Οι Έλληνες!!!

Καθημερινά πνευματικά μηνύματα.

Συντονιστής: Συντονιστές

pan
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 736
Εγγραφή: Πέμ Αύγ 11, 2005 5:00 am

Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από pan »

Τους θυμόμαστε την 25 Μαρτίου, μετά;
Εάν περιμένουμε από τα νέα βιβλία του σχολείου, να μάθουν τα παιδιά μας για την Ορθοδοξία, γιά την παρίδα, γιά τους προγόνους μας, γιά την παράδοσή μας, ε τότε...... καλά κρασιά.
Αφήνουμε τα παιδιά μας στην καθημερινότητα της κοσμικότητας, και δεν καθόμαστε μαζί τους να τους μιλήσουμε λίγο γιά την Πατρίδα μας. Αλλά μήπως την ξεχάσαμε και εμείς; και βαδίζουμε στο ρεύμα της νέας τάξης; Ας την θυμηθούμε αδελφοί και αδελφές.


Εικόνα

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Παιδιά μου! Εις τον τόπο τούτο, οπού εγώ πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημηγορούσαν τον παλαιό καιρό άνδρες σοφοί, και άνδρες με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ και ούτε να φθάσω τα ίχνη των. Εγώ επιθυμούσα να σας ιδώ, παιδιά μου, εις την μεγάλη δόξα των προπατόρων μας, και έρχομαι να σας ειπώ, όσα εις τον καιρό του αγώνος και προ αυτού και ύστερα απ' αυτόν ο ίδιος επαρατήρησα, και απ' αυτά να κάμωμε συμπερασμούς και δια την μέλλουσαν ευτυχίαν σας, μολονότι ο Θεός μόνος ηξεύρει τα μέλλοντα. Και δια τους παλαιούς Έλληνας, οποίας γνώσεις είχαν και ποία δόξα και τιμήν έχαιραν κοντά εις τα άλλα έθνη του καιρού των, οποίους ήρωας, στρατηγούς, πολιτικούς είχαν, δια ταύτα σας λέγουν καθ' ημέραν οι διδάσκαλοί σας και οι πεπαιδευμένοι μας. Εγώ δεν είμαι αρκετός. Σας λέγω μόνον πως ήταν σοφοί, και από εδώ επήραν και εδανείσθησαν τα άλλα έθνη την σοφίαν των. Εις τον τόπον, τον οποίον κατοικούμε, εκατοικούσαν οι παλαιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο. Αυτοί διέφεραν από ημάς εις την θρησκείαν, διότι επροσκυνούσαν τες πέτρες και τα ξύλα. Αφού ύστερα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, οι λαοί όλοι επίστευσαν εις το Ευαγγέλιό του, και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα. Δεν επήρε μαζί του ούτε σοφούς ούτε προκομμένους, αλλ' απλούς ανθρώπους, χωρικούς καί ψαράδες, και με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος έμαθαν όλες τες γλώσσες του κόσμου, οι οποίοι, μολονότι όπου και αν έβρισκαν εναντιότητες και οι βασιλείς και οι τύραννοι τους κατέτρεχαν, δεν ημπόρεσε κανένας να τους κάμη τίποτα. Αυτοί εστερέωσαν την πίστιν. Οι παλαιοί Έλληνες, οι πρόγονοί μας, έπεσαν εις την διχόνοια και ετρώγονταν μεταξύ τους, και έτσι έλαβαν καιρό πρώτα οι Ρωμαίοι, έπειτα άλλοι βάρβαροι καί τους υπόταξαν. Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε. Σαν είδε τούτο ο σουλτάνος, διόρισε ένα βιτσερέ (αντιβασιλέα), έναν πατριάρχη, καί του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. Αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι κοτζαμπάσηδες (προεστοί) εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξη, οι έμποροι και οι προκομμένοι, το καλύτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέρνοντες τον ζυγό έφευγαν, και οι γραμματισμένοι επήραν και έφευγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ήμερα χειρότερα• διότι, αν ευρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντας τες δόξες και τες ηδονές οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Καί τοιουτοτρόπως κάθε ήμερα ο λαός ελίγνευε καί επτώχαινε. Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία, και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινε και επροόδευσεν η Εταιρεία. Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα... Εγώ, παιδιά μου, κατά κακή μου τύχη, εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση, διότι δεν ομιλώ καθώς οι δάσκαλοι σας. Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να ωφεληθήτε από τα απερασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας, την οποίαν να αποστρέφεσθε, και να έχετε ομόνοια. Εμάς μη μας τηράτε πλέον. Το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε. Και αι ημέραι της γενεάς, η οποία σας άνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ολίγον περάσει. Την ημέρα της ζωής μας θέλει διαδεχθή η νύκτα του θανάτου μας, καθώς την ημέραν των Αγίων Ασωμάτων θέλει διαδεχθή η νύκτα και η αυριανή ήμερα. Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε• και, δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία, την καλλιέργεια του Θρόνου και την φρόνιμον ελευθερία. Τελειώνω το λόγο μου. Ζήτω ο Βασιλεύς μας Όθων! Ζήτω οι σοφοί διδάσκαλοι! Ζήτω η Ελληνική Νεολαία!
fotios
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 857
Εγγραφή: Κυρ Μάιος 06, 2007 5:00 am

Re: ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ!!!

Δημοσίευση από fotios »

Και υπάρχει νέο Ελληνικό βιβλίο και όχι...του παρακράτους και του ΝΑΤΟ:
Κι όμως δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα το ερώτημα! Το βιβλίο των αποδομητών της ιστορίας της ΣΤ δημοτικού μπορεί να είναι παρελθόν, αλλά το καινούριο ελληνοκεντρικό βιβλίο που είναι έτοιμο εδώ και ένα χρόνο, το φρενάρει ΣΤΑΓΟΝΙΔΙΟ του ΜΠΙΣΤΗ που βρίσκεται σε υψηλή θέση δίπλα στην υπουργό παιδείας κυρία Διαμαντοπούλου!!! Ο υπεύθυνος της ομάδας συγγραφής του νέου ΕΛΛΗΝΟΚΕΝΤΡΙΚΟΥ βιβλίου ιστορίας κύριος Κολιόπουλος – καθηγητής του ΑΠΘ- μίλησε στα ΧΑΛΙΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ και μας είπε για το θέμα:
Το νέο βιβλίο είναι γραμμένο με την παραδοσιακή μέθοδο και έχει την έγκριση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και βρίσκεται στο πνεύμα των συμπερασμάτων της Ακαδημίας Αθηνών. Προάγει την ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ στα ελληνόπουλα και τα μαθαίνει την ιστορία των προγόνων μας.
Δεν έχει καμία σχέση με το βιβλίο των αναθεωρητών της ιστορίας της ομάδας Ρεπούση και δεν γνωρίζει τους ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΣ λόγους που το βιβλίο δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη στα σχολεία!
Παρουσιάζει τα πραγματικά γεγονότα και χρησιμοποιεί ιστορικές πηγές.

ΣΧΟΛΙΟ taxalia:

Μετά από έρευνα που κάναμε, βρήκαμε ένα πρωτοσέλιδο της εφημερίδας ΤΟ ΠΑΡΟΝ που δείχνει αναθεωρητικά…σταγονίδια δίπλα στην ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ που προβάλουν συνεχώς εμπόδια στο τύπωμα του βιβλίου, βρήκαμε ερώτηση του βουλευτή της ΝΔ και πρώην υπουργού Παιδείας Ευριπίδη Στυλιανίδη προς την Διαμαντοπούλου για το θέμα και την απάντηση της υπουργού που μιλάει ΘΟΛΑ για ...ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ και …ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ του ΒΙΒΛΙΟΥ στο πρόγραμμα!!!
Απίστευτα πράγματα που μυρίζουν από μακριά….ΜΠΙΣΤΗ!

Μπίστη τη μου Κύριε!!!

http://taxalia.blogspot.com/2011/12/blog-post_08.html
fotios
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 857
Εγγραφή: Κυρ Μάιος 06, 2007 5:00 am

Re: ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ!!!

Δημοσίευση από fotios »

Και το μάθημα από το πρότυπο για μένα Δασκάλου στην σημερινή εποχή:
(Διδάξτε το οπωσδήποτε στα παιδιά σας και οι δάσκαλοι σε όλα τα παιδιά...)

Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός

Δάσκαλος Κιλκίς

Οι εκδρομές πάντοτε ενθουσιάζουν τους μαθητές. Αν και τα τελευταία χρόνια απαγορεύονται οι ψυχαγωγικές και επιτρέπονται μόνον οι μορφωτικές-διδακτικές, εν τούτοις, τα παιδιά είναι παιδιά και χαίρονται και παιζογελούν, εδραία παιδαγωγική αρχή είναι το «τέρπειν και διδάσκειν», η παιδεία είναι χαρά και τα παιδιά χαρά μεγαλύτερη.

Φέτος στην Ε’ δημοτικού διδασκόμαστε την ιστορία της Νέας Ρώμης-(Βυζαντίου) και συμφωνήσαμε τα δύο τμήματα, 50 περίπου μαθητές, να επισκεφτούμε την όμορη συμβασιλεύουσα -πάλαι ποτέ- πόλη της Θεσσαλονίκης. Τόποι προορισμού: ο περικαλλής ναός του πολιούχου Αγίου Δημητρίου και το μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Όλα εξελίσσονται κατ’ ευχήν, τα παιδιά με κατάνυξη, ευλάβεια και σεβασμό προσκυνούν τον Μυροβλήτη, την υπόγεια κρύπτη, τις άγιες εικόνες. Κατόπιν στο Βυζαντινό Μουσείο, περιεργάζονται τα εκθέματα, διαβάζουν τις εξηγήσεις των προθηκών, συζητούν, ερωτούν, μαθαίνουν, μια πολύχρωμη κυψέλη όλο δροσιά και ζωντάνια. Ως γνωστόν στο μουσείο κυριαρχεί η εικόνα. Ο πολιτισμός της Ρωμηοσύνης είναι άρρηκτα δεμένος με την τέχνη της αγιογραφίας. Είναι η ταυτότητά του. Σε μία αίθουσα του μουσείου «συναντάμε» μία μάλλον ηλικιωμένη γυναίκα. Αμέσως δείχνει την δυσφορία της, ενοχλείται από την παρουσία των παιδιών. Κάνει παρατηρήσεις, τα μαλώνει, δείχνει την απέχθειά της για την παρουσία τους. Θέλει να πει: «τι δουλειά έχουν παιδιά σε μιά τόσο…ανεβασμένη (αν το λέω καλά) έκθεση;».

Πριν προχωρήσω, μια παρένθεση. Η «ενοχλημένη», μου είπε, αφού ξέρασε δηλητήρια και τα«σχολιά της σχόλια» ότι είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός. Δασκάλα, δηλαδή, αλλά όχι από εκείνες τις παλιές και πολιές, που έμπαιναν στην τάξη και «γεννούσαν σχολιαρούδια», καμάρι των γονιών τους και της κοινωνίας, αλλά τους αυριανούς κουκουλοφόρους. Είναι ο γνωστός εσμός των επικίνδυνων εκπαιδευτικών που βαπτίζουν την ασχετοσύνη και την σαχλαμάρα τους, «προοδευτική» διδασκαλία. Σαπίσαμε τα προηγούμενα χρόνια από μια δράκα χαραμοφάηδων συνδικαλιστών, που «κατέβαζαν το κλάδο» (με σπαραγμό ψυχής γράφω τέτοια μπουρδολογήματα) με αίτημα την μείωση του ωραρίου και την αύξηση των μισθών. Ο σκοπός της παιδείας, η μετατροπή του σχολείου σε ΚΕΠ, η αθλιότητα των σχολικών βιβλίων, τα ουσιώδη και σοβαρά, δεν απασχολούσαν τους κηφήνες της ΔΟΕ (Διδασκαλικής Ομοσπονδίας).Τώρα που μας βρήκε το κακό, παραμένουν στη θέση τους βέβαια, αλλά«απραγέστεροι των βατράχων και αφωνότεροι των ιχθύων».

