την ύπαρξη οργανωμένης εκκλησίας στην Μεσοποταμία,ενώ περί τα τέλη του Γʼ αιώνα η Σελεύκεια-Κτησιφών(Βαγδάτη) ήταν ήδη έδρα επισκοπής.Στην Αʼ Οικουμενική σύνοδο(325) συμμετείχε και Πέρσηε επίσκοπος,δεν ήταν δε ο μόνος.
Στη Συρία ο Χριστιανισμός είχε ισχυρά ερείσματα ήδη κατά την αποστολική εποχή.Η Αντιόχεια είχε καταστεί το μεγαλύτερο ιεραποστολικο κέντρο όχι μόνο για την Ανατολή,αλλά και για τον ελληνορωμαικό κόσμο γενικότερα.Η μαγάλη πολιτική και εμπορική ανάπτυξη της Αντιοχείας συνδυάσθηκε με την εντυπωσιακή άνθηση και τού πνευματικού της βίου,στον οποίο συμμετείχε βεβαίως και η τοπική εκκλησία.

Δημοσιεύτηκε: Δευ Απρ 14, 2008 3:02 pm
από Dimokratis
Η διάδοση του Χριστιανισμού στην Ιταλία και στις άλλες χώρες της Δ.Ευρώπης,καίτοι συνδέθηκε με το κήρυγμα των αποστόλων ή και των μαθητών τους,υπήρξε σχετικώς βραδεία σε σύγκριση με την Ανατολή και την Β.Αφρική.
Η Ρώμη υπήρξε το κέντρο του όλου κηρυκτικού έργου των αποστόλων Πέτρου και Παύλου στην Ιταλία,όπως επίσης και πολλών συνεργών ή και μαθητών τους,αλλά δεν οργανώθηκαν πολλές αξιόλογες τοπικές εκκλησίες κατά την αποστολική εποχή.
Εν τούτοις η μεγάλη μεταναστευτική κινητικότητα τών πληθυσμών τής αυτοκρατορίας από την Ανατολή προς την Δύση συνδέθηκε με την εγκατάσταση πολλών Χριστιανών από τη Συρία τη Μ.Ασία και την Παλαιστίνη,στην Ρώμη και στις άλλες εμπορικές πόλεις τής Δύσεως,στις οποίες οργανώθηκαν αξιόλογες τοπικές εκκλησίες με τη συρροή των χριστιανών τήε Ανατολής ήδη κατά τον Β` αιώνα.

Στη Ρώμη οι χριστιανοί τής Ανατολής είχαν οργανωθεί περί το τέλος του Β` αιώνα σε αυτοτελείς ενορίες,οι οποίες ακολουθούσαν την ασιατική κυρίως παράδοση στη θεία λατρεία και στην καθʼόλου πνευματική ζωή,όπως φαίνεται και από την προβληματική των ερίδων του Πάσχα.
Παρά τούς διωγμούς,η εκκλησία της Ρώμης ήταν άριστα οργανωμένη κατά τις αρχές του Γ` αιώνα,διέθετε δε,σύμφωνα με τη μαρτυρία του επισκόπου της Κορνηλίου,46 πρεσβυτέρους,7 διακόνους,7 υποδιακόνους,42 ακολούθους,52 εξορκιστές,αναγνώστες και πυλωρούς,1500 χήρες.Οι αριθμοί αυτοί αντιπροσωπεύουν όχι μόνο την δυναμικότητα τής εκκλησίας τής Ρώμης κατά τις αρχές του Γ`αιώνα αλλά και την ευρύτατη απήχηση του ιεραποστολικού έργου κατά τον Β` αιώνα.
Κατά την περίοδο αυτή ιδρύθηκαν και οργανώθηκαν οι τοπικές εκκλησίες Μεδιολάνων,Ακηληίας,Ραβέννας κ.λ.π., στις οποίες συνέρρευσαν και πολλοί χριστιανοί από την Ανατολή.

Στη Γαλλία οι ρίζες του Χριστιανισμού συνδέονται στις μεταγενέστερες παραδόσεις με το αποστολικό κήρυγμα του Λαζάρου και των αδελφών του Μαρίας και Μάρθας στη Μασσαλία,στην Αρελάτη,στο Λούγδουνο(Λυών) κ.α.,στις οποίες ήταν επίσης έντονη η παρουσία των χριστιανών τής Ανατολής.
Πράγματι κατά τον διωγμό τού 177 οι περισσότεροι μάρτυρες τού Λουγδούνου ήταν ασιατικής ή συριακής προελεύσεως και προήρχοντο από πολλές χριστιανικές κοινότητες τής ευρύτερης περιοχής όπως φαίνεται από τα διασωθέντα αποσπάσματα τής επιστολής ʽʼτων εν Λουγδούνου μαρτυρησάντωνʼʼ(Ευσεβίου,Εκκλ.Ιστορία,V,1 κεξ.).
Ο Χριστιανισμός αποκτούσε συνεχώς νέα ερείσματα στη Γαλλία,κατά τον Γ` αιώνα δε οργανώθηκαν και νέες επισκοπές(Τρέβηρα,ρείμοι κ.λ.π.).Κατά τον Β` ήδη αιώνα είχε αρχίσει η ιεραποστολική δράση στα Γερμανικά φύλα,τα οποία εκινούντο στα βόρεια σύνορα τής ρωμαικής αυτοκρατορίας,σύμφωνα με έμμεση μαρτυρία του Ειρηναίου Λουγδούνου.

Στην Ισπανία το ευαγγέλιο κηρύχθηκε κατά τους αποστολικούς ήδη χρόνους,ανεξάρτητα από την αποδοχή ή μη της υποθέσεως για την τέταρτη περιοδεία τού αποστόλου Παύλου
Είναι βέβαιο οτί ήδη κατά τον Β` αιώνα υπήρχαν οργανωμένες τοπικές εκκλησίες.Ο Κυπριανός Καρθαγένης αναφέρει δύο πεπτωκότες (lapsi) επισκόπους κατά τούς διωγμούς της Ισπανίας,τον Βασιλείδη (Legio και Asturica Augusta) και Μαρτιάλη (Merida).Οπωσδήποτε όμως δεν ήταν οι μόνοι επίσκοποι στην Ισπανία κατά τον Γ` αιώνα.Στη σύνοδο τής Ελβίρας (306) έλαβαν μέρος 19 επίσκοποι και 24 πρεσβύτεροι διαφόρων τοπικών εκκλησιών τής Ισπανίας.

Στη Μ.Βρεταννία ο Χριστιανισμός κηρύχθηκε κατά τον Β` αιώνα στις πόλεις τών νοτιοανατολικών τουλάχιστον ακτών,αλλά τοπικές εκκλησίες οργανώθηκαν προφανώς κατά τον Γ` αιώνα.Στη σύνοδο τής Αρελάτης (314) έλαβαν μέρος οι επίσκοποι Λονδίνου (Londinium) ,Υόρκης (Edoracum) και Λίνκολν (Colonia Lindiensium),αλλά δεν ήταν και οι μόνοι επίσκοποι στη Μ.Βρεταννία.