Ας γυρίσουμε όμως λίγο πίσω στα περασμένα χρόνια, να δούμε κάποιες άλλες δασκάλες, από κείνες που σελάγιζαν ψηλά, στα «κρημνά της αρετής» του Κάλβου. Στο κοιμητήριο της Ευαγγελίστριας στην Θεσσαλονίκη, καθώς μπαίνεις δεξιά, άγνωστο στους πολλούς, είναι θαμμένες τέσσερις δασκάλες, τέσσερις ηρωίδες: Η Λίλη Βλάχου, η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου, η Βελίκα Τράικου και η Αγγελική Φιλιππίδου. Και οι τέσσερις είναι δασκάλες, νέα κορίτσια, που μαρτύρησαν για την Μακεδονία την περίοδο του Αγώνος. Η τελευταία ηρωίδα, η Αγγελική Φιλιππίδου, υπηρετούσε-διακονούσε, το 1906, στην Αγριανή Σερρών. Οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες, επειδή ανασταίνει, στα φοβισμένα σκλαβόπουλα, «ψυχή και Χριστό», θέλουν να την δολοφονήσουν. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1906 οι συμμορίες των Κομιτατζήδων επιτίθενται στο χωριό. Η Αγγελική και ο άντρας της, επίσης δάσκαλος, είναι στο στόχαστρο. Το σπίτι της πολιορκείται. Οι δύο σύζυγοι ατρόμητοι πολεμούν. Μία σφαίρα θρυμματίζει το γόνατο της δασκάλας. Ξημερώνει ο Θεός και οι Βούγλαροι φεύγουν. Στο χωριό καταφθάνει ο Έλληνας πρόξενος στις Σέρρες Αντώνης Σαχτούρης. Προτείνει στην τραυματισμένη δασκάλα να την μεταφέρουν αμέσως στο νοσοκομείο των Σερρών. Αρνείται. Τον παρακαλεί να την βάλουν επάνω σε φορείο και να σταματούν, για λίγο, σε όλα τα χωριά, που θα διασχίσουν ως τις Σέρρες. Έτσι και έγινε. Την βάζουν οι «αγαθοί» Μακεδόνες σε ένα πρόχειρο φορείο και διαβαίνουν τα χωριά. Σε κάθε πλατεία σταματούν. Η ηρωίδα δασκάλα φωνάζει, νουθετεί, βροντολαλεί το «εστιν ουν Ελλάς και η Μακεδονία». Είναι συγκλονιστική η πορεία της, αιματοβαμμένη. «Το αίμα της στην τραγική εκείνη πορεία σταγόνα-σταγόνα έβαφε τη μακεδονική γη και γινόταν αρραβώνας με την λευτεριά», γράφει η εξαίρετη φιλόλογος-ιστορικός, Αθηνά Τζινίκου στο βιβλίο της «η Μακεδόνισσα στον θρύλο και την ιστορία». Όταν φτάνει στις Σέρρες, ο κόσμος, ο λαός, σπεύδει δακρυσμένος και της φιλά το χέρι. Μεταφέρεται στην Θεσσαλονίκη. Εκεί αφήνει την τελευταί της πνοή, μπήκε στο Εικονοστάσι του Γένους, αιωνία η μνήμη. Αυτές ήταν δασκάλες, φως περίλαμπρο, που εμείς τα μεταμοντέρνα απολειφάδια, δεν καταδεχόμαστε ούτε το όνομά τους στα σχολεία-τα νέα, καινά ή …κενά να δώσουμε. Εξηγώ. Πριν από 4-5 χρόνια η δία βίου ανοησία και αμάθεια, ζήτησε από τα εκπαιδευτήρια του κράτους να υιοθετήσουν -τιμής ένεκεν- ένα όνομα, «πάνυ ακριβούς», σπουδαίου Έλληνα. Ακούστηκαν και προτάθηκαν διάφορα γελοία και πολλά σοβαρά. (Μέχρι και τον Τσε Γκεβάρα πρότειναν κάποια πολυπολιτισμικά σαπρόφυτα. Λες και δεν έχουμε Καραϊσκάκη ή Παύλο Μελά). Τα ονόματα των τεσσάρων ηρωίδων «διδασκαλισσών» ουδείς τα πρότεινε, ακόμη και εδώ στην Μακεδονία. Ο φόβος της προοδευτικής σαβούρας και λίγδας επισκίαζε τα πάντα. Ηρωϊσμός… τι είναι αυτό; τρώγεται;

Κλείνει, η παρένθεση, επανέρχομαι στην προλογική διήγηση, στις τσιρίδες και αιτιάσεις της τωρινής δασκάλας, στα παιδιά, τους μαθητές μας. Μεταφέρω φράσεις: «Δεν ντρέπεστε εσείς οι δάσκαλοι, που αφήνετε τα παιδιά να φέρονται έτσι», «τι τα κουβαλάτε στα μουσεία, αφού δεν φέρονται σωστά». «Είστε απαράδεκτοι» και άλλα τινά. Σημειώνω. Τα παιδιά, φέρονταν σαν παιδιά. Δεν μπορείς να τα βάλεις φίμωτρο, είναι αδύνατο. Όταν «δραπετεύουν» από την τσιμεντένια θαυμάσια, γεμάτη παιχνίδια και ηλεκτρονικά «καλούδια» φωλιά τους, το άψογο παιδικό δωμάτιο της πολυκατοικίας ή από το τσιμεντένιο κλουβί -που κάποτε το ονομάζαμε «αύλειο χώρο»- ανοίγουν τα φτερά τους, πετούν ψηλά, οι παπαγάλοι γίνονται θαλασσοπούλια που αγναντεύουν το πέλαγος. Τα παιδιά δεν αντέχουν, σεν καταλαβαίνουν τα πρέπει. (Λέει ο Ελύτης: «Να πιάσω το πρέπει από το γιώτα και να το γδάρω μέχρι το –πι»).

Δεν άντεξα την προσβολή. Της είπα το του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, αείχλωρον ρηθέν. «Όταν τα μήλα είναι ξινά δεν φταίνε τα μήλα, αλλά οι μηλιές». Μας έρχονται από το σπίτι μοσχοαναθρεμμένοι μοναχογιοί και μοναχοκόρες, σατραπίσκοι κακομαθημένοι, και απαιτούν, οι γονείς και κηδεμόνες, να πράξουμε αυτό που δεν κάνουν αυτοί: να γίνουμε γονείς τους.

Επιπροσθέτως η ενοχλημένη «περιεργαζόταν» τις εικόνες -της Παναγίας και του Χριστού- ψιμυθιωμένη ωσάν μούμια και παντελονοφορούσα. Ήταν από αυτά τα παλιμπαιδίζοντα γραϊδια, που «επισκέπτονται» τις εκκλησιές και «προσκυνούν» τις εικόνες, ντυμένες σαν τις εγγονές τους. Το έχω ξαναγράψει. Είμαι είκοσι τόσα χρόνια δάσκαλος-μάχιμος και όχι συνδικαλιστής-και δεν έχω ακούσει σχεδόν ποτέ να μεταφέρει μαθητής «εξωσχολική» γνώση, χωρίς να πει την κοινότοπη φράση: «Κύριε, είδα στην τηλεόραση». Πού είναι οι γονείς, πού είναι οι παππούδες; Οι σημερινές γιαγιάδες βλέπουν τα τούρκικα κοπροσήριαλ, παρέα με τα εγγόνια τους και μετά απορούν για την συμπεριφορά τους. (Φοιτητικό σύνθημα: «είμαστε αυτοί που μας έλεγαν οι γονείς μας να μην κάνουμε παρέα»).

Ζούμε σ’ έναν ξεπεσμένο«πολιτισμό», ο οποίος απεχθάνεται τα πολιτιμότερα μέλη του, τα τζιβαϊρικά του, τα παιδιά. Μόνο όμως από τα παιδιά μπορείς να «ταμιεύσεις» (για να χρησιμοποιήσω έναν επίκαιρο όρο) δύο πολυτίμητα σήμερα πράγματα. Αγάπη ανιδιοτελή και προσφορά φιλότιμη.
pan
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 736
Εγγραφή: Πέμ Αύγ 11, 2005 5:00 am

Re: ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ!!!

Δημοσίευση από pan »

Εικόνα

Παπαφλέσσας


Ο Γρηγόριος Δικαίος (1788-1825) ή περισσότερο γνωστός ως Παπαφλέσσας ήταν κληρικός, πολιτικός και αγωνιστής, ήρωας της Eλληνικής Επανάστασης του 1821.Γεννήθηκε στην Πολιανή Μεσσηνίας, φοίτησε στη Σχολή Δημητσάνας, και μόνασε στο μοναστήρι της Παναγιάς της Βελανιδιάς, στην Καλαμάτα όπου πήρε το όνομα Γρηγόριος (παπάς Παπαφλέσσας). Εξαιτίας του χαρακτήρα του εγκατέλειψε την Πελοπόννησο περνώντας στην Ζάκυνθο, και αργότερα πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης από τον Γρηγόριο Ε΄ με το εκκλησιαστικό Οφφίκιο «Δικαίος».
Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία. Στάλθηκε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες (Μολδαβία και Βλαχία), για να προπαρασκευάσει την Επανάσταση. Όταν ο Υψηλάντης αποφάσισε να ξεκινήσει ένοπλο αγώνα από τη Μολδοβλαχία, η Φιλική Εταιρία τον Ιανουάριο του 1821 έστειλε τον Παπαφλέσσα στην Πελοπόννησο για να ξεσηκώσει κι εκεί τον λαό.
Διόρισε Αρχιστράτηγο Πελοποννήσου τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και πρωτοστάτησε στην απελευθέρωση της Καλαμάτας στις 23 Μαρτίου 1821. Διακρίθηκε για την ανδρεία του σε πολλές μάχες στην Πελοπόννησο και στην Αρκαδία, έχοντας ως ορμητήριο τη μονή της Ρεκίτσας κοντά στο Διρράχι. Συμμετείχε στην Α΄ και Β΄ Εθνοσυνέλευση. Κατά την διάρκεια του εμφύλιου πόλεμου υποστήριξε αυτούς που καταδίωξαν τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους πολεμιστές και διορίστηκε υπουργός εσωτερικών και αστυνομίας από την κυβέρνηση Κουντουριώτη. Όταν το 1825 ο Ιμπραήμ εισέβαλε στην Πελοπόννησο, πρώτος ο Παπαφλέσσας ζήτησε να ελευθερωθούν οι φυλακισμένοι πολεμιστές, αλλά δεν εισακούστηκε. Έτσι αναγκάστηκε να εκστρατεύσει ο ίδιος με 2000 άνδρες για να ανακόψει την προέλαση του Ιμπραήμ, και πήγε στο Μανιάκι της Μεσσηνίας. Στις 19 Μαΐου όταν φάνηκαν τα αιγυπτιακά στρατεύματα, πολλοί από τους άνδρες του Παπαφλέσσα διασκορπίστηκαν και έμεινε με 300 (ή κατά άλλους 600) πολεμιστές. Στις 20 Μαΐου βρήκε τον θάνατο προβάλλοντας απεγνωσμένη αντίσταση μαζί με τους λίγους άνδρες που του είχαν μείνει.
pan
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 736
Εγγραφή: Πέμ Αύγ 11, 2005 5:00 am

Re: Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από pan »

Μάρκος Μπότσαρης

Εικόνα

Ο Μάρκος Μπότσαρης γεννήθηκε το 1790 και ήταν γιος του Κίτσου Μπότσαρη. Οι Μποτσαραίοι ήταν μια από τις μεγαλύτερες και πιο ονομαστές φάρες που υπήρχε στο Σούλι. Ο γενάρχης της φάρας των Μποτσαραίων ήταν ο Σπυρίδων Μπότσαρης που έλαβε μέρος στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου στο πλευρό του Γεωργίου Καστριώτη Σκεντέρμπεη. Πολέμησαν πολλές φορές νικηφόρα ενάντια στους Τούρκους και στους Τουρκαλβανούς.

Ο Μάρκος Μπότσαρης έμαθε λίγα γράμματα από τον καλόγερο Σαμουήλ. Από μικρό παιδί μισούσε τους πολύ Τούρκους. Ο Μάρκος Μπότσαρης έζησε αρκετό χρονικό διάστημα στην αυλή του Αλή Πασά, ο οποίος έλεγε χαρακτηριστικά για τον Μάρκο ότι «εκείνος εκεί ο αμίλητος θα φάει πολύ Τουρκιά».

Ο Μάρκος Μπότσαρης παντρεύτηκε το 1810 την Χρυσούλα Χρηστάκη, κόρη του αρματολού Χρηστάκη από την Πρέβεζα. Έκαναν μαζί δυο αγόρια που πέθαναν στην βρεφική τους ηλικία, τον Δημήτριο Μπότσαρη (υπουργός στρατιωτικών το 1859 και το 1866-1867), και δύο κόρες, την Βασιλική Σισίνη (έπειτα Αντωνοπούλου) και την Αικατερίνη ή Ρόζα Καρατζά.

Για κάποιο χρονικό διάστημα, ο Μάρκος Μπότσαρης ήταν υπαξιωματικός του γαλλικού συντάγματος Αρβανιτών και Αλβανών στην Κέρκυρα. Οι Μποτσαραίοι πολέμησαν αρχικά στο πλευρό του Σουλτάνου κι ενάντια του Αλή Πασά, έχοντας την ελπίδα ότι ο Σουλτάνος θα τους επέτρεπε να ανακτήσουν την πατρίδα τους. Ο αντιπρόσωπος του Σουλτάνου όχι απλά αρνήθηκε ρητά κάτι τέτοιο αλλά το απέρριψε με έντονη περιφρόνηση, λέγοντάς τους "για τους γκιαούρηδες μόνο σίδερα και ξύλο έχει ο Σουλτάνος". Τότε ο Μάρκος Μπότσαρης και οι Σουλιώτες αποδέχτηκαν πρόταση συμμαχίας με τον Αλή Πασά ενάντια στον Σουλτάνο. Στα πλαίσια της συμφωνίας για συμμαχία αντάλλαξαν ομήρους (ένας από αυτούς ήταν και ο Κώστας Μπότσαρης).

Στις 6 Οκτωβρίου 1820, 300 Σουλιώτες κατευθυνθήκαν από τα Ιωάννινα στην ιδιαίτερη πατρίδα τους και ξεκίνησαν επανάσταση κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τα γυναικόπαιδα μαζευτήκαν στον ανοχύρωτο Σούλι, το οποίο είχε εγκαταλειφθεί πριν από 15 χρόνια και ορίστηκε ανώτατος αρχηγός των Σουλιωτών ο Νώτης Μπότσαρης, που έχει χαρακτηριστεί απ' τους ιστορικούς ως ο Νέστορας των Σουλιωτών. Η πρώτη κίνηση που έκαναν οι Σουλιώτες ήταν να καταλάβουν με τέχνασμα το φρούριο των Βαριάδων, όπου οχυρωθήκαν. Ο Μάρκος Μπότσαρης, γνωρίζοντας ότι οι Τούρκοι που βρίσκονταν κοντά στα Ιωάννινα τροφοδοτούνταν από την Άρτα, επιτέθηκε με 200 Σουλιώτες ιππείς την συνοδεία στις Κομψάδες. Οι Σουλιώτες σκότωσαν μεγάλο πλήθος Τούρκων ιππέων και έστειλαν στο Σούλι τα λάφυρα.

Αμέσως μετά, ο Μάρκος Μπότσαρης κατέλαβε τα Πέντε Πηγάδια, όπου αντιμετώπισε με επιτυχία τουρκικό στρατό που αποτελούνταν από σώμα 5000 εκλεκτών Αλβανών. Σύμφωνα με τον Pouqueville στη μάχη έπεσαν 280 Τούρκοι και μόλις 10 Έλληνες και οι νικητές μάζεψαν 1500 όπλα και πολλά λάφυρα. Ο Pouqueville αναφέρει ακόμη ότι ο Μάρκος Μπότσαρης απαγόρεψε στους στρατιώτες τους να στήσουν τρόπαιο από τα κεφάλια των εχθρών και τους έβαλε να ψάλλουν όλοι οι Σουλιώτες το "Σώσον Κύριε τον λαόν σου".

Ο Μάρκος Μπότσαρης, με ενίσχυση 200 πολεμιστών απ' τους Βαριάδες, πολιόρκησε και κατέλαβε το φρούριο Ριγάσας (ή Ριγιάσα). Τότε αναγκάστηκε και ο Αλή Πασάς, αφού απειλήθηκε, να παραδώσει τα φρούρια του Σουλίου στους Σουλιώτες. Ο Μάρκος Μπότσαρης με τα παλικάρια του και με οπλαρχηγούς από την Ακαρνανία προχωρούν στην Άρτα. Εκεί συνεννοήθηκε με τον οπλαρχηγό Γώγου του Ραδοβιστίου και τον οπλαρχηγό των Τσουμέρκων Ιωάννη Κουτελίδα, να επιτεθούν ταυτόχρονα στο σουλτανικό στρατόπεδο, αλλά η επιχείρηση αυτή ματαιώθηκε επειδή ο Μάρκος Μπότσαρης έπρεπε να επιστρέψει γρήγορα στο Σούλι για να αποτρέψει εισβολή που θα έκαναν οι Τσάμηδες.

Οι νίκες του Μάρκου Μπότσαρη κατά των Τούρκων ακολούθησαν η μία την άλλη: Βαριάδες, Δραμασούς, Κασμηρά, Ραψίστα, Πλάκα, Κομιτσάδες κα. Σε κάθε περίπτωση ο Μάρκος Μπότσαρης είχε υπό τις διαταγές του από 200 ως 600 πολεμιστές και ο αντίπαλος στρατός αποτελούταν από μερικές χιλιάδες.

Στις 26 Ιουλίου απόσπασμα Σουλιωτών ξεκινούν την επανάσταση στα Γραμμενοχώρια και κατόπιν ο Μάρκος Μπότσαρης αναγκάζεται να επιστρέψει πάλι στο Σούλι εξαιτίας νέας απιστίας των Τσάμηδων στη συμφωνία ουδετερότητας που είχε καταφέρει ο Νώτης Μπότσαρης παλιότερα.

Η Επανάσταση είχε κηρυχθεί πλέον και στην Νότια Ελλάδα. Ο Μάρκος Μπότσαρης κατέβηκε στην Κόρινθο ζητώντας ενισχύσεις για την Ήπειρο, όμως στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο. Μετά την πτώση του Σουλίου, ο Μάρκος Μπότσαρης πάλι ζήτησε από την Ελληνική Κυβέρνηση βοήθεια για τους Σουλιώτες, που συνέχιζαν να έχουν επικεφαλής τον Νώτη Μπότσαρη. Τον Μάρτιο του 1822, κι ενώ βρίσκεται στο Μεσολόγγι, ο Μάρκος Μπότσαρης πληροφορείται ότι το φρούριο Ριγιάσας πολιορκείται πάλι από Αλβανούς και κινδυνεύει να πέσει, χτύπησε δυνατά τους πολιορκητές και τους διασκόρπισε.

Ο Μάρκος Μπότσαρης, μαζί με άλλους οπλαρχηγούς, συμμετείχε στην μάχη της Πέτας, όπου πολέμησε γενναία μέχρι να αναγκαστεί να υποχωρήσει στα Λαγκάδια. Λίγο μετά την παράδοση του Σουλίου με την συνθήκη της 28ης Ιουλίου 1822, ο Νώτης και άλλοι Σουλιώτες έφτασαν στην Νότια Ελλάδα. Ο Μάρκος κανόνισε να σταλεί η οικογένειά του από την Ζάκυνθο στην Αγκόνα. Η αυτοθυσία του ήταν τόση που έφτασε να συγχωρέσει τον φονιά του πατέρα του, Γώγο Μπακάλα. Στην πολιορκία του Μεσολογγίου από τον Ομέρ Βρυώνη τον Οκτώβριο του 1822, ο Μάρκος Μπότσαρης και ο Μαυροκορδάτος ξεχώρισαν ανάμεσα στους υπερασπιστές. Ο Μπότσαρης, με το πρόσχημα των διαπραγματεύσεων για παράδοση, καθυστέρησε τους Τούρκους και όταν έφτασε η βοήθεια του Γρίβα και του Δεληγιάννη έστειλε μήνυμα στους Τούρκους "αν θέλετε τον τόπο μας ελάτε να τον πάρετε". Τα Χριστούγεννα του 1822 κατάφεραν να αποκρούσουν την τουρκική επίθεση. Τελικά οι επαναλαμβανόμενες πολιορκίες και η ενίσχυση των τουρκικών δυνάμεων οδήγησε τους πολιορκούμενους να αποφασίσουν την Έξοδο του Μεσολογγίου στις 10 Απριλίου 1826.

Ο Μάρκος Μπότσαρης διορίστηκε από την Α Εθνοσυνέλευση στρατηγός στην Δυτική Ελλάδα, αφού ο Βαρνακιώτης προσκύνησε τον Σουλτάνο. Ταυτόχρονα με τον Μάρκο είχαν διοριστεί κι άλλοι στρατηγοί, πράγμα που δημιούργησε δυσαρέσκειες. Όταν αυτά έφτασαν στα αυτιά του Μάρκου Μπότσαρη, έσκισε το δίπλωμα διορισμού του λέγοντας ότι όποιος είναι ικανός παίρνει το δίπλωμά του μπροστά στον εχθρό.

Ξεκίνησε επικεφαλής 350 Σουλιωτών και μαζί με άλλους οπλαρχηγούς αντιμετώπισε τον πασά Μουσταφά (ή Μουστάη) από την Σκόδρα και την στρατιά του (4000 ή 5000 Αλβανοί) στη θέση Κεφαλόβρυσο, ενάμισι χλμ από το Καρπενήσι. Στις 7 Αυγούστου 1823 (ή, σύμφωνα με άλλες πηγές στις 10 Αυγούστου 1823) ο Μάρκος Μπότσαρης επιτέθηκε πρώτος, θέλοντας να αιφνιδιάσει μέσα στη νύχτα το τουρκικό στρατόπεδο. Αφού είχαν σκοτώσει πολλούς Τούρκους, ο Μάρκος Μπότσαρης πυροβολήθηκε στο κεφάλι, ενώ προσπαθούσε να αιχμαλωτίσει τον πασά. Οι Σουλιώτες του Μάρκου συνέχισαν τον Αγώνα μετά τον θάνατό του, με επικεφαλής τον Κώστα Μπότσαρη.

Στις 10 Αυγούστου 1822 η σωρός του Μάρκου Μπότσαρη θάφτηκε με τιμές στο Μεσολόγγι. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης και ο Μάρκος Μπότσαρης συναγωνίζονταν επάξια στην προσφορά τους στον Αγώνα της Επανάστασης του 1821 και στην στρατηγική ευφυΐα, και ο θάνατός του, γράφει ο Σπυρίδων Τρικούπης, "δίκαια θεωρήθηκε εθνικό δυστύχημα".
Άβαταρ μέλους
ΜΙΧΣ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 5035
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 23, 2012 9:24 am

Re: Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από ΜΙΧΣ »

Εικόνα

Ο Ιωάννης Βλάχος «Δασκαλογιάννης»

Μολών Λαβέ" εφώναξε ο Δάσκαλος ο Γιάννης
στ' αποσταλμένους του Ραγιά απ' τση Σούδας το λιμάνι.
"Ελευθεριά ή θάνατος" λεν και τα παλικάρια
και κάνανε επανάσταση σαν άγρια λιοντάρια.
Οι βρύσες γύρω τρίγυρα μαυρίζουν σαν τα δάση
Απο τρεις τόπους ξεκινούν εις τα Σφακιά να πάσι.
Αρχίζει ο πρώτος πόλεμος εις το Βελι τση Κράπης
πέφτουσι Τούρκοι αρίθμητοι κι ο μέγας Τζιρατζάπης.
Πέφτουν και δέκα Σφακιανοί περίσσια λαβωμένοι,
Μα από τσι Τούρκους πούναι εκειά κιανείς δεν απομένει….


Ο Ιωάννης Βλάχος γεννήθηκε στην Ανώπολη Σφακίων, ένα ορεινό χωριό σε ύψος 600μ., περί τα δύο χιλιόμετρα από τη θάλασσα, στη θέση της αρχαίας ομώνυμης πόλης, φέουδο των Σκορδιλών κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Η ακριβής ημερομηνία γεννήσεώς του δεν είναι εξακριβωμένη. Πιθανολογείται όμως ότι γεννήθηκε ή το 1722 ή το 1730 (θεωρείται πιθανότερο).
Το «Βλάχος» δεν είναι βέβαιο αν ήταν όντως αληθινό επίθετο ή προσωνύμιο (προσωνύμια είχαν τότε σχεδόν όλοι οι Σφακιανοί). Έμεινε περισσότερο γνωστός στην ιστορία με το προσωνύμιο «Δασκαλογιάννης» (και πολύ λιγότερο σαν «Δασκαλάκης»), λόγω του ότι επειδή ήταν πολύ μορφωμένος, τον αποκαλούσαν «δάσκαλο» (Ο Δάσκαλος, ο Γιάννης). Ο όρος «Δασκαλογιάννης», θεωρείται αυθαίρετος, παρ’ ότι έχει επικρατήσει στις μέρες μας. Ο Ιωάννης Βλάχος έγινε αποδεκτός ως «Ο Δάσκαλος ο Γιάννης» κι έτσι αποκαλούνταν τότε.
Με το όνομα επίσης τούτο αναφέρεται και σε τουρκικό έγγραφο του 1750: «Bente Daskalo Vani Vazici Kasteli Mezbur=Ο δούλος Δάσκαλος Γιάννης, γραμματικός του Καστελίου».

Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι ο Δασκαλογιάννης «έσερνε» από τη ναυτική γενιά των Ανδρουλακάκηδων, του Λουτρού. Προφανώς έχουν επηρεασθεί από το γεγονός ότι οι Τούρκοι αποκαλούσαν τον Δασκαλογιάννη «Ιωάννη υιόν Ανδρέου» κατά την πρακτική της εποχής. Μια πρακτική που περιέργως έχει αρχαιοελληνική ρίζα. Πράγματι υπάρχει τουρκικό έγγραφο που τον αποκαλεί «Ιωάννη υιόν Ανδρέου». Και πράγματι ο πατέρας του ονομάζετο Ανδρέας, όπως και ο πρώτος του υιός, κατά το συνήθειο που επικρατεί πάντα.
Το αρχοντικό του Δασκαλογιάννη διακρίνεται ακόμη ερειπωμένο στην Ανώπολη, πάνω από το Λουτρό. Και ο θρύλος του ζει στα βουνά και στα φαράγγια και στις άγριες ακρογιαλιές του Λιβυκού.

Ο Δασκαλογιάννης υπήρξε ένας από τους πλέον εγγράμματους, μορφωμένους και πολυταξιδεμένους Σφακιανούς. Ο πατέρας του ήταν ένας πλούσιος καραβοκύρης που τον μόρφωσε στο εξωτερικό, πιθανότατα στην Ιταλία όπου σπούδαζαν τότε κι άλλοι Κρητικοί, αφού μιλούσε την ιταλική γλώσσα.

Στην εμφάνιση ήταν άντρας μετρίου αναστήματος, ανδροπρεπής και εύχαρις σαν χαρακτήρας. Είχε φυσική ευφράδεια και έπειθε εύκολα αφού είχε το σπάνιο χάρισμα της ρητορικής ηγεσίας.

Η οικογένειά του αποτελούνταν από τέσσερα αδέρφια, το Νικόλαο ή Χατζή Σγουρομάλλη, τον Παύλο, το Μανούσο και τον Γεώργιο. Η γυναίκα του λεγόταν Σγουρομαλλίνη ή Ξανθομαλλίνη, με καταγωγή από το Ρέθυμνο και μαζί της είχε αποκτήσει τέσσερις κόρες και δύο γιους. Τη Μαρία, την Ανθούσα, την Ελευθερούσα, το όνομα της τέταρτης δεν αναφέρεται πουθενά, τον Ανδρέα και το Νικολάκη.

Στην κατοχή του ο Δασκαλογιάννης είχε τέσσερα τρικάταρτα καράβια κι ο ίδιος ταξίδευε με αυτά στα λιμάνια της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας. Είχε, μαζί με τ’ αδέρφια του, ναυτικά «πρακτορεία» στα κυριότερα λιμάνια και σε πολλά ελεύθερα ελληνικά νησιά, όπως στα Κύθηρα.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι συμπατριώτες του, οι Σφακιανοί, σε αντίθεση με τους άλλους Κρητικούς που απεχθάνονταν τότε τη θάλασσα, είχαν δεκάδες καράβια στη Μεσόγειο, με βάση τον όρμο Λουτρό στο Λιβυκό, δυτικά της Χώρας Σφακίων, στα ίχνη του αρχαίου «διλίμενου» Φοίνικα. Αλλά ήταν ο μόνος Σφακιανός της εποχής που τολμούσε να κυκλοφορήσει στην επαρχία με ευρωπαϊκά ρούχα, χωρίς να τον αποκαλούν «ψαλιδόκωλο»!

Με τις συναλλαγές αυτές (στις οποίες δεν τον δυσκόλευε η γλώσσα καθόλου, μια και εκτός από ιταλικά μιλούσε και ρώσικα), που τον είχαν κάνει πλουσιότατο και πρώτο σε μόρφωση Σφακιανό, του δινόταν και η ευκαιρία να μελετά τον τρόπο ζωής των ελεύθερων ανθρώπων και να τον συγκρίνει με τα βασανιστήρια και την τυραννία επί των συμπατριωτών του. Ήταν τέτοια η κατάσταση των υπόδουλων Χριστιανών, που έβλεπε ότι αν συνεχιστεί θα εξαφανιστεί και το παραμικρό ίχνος Χριστιανισμού και Ελληνισμού στο νησί.

Κάτω από τέτοιες σκέψεις δεν άργησε να βρεθεί στις συσκέψεις των Ελλήνων του εξωτερικού που γινόταν στην Τριέστη υπό την υποκίνηση του Ορλόφ για επαναστατικό κίνημα στην σκλαβωμένη Ελλάδα. Αποδέχεται αμέσως την πρόταση για επανάσταση δίνοντας βάση στα μεγάλα λόγια και τις κούφιες υποσχέσεις περί ρωσικής βοήθειας και συμπαράστασης.

Η κατάσταση στην Κρήτη, την εποχή εκείνη
Οι Τούρκοι κρατούσαν έναν αιώνα την Κρήτη και τρεις αιώνες τον Μοριά και τη Ρούμελη. Τα Σφακιά, όμως, που δεν ησύχασαν ποτέ σ’ όλο το μάκρος της ενετικής κατοχής, είχαν μια περίεργη τύχη. Το 1648, ενώ είχαν υποταχθεί όλες οι γύρω επαρχίες και τα κάστρα ήταν γκρεμισμένα, δίχως το Μεγάλο, οι Σφακιανοί βοηθούσαν τον Ματθαίο Καλλέργη και τους Ενετούς στις επιχειρήσεις του Αλμυρού.

Όπως μας λέει ο Τούρκος ιστορικός Ναϊμά, «βασιζόμενοι εις το ορεινόν και δύσβατον της επαρχίας των, δεν διήγον φιλησύχως και επί εποχής των απίστων (Ενετών). Για τον λόγο αυτό -συνεχίζει ο ιστορικός- έστειλαν οι Τούρκοι τον Κετχουντά της Ρούμελης Κουτούζ Αλή Αγά, όστις κατέλαβε το φρούριον, καταδιώξας και διασκορπίσας τους απειθείς τούτους (Σφακιανούς). Ο αρχιστράτηγος προσέφερε διάφορα δώρα και επεδαψίλευσε διαφόρους φιλοφρονήσεις εις τον ρηθέντα Αλή Αγάν».
Άλλος, όμως, Τούρκος, ο γνωστός μας από την περιήγησή του, ο Εβλιά Τζελεμπή, αναφέρει ότι τα Σφακιά τα πάτησε ο ίδιος ο θρυλικός για το παράστημα και την ανδρεία του Δελή Χουσεΐν Πασάς, ο Γαζής. Μετά λίγα χρόνια, και συγκεκριμένα το 1658, ύστερα από συνομιλίες με τον Χουσεΐν Πασά, τα Σφακιά που μέχρι τότε ήταν φέουδο του ίδιου του Χουσεΐν, υπάγονται στο βακουφικό σύστημα. Και αφιερώνονται στις ιερές πόλεις Μέκκα και Μεδίνα.

Στα Σφακιά φαίνεται ότι έμεινε για λίγο καιρό Τούρκος αξιωματούχος. Αλλά κανένας δεν εγκαταστάθηκε μόνιμα. Τους φόρους τους, που ήταν ένα αστείο ποσό για τα εμπορευόμενα ή πειρατικά έστω, Σφακιά, πότε τους πλήρωναν και πότε όχι, οι Σφακιανοί. Πότε με διαμαρτυρίες στον ίδιο τον σουλτάνο και πότε με ζοριλίκι, κατάφερναν να γλιτώνουν.
Στα τουρκικά αρχεία του Μεγάλου Κάστρου, που μετέφρασε ο Ν. Σταυρινίδης, βρίσκουμε οργισμένα φιρμάνια των σουλτάνων, που ζητούν να λήξει αυτή η κατάσταση με τους Σφακιανούς. Να ένα γραμμένο «τη τριακοστή του μηνός Ρετζέπ, του έτους χίλια εκατόν εβδομήκοντα δύο (18-3-1759)», δέκα χρόνια πριν από τα γεγονότα που εξιστορούμε:

…παρά ταύτα, οι ραγιάδες της εν λόγω επαρχίας (Σφακίων) συνεργαζόμενοι στενώς μετά των απίστων εχθρών κουρσάρων και όντες λίαν πανούργοι και δόλιοι, βασιζόμενοι δε και εις το δύσβατον των οδών των και το απρόσιτον της Επαρχίας των και συμπεριφερόμενοι πάντοτε μετά σκαιότητος, αρνούνται… την καταβολήν των φόρων των, προβάλλοντες άρνησιν και εμμονήν και αντίστασιν, συγκεντρωθέντων ούτω εις χείρας των άνω των 40.000 γροσίων… Οσάκις δε απέστειλε (ο έφορος) ανθρώπους εις την Επαρχίαν των διά να ζητήσουν… την πληρωμήν… όχι μόνον δεν επλήρωσαν τούτους, αλλ’ ούτε απάντησιν τινά έδωσαν…
Σε παλιότερα φιρμάνια βρίσκουμε τις ίδιες κατηγορίες του σουλτάνου για τους Σφακιανούς, που «περιφέρονται ένοπλοι» και περιφρονούν τον νόμον. Κάπου-κάπου οι διαταγές του σουλτάνου γίνονται φιλικές προς τους Σφακιανούς και ορίζουν να μη τους ενοχλεί κανένας, να μη τους υποβάλλουν σε ταλαιπωρίες, όταν κατεβαίνουν απ’ τα βουνά τους ν’ αγοράσουν στάρι.

Τα αντιφατικά φιρμάνια
Για τα «δοσίματα» αυτά υπάρχουν αρκετά τούρκικα χαρτιά. Άλλα είναι οργισμένα και άλλα φιλικά.
Ο γραμματικός των Σφακιανών Σγουρομάλλης Νικολός αναγνωρίζει σύμφωνα με έγγραφο του 1767 ότι από το χρέος των Σφακιανών «δεν κατεβλήθη ούτε εν άσπρον ή όβολός τις… αλλά παραμένει ολόκληρον το ποσόν τούτο εις χρέος των ραγιάδων της επαρχίας» και υπόσχεται πληρωμή.

Λίγο πριν, σε βασιλικό «Χάττι Χουμαγιούν» της 19ης Ιουνίου 1765 με το περίφημο ιδιόγραφο «μουτζεπίνιζε αμέλ ολουνά» (ενεργήσθω συνωδά) του σουλτάνου οριζόταν ότι: «Άμα τη λήψει, ενεργούντες συμφώνως προς την επί τούτοις εκδοθείσαν διαταγήν μου… φροντίσατε να σέβεσθε την παλαιόθεν εις τα βακούφια ελευθερίαν… Να μην επιτρέψητε εις τους δραγουμάνους ή εις άλλον τινά έξωθεν να προβαίνουν εις ενεργείας αντιβαινούσας τους όρους ανεξαρτησίας αυτών».
Πού σημαίνει ότι δεν ελάμβαναν ειδικά μέτρα κατά των Σφακίων, δεν τα εξαιρούσαν από την ευνοϊκή μεταχείριση των βακουφίων, παρά την άρνηση των Σφακιανών να πληρώνουν φόρους.
Θρύλος αλλά και ιστορία έχουν μια εξήγηση για την αντίφαση: Μια γυναίκα προστάτευε τα Σφακιά μέσα στα σεράγια του Σουλτάνου εκείνο τον καιρό:
«Η εκ των εναρέτων μουσουλμανίδων Φατμά Χατούν, Χανούμ Σουλτάν, είη διαρκής η αγνότης αυτής…», γράφουν τα τεφτέρια.

Όταν τους απειλούσαν οι Τούρκοι, οι μισοί Σφακιανοί έμπαιναν στα καράβια και ανοίγονταν στο πέλαγος και οι άλλοι μισοί ανέβαιναν στα απάτητα βουνά και στα άγρια φαράγγια και δεν μπορούσε κανείς να τους πειράξει. Διαβάζουμε σε φιρμάνι της εποχής:
«Εάν δε, παρ’ ελπίδα, φθάση απεσταλμένος τις εις την επαρχίαν των, οι κατηραμένοι κάτοικοί της και οι υπόλοιποι καπεταναίοι τους διαφεύγουν…».

Στον όρμο του Λουτρού, που ήταν το «κεντρικό λιμάνι» των Σφακίων, υπήρχε πλούτος και μεγαλείο. Στην Ανώπολη της οποίας επίνειο ήταν το Λουτρό, η αρχοντιά ήταν έκδηλη. Και όχι μόνον εκείνη την εποχή. Στα χαρτιά των Ενετών αναφέρεται ένα μεγαλοπρεπές γεύμα του καπετάν Κατσούλη Πατεροζάπα στον γενικό προβλεπτή Κρήτης Γερώνυμο Καπέλο, ο οποίος επιχειρούσε επίσκεψη φιλίας στα Σφακιά το 1608. Στο τραπέζι αυτό, σύμφωνα με τα χαρτιά των Ενετών, ο Ανωπολίτης καπετάνιος άπλωσε τριακόσια αργυρά σκεύη.
Και στη χώρα Σφακίων, στον Ομπρός Γιαλό «με τσ’ εκατόν τις εκκλησιές, τα πλούσια τα σεράγια» κατοικούσαν άρχοντες «καλόσειροι» και ναύτες «παινεμένοι».

Η αντιδικία Σφακιανών με τους «Πεδινούς»
Οι Σφακιανοί είχαν μια άλλοτε σιωπηρή και άλλοτε αιματηρή αντιδικία με τους πεδινούς Κρητικούς. Ο ιστορικός των Σφακίων Γρ. Παπαδοπετράκης, φανατικός υπέρ των συμπατριωτών του, ομιλεί περί εχθρότητος που οφείλετο στην υπεροχή των Σφακιανών, φυλετική και ψυχολογική. Οι Σφακιανοί ήταν άνδρες ωραίοι, ευσταλείς, γενναίοι και σχετικώς ευκατάστατοι. Ακόμη και οι εγκατεστημένοι στα «κατωμέρια», με την ευφυΐα, την εργατικότητα και την ευελιξία τους, υπερείχαν των άλλων. Δημιουργούσαν περιουσίες και σχέσεις και ξεχώριζαν στις κοινωνίες που ζούσαν σε όλες τις εποχές. Έγγραφα του καιρού εκείνου ομιλούν για δολοφονίες Σφακιανών από άλλους Κρητικούς στην περιοχή του Ηρακλείου.

Επίσης αναφέρεται περιστατικό φορολογικής μορφής: Οι Τούρκοι αφαίρεσαν φορολογικά «δελτία» από τα Σφακιά και τα προσέθεσαν σε άλλες επαρχίες. Προφανώς διότι δεν μπορούσαν να τα εισπράξουν οι φορατζήδες.
Ο Δασκαλογιάννης πρέπει να γνώριζε ότι οι πεδινοί Κρητικοί δεν θα σηκώνονταν μαζί του. Ήταν άλλωστε έναν αιώνα άοπλοι και άμαθοι των όπλων, σε αντίθεση με τους δικούς του που οπλοφορούσαν από νήπια. Ακόμη: Στα Σφακιά υπήρχε μία ή και περισσότερες ομάδες καταδρομέων.

Η Ιστορία διασώζει μία με αρχηγό τον Μάρκο, γιο του καπετάν Γιωργάκη. Η ομάδα του Γιωργακομάρκου ρήμαζε τα υποστατικά των αγάδων, πέρα από τα Σφακιά, στα αποκορωνιώτικα και τα ρεθεμνιώτικα χωριά. Έπεφταν τη νύχτα, εξόντωναν τους αγάδες και τους ανθρώπους τους και γύριζαν στα Σφακιά φορτωμένοι με «κούρσος». Ήταν δεινοί νυχτοπολεμιστές και οδοιπόροι. Οι Τούρκοι τους αποκαλούσαν «Σεϊτάν τακιμί» και τον αρχηγό τους Δαιμονάρχη.

Οι Σφακιανοί είχαν και μόνιμη αντιδικία με τον μεγάλο γαιοκτήμονα και κτηνοτρόφο Ιμπραήμ Αληδάκι, έναν απόγονο Ενετών εξωμοτών που κρατούσε όλες τις βορινές πλευρές των Σφακιανών βουνών. Είχε στήσει μιτάτα, πάει να πει στάνες, δεκατέσσερις από τα σύνορα του Ρεθύμνου μέχρι τη Μαλάξα, το βουνό που στέκει πάνω από τη Σούδα.
Ο πύργος του, παλιό ενετικό φρούριο, κτισμένο πάνω στη μοναδική έξοδο των Σφακιών, στέγαζε δεκάδες ενόπλους, μεταξύ των οποίων και χριστιανούς. Και οι ποιμένες του είχαν συνεχείς αντιδικίες με τους Σφακιανούς.
Ο Αληδάκις ήταν ο βασικός επιτηρητής των Σφακιανών και ο πληροφοριοδότης των Τούρκων, γι’ αυτό και δεν τον χώνευαν οι άλλοι αγάδες της περιοχής και δεν αντέδρασαν όταν, λίγα χρόνια αργότερα, τον εξόντωσαν οι Σφακιανοί.

Οι πρώτες φήμες της επανάστασης
Παρά τη μυστικότητα, φήμες πως τα Σφακιά ετοιμάζονταν να σηκωθούν διέτρεχαν τις άγριες ακρογιαλιές, κατέβαιναν στα βάθη των επτά μεγάλων φαραγγιών και έφταναν ως τις δεκάδες κορυφές, που υψώνουν το μεγαλείο των Μαδάρων ως δυόμισι χιλιόμετρα ψηλά. Οι Τούρκοι ήταν φοβισμένοι από τις φήμες για τον ρωσικό στόλο που είχε κατακλύσει το Αιγαίο. Και περίμεναν ανήσυχοι την έκρηξη.

Η επιστροφή του Δασκαλογιάννη και οι ρωσικές υποσχέσεις
Ο Δασκαλογιάννης γυρνά στα Σφακιά γεμάτος όνειρα και ενθουσιασμό για την απελευθέρωση του τόπου του και με τόσα χαρούμενα συναισθήματα δεν δυσκολεύεται καθόλου, μια κι έχει φυσικό ηγετικό χάρισμα, να εμψυχώσει τους συμπατριώτες του. Τους κάνει να πιστέψουν ότι ήρθε η ώρα να ελευθερωθεί το γένος των Ελλήνων από τους Αγαρηνούς με τη βοήθεια του ξανθού γένους, των Ρώσων δηλαδή, όπως προέλεγε ο χρησμός της «Οπτασίας» του Αγαθαγγέλου, ενός περίεργου βιβλίου που κυκλοφορούσε ευρύτατα τον 18ο αιώνα. Το βιβλίο αυτό, όποιος κι αν ήταν ο σκοπός εκείνου που το έγραψε κι ανεξάρτητα της προφητικής του αξίας, είναι γεγονός πως είχε μεγάλη επίδραση στο φρόνημα των Ελλήνων, αναπτέρωσε και ενίσχυσε αναμφισβήτητα τις ελπίδες για την απελευθέρωση και ανάσταση της εθνικής κληρονομιάς.

Ο Δασκαλογιάννης αφού ξεπέρασε κάποιος από τους ενδοιασμούς των καπεταναίων, και αφού τους βεβαίωσε ότι ο Μόσκοβος μάχεται κιόλας στα ελληνικά νερά, έφυγε για την Αδριατική και γύρισε τα Χριστούγεννα του ίδιου χρόνου φορτωμένος όπλα και ελπίδες.
«Μεσούντος του μηνός Σιεβάλ», δηλαδή το τέλος Ιανουαρίου 1770, οι Τούρκοι των Χανίων αναφέρουν στον σουλτάνο ότι, όπως αποκαλύπτουν «εξ αλλεπαλλήλων πηγών γραπταί πληροφορίαι», δεκάδες ρούσικα πλοία εισέβαλαν στη Μεσόγειο από το Γιβραλτάρ. Φήμες αλλά και αληθινές ειδήσεις πήγαιναν και ήρχοντο ανάμεσα στα Χανιά και την Κωνσταντινούπολη. Οι πασάδες της Κρήτης πανικόβλητοι απαγόρευσαν στους Χριστιανούς να φορούν ρούχα όμοια με των Τούρκων. Στις πόρτες τους χάραξαν διακριτικά σημάδια…

Ο Αλέξιος Ορλώφ, που βρισκόταν τότε στη Πάρο με το ρώσικο στόλο, στέλνει ξανά επιστολή στον Δασκαλογιάννη και του υπόσχεται για άλλη μια φορά βοήθεια, αφού αρχίσει τον αγώνα. Με τη γραπτή διαβεβαίωση του αρμόδιου εκπροσώπου της Ρωσίας, δεν ήταν δυνατόν να μη πιστέψουν οτι μια ομόδοξη αυτοκρατορία, με τόσες δυνατότητες, μπορούσε να τους εγκαταλείψει στα νύχια του αιμοβόρου θηρίου για να τους κατασπαράξει.

Η επανάσταση
Μετά τις καθιερωμένες συνελεύσεις στις οποίες όλοι οι «άνδρες των αρμάτων» ψήφιζαν, στις αυλές της Παναγίας της Θυμιανής, πόλεμο ή ειρήνη, οι καπετάνιοι κίνησαν, φανερά πλέον, τις προπαρασκευές. Με πρόσχημα το Πάσχα, έφευγαν από τα Κάστρα και τα πεδινά χωριά οι Σφακιανοί «άποικοι» και μαζεύονταν στα Σφακιά για να αρματωθούν και να καταταχθούν στα επαναστατικά σώματα. Τουρκικό έγγραφο επισημαίνει ότι οι άπιστοι αυτοί «ανεχώρησαν κρυφίως εκ των χωρίων όπου διέμενον και συνεκεντρώθησαν άπαντες εις την επαρχίαν Σφακίων». Αλλά κανένας άλλος «κατωμερίτης» δεν κινήθηκε.

Σύμφωνα με τον λαϊκό ποιητή «Μπάρμπα Μπατζελιό», τον όμηρο του Δασκαλογιάννη, «μια μέρα τ’ Απριλιού, ως το κολατσιδάκι» οι Σφακιανοί οργάνωσαν το στρατόπεδό τους στο μικρό οροπέδιο Κράπη, στην έξοδο του φαραγγιού του Κατρέ, στα σύνορα με τον Αποκόρωνα. Αλλά οι πληροφορίες του Μπατζελιού δεν είναι πάντα ακριβείς. Οι επαναστατικές ενέργειες είχαν αρχίσει από πριν. Ασύδοτοι και ασυγκράτητοι νεαροί επαναστάτες είχαν οργανώσει συστηματικές επιθέσεις κατά των αγάδων.

Την 25 Μαρτίου 1770, μια μέρα που αργότερα θα γίνει εθνικό σύμβολο, δεκάδες παπάδες πάνοπλοι και δύο χιλιάδες επαναστάτες με τους καπετάνιους τους, ύστερα από μια πανηγυρική λειτουργία μετά των απαραιτήτων πυροβολισμών, κήρυξαν την επανάσταση, υψώνοντας την επαναστατική σημαία στην Ανώπολη.
Αρχηγοί των επαναστατών, εκτός από τον Δασκαλογιάννη αναφέρονται ο Μανούσακας, ο Γιωργάκης, ο Βουρδουμπάς, ο Χούρδος, ο Μπουνάτος, ο παπα Σήφης, ο Βολούδης, ο Μωράκης, ο Σκορδίλης και αρκετοί άλλοι -οι Σφακιανοί είχαν από τότε το πάθος για το καπετανιλίκι…

Ο Δασκαλογιάννης με τους δικούς του κατέβηκε στον Αποκόρωνα, οπλισμένος αυτή τη φορά. Και στο κεφάλι του τύλιξε μαύρο κεφαλομάντιλο στη θέση του ναυτικού καλπακιού. Άλλοι καπετάνιοι πέρασαν στα Ρεθεμνιώτικα. Ο Δασκαλογιάννης έφτασε στη Μαλάξα και με το ναυτικό κανοκιάλι ερευνούσε το κρητικό πέλαγος για να ανακαλύψει τα ρούσικα καράβια που περίμενε. Λίγες μέρες πριν είχε απαντήσει με ένα «Μολών Λαβέ» στους απεσταλμένους των Τούρκων, ιερωμένους, που έφερναν πρόταση συνδιαλλαγής: «Κατ’ ουδένα τρόπον ησυχάζομεν!».

Όμως τελευταία στιγμή ο Αλέξιος Ορλόφ με το ρώσικο στόλο, αντί να πλεύσει προς τα Χανιά, όπως είχε υποσχεθεί με την επιστολή προς τον Δασκαλογιάννη, έπλευσε προς τον Τσεσμέ όπου και συμμάχησε με τον τούρκικο στόλο και του δόθηκε ο τίτλος «Τσεσμενεσκη», δηλαδή νικητής του Τσεσμέ. Η κίνηση αυτή, έμεινε στην ιστορία σαν «Ορλωφικά» κι απέδειξε ότι οι Έλληνες χρησιμοποιήθηκαν σαν αντιπερισπασμός της Ρωσίας απέναντι της Τουρκίας, καθώς με τη συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή οι ρωσικές δυνάμεις αποχώρησαν εγκαταλείποντας τους Έλληνες.

Ο Δασκαλογιάννης βλέπει τα σχέδια του να καταρρέουν μετά την εγκατάλειψη των Ρώσων, εν τούτοις δεν εγκαταλείπει τον αγώνα. Δεν υποκύπτει. Συνεχίζει έστω κι αν αρχίζει να χάνεται κάθε ίχνος ελπίδας.

Ο σουλτάνος είχε πληροφορηθεί από τις 10 Απριλίου τις κινητοποιήσεις του Δασκαλογιάννη. Αλλά δεν ήθελε να κινηθεί χωρίς να εξακριβώσει τις πληροφορίες. Στις 7 Μαΐου του 1770 έφτασε στο Μεγάλο Κάστρο αυτοκρατορικό φιρμάνι που όριζε: «Αν εξακριβώσητε ότι πράγματι ούτοι (οι Σφακιανοί) τυγχάνουσι επαναστάτες και στασιαστές, ενισχύουν δε τους εχθρούς της πίστεως και προβαίνουν εις πράξεις ανατρεπτικάς… τότε πάντες υμείς εν ομοφωνία εκστρατεύσατε εναντίον τους και προβήτε εις την σφαγήν και τον αφανισμόν αυτών…».

Στο μεταξύ οι επαναστάτες εξόντωναν τους Τουρκοκρητικούς του κάμπου και τις φρουρές των μικρών πύργων.
Κατά τα τουρκικά αρχεία, στις 28 Μαΐου ο αρχηγός του στρατού που είχε εντολή να χτυπήσει τους επαναστάτες αναφέρει ότι οι προσπάθειές του να ησυχάσει τους Σφακιανούς απέτυχαν. Ο ηγούμενος του Πρέβελη και ο επίσκοπος Αρκαδίας (Μεσαράς) που έστειλε για συμφωνίες εκδιώχθηκαν από τον Δασκαλογιάννη. Οι μάχες με τον στρατό που συγκεντρώθηκε στις Βρύσες άρχισαν τις ύστερες μέρες του Μαΐου.

Οι τουρκικές δυνάμεις χτυπούσαν τα Σφακιά από δυο μέρη. Από την ανατολική διάβαση, περιοχή Τσιλίβδικα – Καλλικράτης. Και, κατά μέτωπον, από την Κράπη προς Ξυλόδεμα. Οι συγκρούσεις συνεχίζονταν νύχτα και μέρα και το αίμα πλημμύριζε τα αυχμηρά βουνά και το ιστορικό λαγκάδι του Κατρέ. Οι πρώτοι νεκροί όμως δεν ήταν ούτε Τούρκοι, ούτε επαναστάτες. Ήταν Χριστιανοί άμαχοι που οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν για μεταφορείς, -σακουλιέρηδες- και τους έστηναν μπροστά από τα δικά τους τμήματα για να δεχθούν πρώτοι τα πυρά των επαναστατών.

Η ύστατη μάχη
Η υπεροχή των Τούρκων σε αριθμό και η απουσία βοήθειας ανάγκασαν τον Δασκαλογιάννη να αναδιπλωθεί στα βουνά και τα περάσματα. Ο αρχηγός, απογοητευμένος από την απατηλή στάση των Ρώσων, συγκέντρωσε όλα τα τμήματα στις πύλες των Σφακιών.

Παρά την τεράστια αριθμητική υπεροχή του εχθρού, δίνει φονικότατη μάχη στα στενά της Νίμπρου που κρατά δύο ολόκληρες μέρες. Ο σκοπός του δεν είναι φυσικά να εμποδίσει τη προέλαση του εχθρού αλλά να την καθυστερήσει, για να δοθεί καιρός στα γυναικόπαιδα να επιβιβασθούν στα καράβια, μια και δεν υπήρχε πια άλλη σωτηρία.

Ο Τούρκος σερασκέρης αναφέρει γραπτώς στον πασά του Μεγάλου Κάστρου την 20ή του μηνός Σαφέρ, 1184, δηλαδή την 6η Ιουνίου 1770 ότι «ο στρατός έφθασε εις την επαρχίαν Σφακίων» και επετέθη «κατά των ληστών» με τηλεβόλα, τουφέκια και λοιπά πολεμικά όργανα (;) κατασφάζων και εξολοθρεύων αυτούς».

Ο αγώνας ήταν σκληρός και άνισος. Αλλά ο τόπος ευνοούσε τους επαναστάτες. Οι Τούρκοι έπρεπε να περάσουν από φαράγγια και άνυδρα βουνά. Οι Σφακιανοί τους περίμεναν παντού, τους αιφνιδίαζαν, κυλούσαν ακόμη και βράχους από τις πλαγιές και τους αποδεκάτιζαν. Οι στρατιώτες που προχωρούσαν συντεταγμένοι μαζί με τα υποζύγια δεν μπορούσαν να αμυνθούν σ’ αυτή την πρωτοφανή μορφή πολέμου.

Οι μέρες περνούσαν. Δίψα και ζέστη βασάνιζε τους εισβολείς. Οι Σφακιανοί έδιδαν και μάχες «εκ παρατάξεως» στην είσοδο κάθε χωριού. Οι Τούρκοι περνούσαν αφήνοντας εκατοντάδες νεκρούς στα λαγκοπεράματα και στα ποροφάραγγα.

Οι Τούρκοι πληροφορούνται ότι τα γυναικόπαιδα έχουν σκοπό να επιβιβασθούν στα καράβια για να δραπετεύσουν κι αμέσως 6000 στρατός καταφθάνει στην Ανώπολη για να τα εμποδίσει. Εφτακόσιοι ως οχτακόσιοι Σφακιανοί που βρίσκονται στην περιοχή τρέχουν για να τα προστατεύσουν. Πάνω από το Λουτρό γίνεται άγρια μάχη στήθος με στήθος, με το μαχαίρι, γιατί με τα όπλα υπήρχε κίνδυνος να κτυπήσουν τα γυναικόπαιδα.
Από τους 700-800 άνδρες του Δασκαλογιάννη, έχουν σκοτωθεί οι 300 όμως και οι Τούρκοι πλήρωσαν με τίμημα 1000 νεκρούς, αλλά μπαίνουν στο τέλος στην Ανώπολη. Άρχισε άγρια σφαγή. Άνδρες και γυναίκες πολεμούν απεγνωσμένα ώσπου σκοτώθηκαν όλοι και όλες. Μόνο εκατό γυναικόπαιδα που αιχμαλώτισαν οι Τούρκοι επέζησαν από τούτο το άγριο μακελειό. Οι Τούρκοι απο εκεί και μετά συνέχιζαν το εξοντωτικό τους έργο, κόβοντας δέντρα, ξεριζώνοντας αμπέλια. Όσους άνδρες συλλάμβαναν τους έσφαζαν επί τόπου, ενώ τις άσχημες γυναίκες, τα παιδιά και τους γέρους τους έριχναν σε γκρεμούς για να διασκεδάσουν.

Στη διάρκεια τούτης της φονικής μάχης ο Δασκαλογιάννης είχε στείλει τη γυναίκα του μαζί με τις δύο μεγάλες του κόρες, τη Μαρία και την Ανθούσα, στο Λουτρό για να μπουν στο καράβι του. Όμως στο δρόμο τραυματίστηκε η Σγουρομαλλίνη και οι κόρες της νομίζοντας ότι σκοτώθηκε τρέχουν απελπισμένες, χωρίς να ξέρουν που πηγαίνουν, με αποτέλεσμα να πέσουν στα χέρια των Τούρκων που όταν έμαθαν ότι είναι κόρες του αρχηγού τις παρέδωσαν στο σερασκέρη.

Ο Δασκαλογιάννης εν τω μεταξύ κατεβαίνει στο Λουτρό, μαθαίνει το χαμό των παιδιών του, βλέπει τη γενική καταστροφή και στη απελπισία του πάνω αποφασίζει να παραδοθεί στον πασά. Οι άλλοι αρχηγοί όμως δεν τον αφήνουν να πραγματοποιήσει τη σκέψη του.
Ο πασάς του έστειλε επιστολή παρακαλώντας τον να παραδοθεί και με την υπόσχεση οτι αν κάνει αυτό που του έλεγε όχι μόνο δεν θα βλάψει τα Σφακιά αλλά θα φύγει αμέσως απο εκεί. Ο Δασκαλογιάννης συγκαλεί γενική συνέλευση στα Κρούσια για να τους ανακοινώσει την πρόταση, όμως η συνέλευση αποφασίζει ομόφωνα ότι θα συνεχίσει τον αγώνα και απαντούν στο πασά οτι δεν θα παραδοθούν ποτέ. Και η τελευταία πράξη του αιματηρού δράματος παίζεται στο φαράγγι της Αράδαινας, ένα από τα πιο ωραία και επιβλητικά φαράγγια των Λευκών Ορέων με κατακόρυφες πλευρές εκατοντάδων μέτρων.

Οι Τούρκοι μαζεύτηκαν χαμηλά και στρατοπέδευσαν στο Φραγκοκάστελλο όπου υπάρχει νερό γιατί οι Σφακιανοί δηλητηρίασαν όλα τα πηγάδια της περιοχής. Και από κει με επιδρομές και ενέδρες προσπαθούσαν να συλλάβουν τον Δασκαλογιάννη. Η εντολή του πασά ήταν ρητή: Να συλληφθεί ζωντανός ο αρχηγός. Αλλιώς ο στρατός, παρά τις απώλειες και τις δαπάνες, δεν θα έφευγε από τα Σφακιά.

Αλλά και οι Σφακιανοί βρίσκονταν σε τραγική θέση. Όλα τα χωριά καμένα. Τα κοπάδια, τα σπίτια, οι σοδειές λεηλατημένες. Και έφταναν οι ψυχρές μέρες του Φθινοπώρου. Σε λίγο θα κατέβαιναν χιόνια στα βουνά. Οι θάλασσες θα αγρίευαν. Τα γυναικόπαιδα θα αφανίζονταν. Μέσα σ’ αυτό το τρομερό κλίμα, ο Δασκαλογιάννης αποφάσισε να δεχθεί τις επίμονες προτάσεις των πασάδων. Οι κήρυκες κραύγαζαν κάθε μέρα:
«Αν παραδοθεί ο Δασκαλογιάννης, εμείς θα φύγουμε από τα Σφακιά και θα χορηγήσουμε γενική αμνηστία. Ο Δασκαλογιάννης θα κρατηθεί για ένα διάστημα σαν εγγύηση ότι δεν θα συνεχισθεί η επανάσταση!»

Παρά την φυσική κάλυψη του γνώριμου τόπου, η νίκη ήταν αδύνατη για τους Σφακιανούς. Γρήγορα οι Τούρκοι τους περικυκλώνουν και όσοι επέζησαν αναγκάστηκαν να διασκορπιστούν στα όρη, για να σωθεί ο καθένας όπως μπορούσε. Μερικοί τότε έφυγαν από τη Κρήτη και δεν ξαναγύρισαν ποτέ πια. Όσοι παρέμειναν κατέβαιναν σαν αετοί τη νύκτα, από τις κορυφές των βουνών στα τουρκοχώρια των γύρω επαρχιών, σκοτώνοντας όσους αγάδες συναντούσαν και άρπαζαν ότι έβρισκαν για να θρέψουν τα πεινασμένα παιδιά τους. Οι αγάδες δεν τολμούσαν να βγουν από τα σπίτια τους και παρά τη νίκη τους ήταν τρομοκρατημένοι. Κι ο πασάς δεν ήθελε να αφήσει τα Σφακιά, ρημαγμένα αλλά ακόμη ανυπότακτα, αφού κανένας δεν «εμούτισε», δεν εδήλωσε υποταγή.

Για να ενθαρρύνει το Δασκαλογιάννη να παραδοθεί, του στέλνει κι άλλο γράμμα, σε ήπιο τόνο όμως τούτη τη φορά:

Σαν έρθεις να μιλήσωμε και σαν ανταμωθούμε, ούλα θε να συμπαθηστούν και φίλοι θα γενούμε.
Κι εκείνος, κάτω από το βάρος της ευθύνης για τέτοια πρωτοφανή καταστροφή, έστω και αν η πρόθεσή του δεν ήταν καμιά άλλη πέρα από τη επιθυμία να ελευθερώσει τον τόπο του από το ζυγό των τυράννων, θεωρεί τον εαυτό του σαν κύριο υπεύθυνο και αποφασίζει να παραδοθεί, νομίζοντας ότι έτσι θα εξιλεωθεί.
Ο πασάς τον δέχεται, του παρουσιάζει τη κόρη του Μαρία για να τον ευχαριστήσει και μετά άρχισε να τον ανακρίνει. Κάτω από τέτοιες συνθήκες τον αναγκάζει, σαν εκπρόσωπο και αρχηγό της επαρχίας του, να στείλει επιστολή που έλεγε τα εξής:

Προς τους καπεταναίους των Σφακίων.
Με το γενικό αρχηγό σας τον οποίο θεωρώ φίλο και όχι αιχμάλωτο έδωσα τις ακόλουθες συμφωνίες που πρέπει να παραδεχτείτε όλοι, αλλιώς θα σας καταστρέψομε εντελώς.
Πρώτον: Ο αρχηγός Δασκαλογιάννης δεν θα επιστρέψει στα Σφακιά αλλά θα παραμείνει μαζί μας, για τρία χρόνια, με την περιποίηση φυσικά που απαιτεί η θέση του.
Δεύτερον: Πρέπει να δηλώσουν οι Σφακιανοί εγγράφως ότι αναγνωρίζουν την τούρκικη κυβέρνηση της Κρήτης.
Τρίτον: Οι Σφακιανοί θα εξακολουθούν να έχουν τα όπλα τους, θα διοικούνται σύμφωνα με τα έθιμά τους, και θα πληρώνουν κάθε χρόνο 5000 γρόσια.
Την επιστολή με τη συμφωνία του Δασκαλογιάννη και του πασά μεταφέρουν δυο χριστιανοί στου Ασκύφου όπου ήταν συγκεντρωμένα τα υπολείμματα των Σφακιανών. Αφού δεν υπήρχαν περιθώρια επιλογής, γίνεται αποδεκτή από όλους και γράφουν στο πασά:

Δεχόμαστε τη συμφωνία του αρχηγού μας με τον εξοχότατο βεζίρη της Κρήτης, αναγνωρίζουμε την Τούρκικη κυβέρνηση, υποσχόμεθα να πληρώνουμε 5000 γρόσια και εμπιστευόμαστε τη ζωή του αρχηγού μας στην τιμιότητα του εξοχότατου βεζίρη.
Η τελευταία πράξη του δράματος
Την απάντηση αυτή την έστειλαν την ίδια μέρα στον πασά με 500 πρόβατα δώρο, εβδομήντα πέντε οπλαρχηγοί, ο πρωτόπαπας κι άλλοι έξη παπάδες. Βασιζόμενοι στις «συμφωνίες» του Χασάν πασά, νόμισαν πως μπορούσαν ακίνδυνα να παρουσιαστούν σ’ αυτόν αφού είχαν δηλώσει την υποταγή τους.
Τούτο ακριβώς περίμενε και εκείνος. Αφού διέταξε και τους συνέλαβαν αμέσως, τους παίρνει μαζί του στο Ηράκλειο για να κοσμήσουν το θρίαμβο του. Μετά τους φέρνει στις φυλακές του Κούλε όπου μερικούς κρέμασε αμέσως και μερικοί πέθαναν από τα βασανιστήρια. Όσοι έζησαν δεν κατόρθωσαν να δραπετεύσουν παρά μετά απο χρόνια.
Τον Δασκαλογιάννη και την κόρη του τους κράτησε στο σεράγιο του ο πασάς γιατί ήθελε να τους χρησιμοποιήσει σαν δόλωμα μήπως και καταφέρει να συλλάβει και τους άλλους τρεις αδελφούς του που είχαν προλάβει να καταφύγουν στα Κύθηρα. Όμως λίγο καιρό μετά αφού είδε ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να καταφέρει τούτη τη σύλληψη, αποφάσισε να προχωρήσει στην εκτέλεση του αρχικού σχεδίου του. Δηλαδή, να παραδώσει το Δασκαλογιάννη στο μαινόμενο πλήθος για να τον εκτελέσουν.

Έτσι, 17 Ιουνίου, ημέρα Παρασκευή, αργία των Μουσουλμάνων, για να μπορούν να παραβρεθούν στο μαρτύριο του ήρωα, ο Δασκαλογιάννης παραδόθηκε στους δήμιούς του.
Οι Τούρκοι του Μεγάλου Κάστρου που με ιδιαίτερη ευχαρίστηση παρακολουθούσαν πάντα τις εκτελέσεις των Χριστιανών, είχαν συγκεντρωθεί στον τόπο του μαρτυρίου του.

Το μαρτύριο του Δασκαλογιάννη
Στις 17 Ιουνίου 1771 το πρωί, ο πασάς φώναξε ένα βάρβαρο γενίτσαρο, ειδικό στους βασανισμούς, και του παράδωσε τον Δάσκαλο.
- Θέλω το θάνατο σκληρό και στη μεγάλη πλατεία.
Ο «ειδικός» κάλεσε σε σύσκεψη την παρέα του και βρήκαν τον τρόπο που θα σκότωναν τον Δάσκαλο. Τον έσυραν στους δρόμους. Μαζεύτηκαν τα μπουλούκια απ’ όλες τις γειτονιές. Άκουσαν οι Χριστιανοί τη βοή να σηκώνεται από τις τέσσερις άκρες της πολιτείας και μαντάλωσαν τα σπίτια τους. Οι φονιάδες ξεκίνησαν για την πλατεία της ανατολικής πύλης του Μεγάλου Κάστρου. Ακ Μεϊτάν την έλεγαν οι Τούρκοι.
Μπροστά έσερναν τον μελλοθάνατο και πίσω ακολουθούσαν άγριοι και πολεμικοί, οι ηρωικοί γενίτσαροι, έτοιμοι να δείξουν την ανδρεία τους πάνω στον δεμένο Δασκαλογιάννη. Ήρθαν μαραγκοί, έμπηξαν τέσσερις πασσάλους στο χώμα, κάρφωσαν σανίδες κι έκαναν ένα κάθισμα ψηλό.

- Γιάε που θα σε κάτσω, Δάσκαλε. Στο θρόνο, σαν το μητροπολίτη, έλεγε ο δήμιος.

Ο Δάσκαλος άκουε και δε μιλούσε. Είχε το κεφάλι ίσιο όσο γινόταν. Κείνη την ώρα, στην πλατεία του Μεγάλου Κάστρου, ένιωθε πως κρινόταν η Κρήτη στο πρόσωπό του κι έκανε κουράγιο κι έσφιγγε τα δόντια του να μην την προσβάλει. Με τον φριχτό θάνατο που του ετοίμαζαν οι Τούρκοι, λογάριαζαν πως θα γελοιοποιούσαν τον πρώτο επαναστάτη της Κρήτης. Αυτό το καταλάβαινε ο Δάσκαλος. Και μάζευε τη δύναμή του να δώσει την ύστερη μάχη.

Όταν τέλειωσε ο «θρόνος» τον σήκωσαν και τον κάθισαν επάνω. Του ’δεσαν χέρια και πόδια. Του ’δεσαν και το κορμί γερά να μη μπορεί να κινηθεί! Και σάλπισαν.

Τότε ήρθε ένας γενίτσαρος με ξυράφι στο χέρι. Ανέβηκε στον «θρόνο», άρπαξε τον μάρτυρα απ’ τα μαλλιά και άρχισε να τον γδέρνει σιγά-σιγά, μαστορικά, σαν να τον ξύριζε. Έκοβε λουρίδες από το κεφάλι μέχρι το στήθος κι ύστερα άλλες προς την ωμοπλάτη. Φρίκιασε ο όχλος να δει τέτοιο θέαμα. Πήδηξαν τα αίματα και γέμισαν τα χέρια των δημίων. Ο «ειδικός» έπαιρνε τις λουρίδες και τις πετούσε πάνω στο πλήθος:
- Τζάμπα πετσί για τα στιβάνια σας!

Μπροστά του έβαλαν ένα καθρέπτη για να μεγαλώσουν την οδύνη του. Έπειτα έφεραν δεμένο τον αδερφό του, Χατζή Σγουρομάλλη και όταν είδε ο ένας τον άλλο,«εμουγκαλίσθησαν ως βόες δις και τρις» κατά την έκφραση του ιστορικού. Από τη στιγμή αυτή ο Σγουρομάλλης τρελάθηκε.

Εκείνο, όμως, που περίμεναν οι Τούρκοι αξιωματούχοι, δεν έγινε. Μάταια λογάριαζαν πως ο Δάσκαλος θα ούρλιαζε, θα ’κλαιγε, θα γύρευε έλεος. Εκείνος πάλευε σαν άντρας περήφανος με τους φοβερούς πόνους. Κάθε φορά που το ξυράφι έκοβε το κορμί του, ακουγόταν ένα πνιχτό μουγκρητό. Τίποτε άλλο.

Ο όχλος εκνευρίστηκε από την αντοχή του. Ένιωθαν πως τούτος ο γκιαούρης περιφρονούσε τον θάνατο και τους δημίους του, κέρδιζε μια κρατερή μάχη μέσα στην καρδιά του Μεγάλου Κάστρου και αποθηριώθηκαν. Ύβρισαν τον Χριστό και τους Κρητικούς και απείλησαν γενική σφαγή για μια στιγμή.
Ένας Τούρκος, ο Χασάν Μαράζης, διηγήθηκε σε βαθιά γεράματα, την εντύπωση που του ’κανε ο ηρωικός θάνατος του Δασκάλου. Ήταν τότε νέος και φανατικός. Έβλεπε τον καπετάνιο να παλεύει συγκρατημένος με τα βασανιστήρια και τρόμαξε: «Αυτός δεν ήταν άνθρωπος, μα την πίστη μου».

Οι δήμιοι, όμως, συνέχισαν και μετά τον θάνατό του να κόβουν το δέρμα του νεκρού και να το πετούν στον όχλο.
Για να πιστέψουν πως πέθανε τον άφησαν πάνω στα ξύλα, δυο μέρες, να τον σαπίσει ο καλοκαιρινός ήλιος. Ύστερα έβαλαν δυο ραγιάδες και τον έθαψαν σ’ ένα λάκκο, μια δεκαριά βήματα νοτιοανατολικά από τη γωνία της Ακ-Τάμπιας. Εκεί σκέπασε το λείψανό του το χώμα του Κάστρου κι η λησμονιά.

Η είδηση του μαρτυρικού θανάτου του Δασκαλογιάννη συγκλόνισε τα Σφακιά. Οι καπετάνιοι, που έμειναν με το τουφέκι στα χέρια πάνω στα ερείπια, ορκίστηκαν εκδίκηση.
Συνέχισαν τις επιδρομές κατά των αγάδων και τρία χρόνια αργότερα εξόντωσαν και τον πανίσχυρο Αληδάκη και τις εκατοντάδες των ανθρώπων του πυρπολώντας τον πύργο του και καταστρέφοντας τα υποστατικά του.

Πληροφορίες για τον τόπο του μαρτυρίου
Οι γνώμες των ιστορικών διχάζονται. Ο Παπαδοπετράκης, ο πλησιέστερος προς τα γεγονότα και πρώτος και κυριότερος ιστορικός της επανάστασης του 1770, ο οποίος γράφει ότι παρέλαβε από τον Ιωάννη Πωλιουδάκη ανέκδοτα έγγραφα σχετικά με την επανάσταση, αναφέρει ότι η εκτέλεση έγινε «εις την πλατείαν, την ούσαν προς την ανατολικής πύλην του Ηρακλείου τουρκιστήν ονομαζόμενην Ατ-Μεϊντάν».
Η ανατολική πύλη ήταν η πύλη του Αγίου Γεωργίου ή Λαζαρέτο, στη νότια πλευρά της σημερινής πλατείας Ελευθερίας.

Ο Μουρέλλος αναφέρει ότι η εξέδρα στήθηκε κάτω από ένα πλάτανο της πλατείας, ο Ψιλάκης αντιγράφει τον Παπαδοπετράκη και ο Κριαρής δεν αναφέρει καθόλου τον τόπο του μαρτυρίου, Πιθανόν πάντως να υπάρχουν πάνω σε αυτό περισσότερες πληροφορίες στους κώδικες του Τούρκικου Αρχείου Ηρακλείου που η έρευνα τους θα φωτίσει όχι μόνο αυτό το περιστατικό, αλλά και πολλές άλλες σελίδες στην αιματόβρεκτη ιστορία του νησιού κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.

Όσο για τον τόπο ταφής, ο Παπαδοπετράκης αναφέρει ότι ο «υπερογδοηκοντούτης» Τούρκος Χασάν Μαράζης που παραβρέθηκε στην εκδορά, διηγήθηκε τη σκηνή στον Ιωάννη Πωλιουδάκη το 1838 και του έδειξε τον τόπο που τον έθαψαν. Τον έθαψαν σε ένα λάκκο νοτιοανατολικά της Ακ Ταμπιάς. Δηλαδή στην περιοχή που βρισκόταν το μαιευτήριο «Μητέρα».
+Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα σοι.
pan
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 736
Εγγραφή: Πέμ Αύγ 11, 2005 5:00 am

Re: Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από pan »

Εικόνα



Ο Κωνσταντίνος Κανάρης (Ψαρά 1793 ή 1795 – Αθήνα 2 Σεπτεμβρίου 1877) ήταν σημαντική μορφή του ναυτικού αγώνα κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και μετέπειτα ναύαρχος και πολιτικός, πρωθυπουργός της Ελλάδας κατά τα έτη 1864-65 και 1877.
O Κωνσταντίνος Κανάρης (1790 ή 1793 – 1877) είναι σημαντική μορφή του ναυτικού αγώνα κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και μετέπειτα ναύαρχος, υπουργός και πρωθυπουργός της Ελλάδας κατά τα έτη 1864-65 και 1877. Το επώνυμο Κανάρης μάλλον είναι Ψαριανός παράτιτλος (= Ψαριανό παρατσούκλι) και όχι το γνήσιο όπως θα δούμε. Το πραγματικό όνομα του Κανάρη ήταν Κωνσταντής Νικολάου Σπηλιωτέας. Η ετυμολογία του ονόματός του κατά μίαν άποψη προέρχεται από το καρνάγιο (ιταλικά carenaggio = ναυπηγείο). Αρχικά από το Καρνάγιος έγινε Κανάριος και τελικά Κανάρης. Με την ίδια μέθοδο, στα Ψαρά «μετωνομάσθη ο γνωστός πυρπολητής Ιωάννης Δημουλίτσας εις Πατατούκον».(Δημήτριος Γατόπουλος, 1937). Υπάρχει και δεύτερη εκδοχή. Κατά το ημερολόγιο του γιού του πυρπολητή Αριστείδη Κ. Κανάρη που σκοτώθηκε στην Αθήνα στην οδό Ηρώδου του Αττικού Η τρίτη εκδοχή του Γρηγορίου Κομπίλα είναι να προέρχεται το επώνυμο από το «Καναρίνι», λόγω του μειλίχιου χαρακτήρος του. Από την μελέτη των ημερολογίων της οικογένειας Κανάρη, «διευκρινίζεται ότι η νεοελληνική οικογένεια Κανάρη υπήρξε συνέχεια της παλαιοελληνικής οικογενείας Σπηλιωτέα, κλάδου της οποίας τα μέλη, τιτλούχοι των Βενετών και Γενουησίων αρχόντων απαντώνται εν δράσει περί το 1200 μΧ… Πάντως ως προπάππος του πυρπολητού Κ. Κανάρη φέρεται ο Νικόλαος Σπηλιωτέας, παππούς του ο Θεμιστοκλής και πατέρας του ο Νικόλαος Σπηλιωτέας».

Ως προς τις χρονολογίες γεννήσεως, θανάτου και τον τόπο γεννήσεως του Κανάρη, υφίστανται σημαντικές διαφορές, οφειλόμενες καθαρά σε έλλειψη νεότερης πληροφόρησης αλλά και σε μια κακώς εννοούμενη τοπικιστική προπαγάνδα των Ψαριανών. Η εγκυκλοπαίδεια “Δομή” γράφει ότι «ο Κανάρης γεννήθηκε στα Ψαρά το 1793 και πέθανε στην Αθήνα το 1877». Η δικτυακή εγκυκλοπαίδεια Wikipedia γράφει ότι «ο Κανάρης γεννήθηκε στα Ψαρά το 1793-1795 και πέθανε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεμβρίου 1877». Η πολύ προσεγμένη έκδοση «Κανάρης ο Μπουρλοτιέρης του Αιγαίου», εκδόσεις Στρατίκη 1998 γράφει «ο Κανάρης γεννήθηκε στα Ψαρά το 1790 και πέθανε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεμβρίου 1877». Η εγκυκλοπαίδεια “Υδρία”, τόμος 30, σελίδα 358-361 γράφει «Ο Κανάρης γεννήθηκε γύρω στό 1790 στην Πάργα της Ηπείρου και πέθανε τιμημένος στις 2 Σεπτεμβρίου 1877». Το Εγκυκλοπαιδικό λεξικό “Ήλιος”, τόμος ΙΑ, σελίδα 271 γράφει «Οι Κανάρηδες ή Κανάργιοι, ή Κανάριοι όπου γής και αν κατοικούσαν, φέρονται Ηπειρώται εκ Πάργας». Το ίδιο γράφει και η εγκυκλοπαίδεια “Υδρία” ότι «εκεί στην Πάργα έζησε ο Κανάρης την παιδική του ηλικία μέχρι 15 ετών». Ο Γεώργιος Βρέλλης γράφει: «Και το συμπέρασμα. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης είναι Παργινός, είναι Ηπειρώτης. Γεννήθηκε στην Πάργα το 1790 και ανδρώθηκε στα Ψαρά από τα 15 του χρόνια, προεπαναστατικά. Νομίζουμε πως χρειάζεται και λίγος σεβασμός από τους σφετεριστές, που το ολοκαύτωμα των προγόνων τους (= καταστροφή των Ψαρών) τους αναγνωρίζουμε όλοι μας!» O ίδιος ο Κωνσταντίνος Κανάρης στα απομνημονεύματα του αναφέρει ‘«τώρα περνάμε από τη γενέτειρά μου την Πάργα».’ Είναι βέβαιο, με βάση τη μαρτυρία του Γρηγορίου Κομπίλα ότι «…την 1ην Αυγούστου του έτους 1963 ο δήμος Πάργας επί δημαρχίας Αλέξανδρου Μπάγκα, οργάνωσεν εορταστικάς εκδηλώσεις επί τη συμπληρώσει 100 ετίας από της επισκέψεως του Κωνσταντίνου Κανάρη εις την γενέτειραν αυτού Πατρίδα (1863-1963) διά της τελέσεως των αποκαλυπτηρίων της προτομής του…».[6] Ο ιστορικός Δημήτριος Γατόπουλος (1891-1956) από την Πάτρα, είχε την τύχη να του παραδοθούν τα οικογενειακά αρχεία της οικογένειας Κανάρη, τα οποία μελέτησε αι δημοσίευσε ιστορική μελέτη στην εφημερίδα Εστία των Αθηνών της 14ης Ιουλίου 1937. Στα οικογενειακά αυτά αρχεία περιλαμβάνεται και το μυστικό ημερολόγιο του Κωνσταντίνου Κανάρη το οποίο «άνοιξε» ο δισέγγονός του Συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Θεμ. Κανάρης. Εκεί γράφει «…λέγομεν δε, επειδή εξ αυτού του προσωπικού ημερολογίου προκύπτει, ότι ο Κωνσταντίνος Κανάρης δεν είχε γεννηθεί στα Ψαρά, αλλ’ εις την Πάργαν της Ηπείρου κατά μήνα Σεπτέμβριον του 1790 και εγκαταστάθη μόνον κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους εις το νησί των Ψαρών».
Η ανατίναξη της τούρκικης ναυαρχίδας

Τον Ιούνιο του 1822, αφού ο ελληνικός στόλος δεν κατάφερε να σώσει τη Χίο από τις τρομερές τουρκικές σφαγές, ο Κανάρης ανέλαβε να βάλει μπουρλότο στη ναυαρχίδα του Καπετάν Πασά Καρά Αλή, την επικεφαλής του στόλου που έκαψε το νησί. Την επιχείρηση θα εκτελούσαν τα πυρπολικά του Κανάρη και του Πιπίνου. Στο εγχείρημα βοήθησαν δύο παράγοντες: αφενός ότι η νύχτα ήταν πολύ σκοτεινή καθώς δεν είχε φεγγάρι και αφετέρου ότι στο κατάφωτο κατάστρωμα της ναυαρχίδας οι Τούρκοι, κάπου δυό χιλιάδες, γιόρταζαν το Μπαϊράμι κι έτσι τα μέτρα φρούρησης ήταν ελλιπή. Η φωτιά απ’ το μπουρλότο μεταδόθηκε ταχύτατα στο καράβι. Πριν προλάβουν να απομακρυνθούν απ’ αυτό οι πρώτες σωστικές λέμβοι, η φωτιά έφτασε στην πυριτιδαποθήκη, η οποία ανατινάχθηκε. Ως αποτέλεσμα τα θύματα ήταν πάρα πολλά. Μεταξύ αυτών ο ναύαρχος Καρά Αλής, αξιωματικοί του και πολλοί ναύτες. Το πυρπολικό του Πιπίνου προσέγγισε την υποναυαρχίδα αλλά δεν κατάφερε να την καταστρέψει. Της προκάλεσε όμως αρκετές ζημιές.

Η ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας υπήρξε ένα από τα χαρακτηριστικότερα γεγονότα του κατά θάλασσαν αγώνα, έκανε δε πολύ μεγάλη εντύπωση στην Ευρώπη. Χρησιμοποιώντας σημερινή ορολογία, θα λέγαμε ότι βοήθησε επικοινωνιακά πολύ την Επανάσταση. Τόσο μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων όσο και μεταξύ των Ευρωπαίων, ο Κανάρης πλέον ήταν ήρωας.
Η δράση του βεβαίως συνεχίσθηκε. Ο Κακλαμάν Πασάς Μεχμέτ τοποθετήθηκε νέος ναύαρχος στη θέση του Καρά Αλή. Τον Οκτώβριο του 1822 βγήκε με το στόλο του στο Αιγαίο για να ανεφοδιάσει τα τουρκικά φρούρια στην Πελοπόννησο και να καταστείλει την Επανάσταση στα νησιά. Αγκυροβόλησε στην Τένεδο. Αλλά στις 29 Οκτωβρίου 1822, ο Κανάρης, συνοδευόμενος από το Βρατσάνο, διείσδυσε ανάμεσα στον τουρκικό στόλο. Μηn μπορώντας να προσεγγίσει το πλοίο του ναυάρχου, την καπουδάνα, πλησίασε την αντιναυαρχίδα Ριάλα-Γεμισσί και την πυρπόλησε. Έχασαν τη ζωή τους οκτακόσια μέλη του πληρώματος, Τούρκοι αλλά και Χριστιανοί ναύτες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στόλο. Ο Κακλαμάν Πασάς Μεχμέτ σήκωσε άγκυρα και κατέφυγε με τη βοήθεια ούριου ανέμου, στο Τσανάκ-Καλεσί, στα Δαρδανέλλια.
Τον επόμενο χρόνο, ο Κανάρης πραγματοποίησε επιθέσεις στα μικρασιατικά παράλια, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία. Δεν μπόρεσε, επίσης, να κάνει τίποτε όταν το 1824 ο Χοσρέφ-Μεχμέτ Πασάς κατέστρεψε τα Ψαρά. Όμως, τον Αύγουστο του 1824 πυρπόλησε μια μεγάλη φρεγάτα του Χοσρέφ στη Σάμο και μια κορβέττα στη Μυτιλήνη. Η έλλειψη πόρων, ωστόσο, αποσυντόνισε το ναυτικό των Ελλήνων. Οι ναύτες έπαιρναν τα πλοία, σήκωναν όποια σημαία ήθελαν και επιδίδονταν στην πειρατεία. O Κανάρης κατάφερνε να επιβάλλει την πειθαρχία στα δικά του πληρώματα. Αλλά κι αυτός μέσα σ’ αυτό το καθεστώς αναρχίας παραλίγο να σκοτωθεί το 1825 στην Αίγινα, την εποχή που η Μπουμπουλίνα έχανε τη ζωή της στις Σπέτσες κατά τη διάρκεια μιας οικογενειακής διαμάχης.
Ο Κανάρης εισηγήθηκε στη Διοίκηση ένα παράτολμο εγχείρημα. Ο Μωχάμετ Άλη είχε συγκεντρώσει στην Αλεξάνδρεια περίπου εξήντα μεγάλα πολεμικά και τριπλάσια φορτηγά πλοία. Μ’ αυτά προετοιμαζόταν το καλοκαίρι του 1825 να στείλει στρατό στην επαναστατημένη Ελλάδα (ο οποίος στρατός χρησιμοποιήθηκε αργότερα στην άλωση του Μεσολογγίου). Το σχέδιο του Κανάρη προέβλεπε να πάνε κάποια ελληνικά πλοία στην Αλεξάνδρεια και να κάψουν τον αιγυπτιακό στόλο. Έτσι θα σταματούσε και το λαθρεμπόριο που έκαναν Γάλλοι, φίλοι του Μωχάμετ Άλη, σε βάρος του ελληνικού αγώνα. Το σχέδιο εγκρίθηκε και η αρχηγία του ελληνικού στόλου ανατέθηκε στον πλοίαρχο Μανόλη Τομπάζη.
Στις 10 Αυγούστου 1825, ο Τομπάζης κι ο Κριεζής, μαζί με τα πυρπολικά του Μιαούλη, του Μπούτη και του Κανάρη, έφθασαν έξω από την Αλεξάνδρεια. Την έκτη εσπερινή ώρα που έφθασαν προ της Αλεξάνδρειας, έπλεε μεν ούριος άνεμος αλλά για να μπουν μέσα στο λιμάνι χρειάζονταν κάποιον πιλότο επειδή υπήρχαν πολλοί ύφαλοι.
Κανάρης θεώρησε ότι έπρεπε να επιτεθεί άμεσα γιατί ήταν τέτοια η διάταξη των αιγυπτιακών πλοίων που, με τον άνεμο ο οποίος φυσούσε, θα υφίσταντο πανωλεθρία σε μια επίθεση με πυρπολικά. Εξαπατώντας τον πιλότο, ύψωσε ρωσική σημαία και μπήκε μόνος του στο λιμάνι. Προσπάθησε να πλησιάσει τον εχθρικό στόλο αλλά ο άνεμος έπεσε ξαφνικά, οπότε άρχισε να κόβει βόλτες μέσα στο λιμάνι, προσπαθώντας να φθάσει στον μυχό. Όταν βρέθηκε δίπλα στο γαλλικό πολεμικό “Μέλισσα”, κατάλαβε ότι είχε γίνει αντιληπτός. Έβαλε λοιπόν φωτιά στο πυρπολικό, μπήκε με τους ναύτες του στη βάρκα διαφυγής και προσπάθησε να βγει απ’ το λιμάνι. Το πλήρωμα της “Μέλισσας” άρχισε να πυροβολεί και το πυρπολικό και τη βάρκα του Κανάρη. Ο άνεμος δυνάμωσε και το πυρπολικό, καιόμενο, πλησίασε τον αιγυπτιακό στόλο απειλητικά. Ο πλοίαρχος Αργκύς, κυβερνήτης της “Μέλισσας” έγραψε στην έκθεσή του: “Εάν το πλοίον αυτό προσκολλάτε κατά κακήν μοίραν εις την φρεγάταν της πρωτοπορίας, η σύγχυσις ήθελε εμπέσει εις τον υπόλοιπον στόλον, τα δε άλλα δύο πυρπολικά ήθελον προσδράμει, προσβάλλοντα έτερα πλοία. Η καταστροφή θα ήτο τρομερά, ολοκληρωτική δε η νίκη των Ελλήνων. Αλλ’ η Μέλισσα κατά κάποιον τρόπο τους παρημπόδισε”. Ο Κανάρης, ενώ έβαλλαν εναντίον του και από τα πλοία και από παράκτια πυροβολεία, κατάφερε να διαφύγει και να φθάσει στον ελληνικό στόλο, ο οποίος είχε ήδη υψώσει ελληνική σημαία. Ο Μωχάμετ Άλη πήρε μερικά πλοία και κυνήγησε τους Έλληνες μέχρι τις ακτές της Καραμανίας χωρίς αποτέλεσμα.
Οι επαναστατημένοι Έλληνες θεώρησαν την πράξη του Κανάρη πλήρη τόλμης και πατριωτισμού αλλά κάποιοι Ευρωπαίοι δυσαρεστήθηκαν και την είδαν σαν αχαρακτήριστη πειρατική πράξη λόγω της χρήσης ξένης σημαίας υπό επισήμου καταδρομέως. Η αγγλόφιλη “Εφημερίς της Ύδρας”, σε μια εποχή που υπήρχαν διαμάχες για το ζήτημα της βασιλικής υποψηφιότητας (κάθε μεγάλη δύναμη ήθελε ο νέος βασιλιάς των Ελλλήνων να προέρχεται από τον δικό της βασιλικό οίκο) κατηγόρησε τους Γάλλους επειδή ο φιλοτουρκισμός τους έγινε αιτία να ματαιωθεί ένα μεγάλο απελευθερωτικό εγχείρημα.
Η πολιτική σταδιοδρομία

Ο Κανάρης όμως φαίνεται ότι δεν τα είχε με τους Γάλλους καθώς έστειλε τον γιό του Θεμιστοκλή να εκπαιδευθεί στο Παρίσι υπό την επίβλεψη του εκεί Φιλελληνικού Κομιτάτου, το οποίο άλλωστε τον είχε προσκαλέσει. Το 1826 τοποθετήθηκε κυβερνήτης ενός καινούργιου πλοίου, της “Ελλάδας”. Το 1827 ήταν πληρεξούσιος των Ψαρών στη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας θα τον διορίσει αρχικά φρούραρχο της Μονεμβασιάς και κατόπιν διοικητή μιας ναυτικής μοίρας που θα πολεμήσει τους αγγλόφιλους και τους αντικυβερνητικούς της Ύδρας. Στον Κανάρη ανατέθηκε να συλλάβει τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, όταν ο τελευταίος διέφυγε από το Ναύπλιο. Απογοητευμένος λόγω της δολοφονίας του Καποδίστρια, ο Κανάρης πήγε στη Σύρο όπου ιδιώτευσε για ένα διάστημα.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Όθωνας, τον διόρισε καταρχήν πλοίαρχο γ΄ τάξεως κι έπειτα ναύαρχο. Μετά τη μεταπολίτευση του 1843, ο Κανάρης έγινε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Μεταξά και κατόπιν στην κυβέρνηση Κωλέττη. Το 1854 έγινε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Το 1861 δεν δέχτηκε τη σύνταξη που του παραχωρήθηκε, προκειμένου να μπορεί να υποστηρίζει τις ολοένα και πιο προοδευτικές θέσεις που έπαιρνε.
Το καλοκαίρι του 1862 ο Όθωνας του ανέθεσε τον σχηματισμό κυβέρνησης. Ο Κανάρης πρότεινε έναν κατάλογο με υπουργούς, που όλοι τους είχαν σχεδόν επαναστατικές απόψεις, λέγοντας στον Όθωνα ότι μόνο με τέτοια κυβέρνηση και η μοναρχία θα ήταν δυνατό να σωθεί και η τάξη στη χώρα να διατηρηθεί. Ο Όθωνας όμως δεν δέχθηκε και έδωσε την εντολή στον Ιωάννη Κολοκοτρώνη. Ο Κανάρης πέρασε ανοιχτά στην αντιπολίτευση.
Μετά την έξωση του Όθωνα έγινε μέλος της υπό τον Βούλγαρη τριανδρίας (μαζί και με τον Ρούφο) που σχημάτισαν επαναστατική κυβέρνηση και πήγε, επικεφαλής επιτροπής, στη Δανία για να προσφέρει τον θρόνο στον μετέπειτα βασιλιά Γεώργιο. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Ρούφου. Κατόπιν το 1864 σχημάτισε ο ίδιος κυβέρνηση, μετά από ένα μήνα παραιτήθηκε και σχημάτισε και πάλι κυβέρνηση, η οποία παρέμεινε επί ένα χρόνο στην εξουσία. Κατόπιν παραιτήθηκε οριστικά, θέλοντας να αποσυρθεί από τον δημόσιο βίο καθώς είχε υπερβεί τα 75 χρόνια. Στο σπίτι όπου έμενε, στην Κυψέλη, συνέρρεαν πολίτες από παντού για να δουν τον «Ναύαρχο», όπως τον αποκαλούσαν. Το 1877 ετέθη επικεφαλής οικουμενικής κυβέρνησης για να αντιμετωπιστούν οι δύσκολες για την χώρα περιστάσεις που δημιούργησε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος.
Το τέλος
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 πέθανε, όντας εν ενεργεία πρωθυπουργός. Η τελευταία του κατοικία βρίσκεται δίπλα στην είσοδο του Α’ Νεκροταφείου.
pan
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 736
Εγγραφή: Πέμ Αύγ 11, 2005 5:00 am

Re: Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από pan »

Εικόνα




Κόρη του υδραίου πλοιάρχου Σταυριανού Πινότση και της επίσης υδραίας Σκεύως Κοκκίνη, που καταγόταν από εφοπλιστική οικογένεια, γεννήθηκε στις 11 Μαΐου 1771 στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης, όπου ο πατέρας της εκρατείτο για συμμετοχή στα Ορλοφικά. Στα 17 της παντρεύτηκε τον σπετσιώτη πλοίαρχο Δημήτριο Γιάννουζα, από τον οποίο ονομάζετο και Δημητράκαινα. Το 1797ο σύζυγός της σκοτώθηκε σε συμπλοκή με αλγερινούς πειρατές και η Λασκαρίνα σε ηλικία 26 ετών μένει χήρα με τρία παιδιά, τον Ιωάννη, τον Γεώργιο και την Μαρία.

Το 1801 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον σπετσιώτη πάμπλουτο εφοπλιστή Δημήτριο Μπούμπουλη, από τον οποίο έλαβε το όνομα Μπουμπουλίνα, με το οποίο έγινε γνωστή. Και ο δεύτερος σύζυγός της σκοτώθηκε σε σύγκρουση με αλγερινούς πειρατές το 1811, μεταξύ Μάλτας και Ισπανίας. Μαζί του απέκτησε τρία παιδιά, την Ελένη, την Σκεύω και τον Νικόλαο.

Με την περιουσία του συζύγου της, που ξεπερνούσε τα 300.000 τάλληρα, η Μπουμπουλίνα ασχολήθηκε με τα ναυτιλιακά κι έγινε μέτοχος σε διάφορα σπετσιώτικα πλοία. Όμως, το 1816 οι Οθωμανοί επεχείρησαν να κατάσχουν την περιουσία της, επειδή τα πλοία του συζύγου της μετείχαν υπό ρωσική σημαία στον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1806. Με τη μεσολάβηση του ρώσου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Στρογκάνωφ και της μητέρας του Σουλτάνου Βαλιντέ κατόρθωσε να διασώσει την περιουσία της.

Στην Κωνσταντινούπολη φαίνεται ότι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1819, αλλά το γεγονός αμφισβητείται, καθώς είναι γνωστό ότι η οργάνωση δεν έκανε ποτέ μέλη της, γυναίκες. Μόλις η Μπουμπουλίνα επέστρεψε στις Σπέτσες διέταξε τη ναυπήγηση του πλοίου «Αγαμέμνων», για το οποίο δαπάνησε 25.000 δίστηλα. Με μήκος 48 πήχεις (περίπου 34 μέτρα) και εξοπλισμένο με 18 κανόνια, ο «Αγαμέμνων» καθελκύστηκε το 1820 και ήταν το μεγαλύτερο πλοίο που έλαβε μέρος στην Επανάσταση.

Ο Εθνικός Ξεσηκωμός βρήκε την Μπουμπουλίνα «πεντη- κοντούτιδα, ωραίαν, αρειμάνιον ως αμαζόνα, επιβλητικήν καπετάνισσαν, προ της οποίας ο άνανδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει», όπως τη σκιαγράφησε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων. Ξόδευε την περιουσία της, όχι μόνο για τη διατήρηση των πλοίων της, αλλά και για τα στρατεύματα στην ξηρά. Συμμετείχε με το πλοίο της «Αγαμέμνων» στον αποκλεισμό του Ναυπλίου και ανεφοδίασε με δικές της δαπάνες τους υπερασπιστές του Άργους. Σε μια έφοδο των Τούρκων υπό τον Κεχαγιάμπεη σκοτώθηκε ο γιος της Ιωάννης Γιάννουζας. Στη συνέχεια έλαβε μέρος στον αποκλεισμό της Μονεμβασίας, στην πολιορκία και την άλωση του Ναυπλίου και της Τριπόλεως, στην οποία εισήλθε πάνω σε λευκό ίππο και έσωσε τα χαρέμια του Χουρσίτ Πασά από τη μήνη των πολιορκητών.

Μετά την άλωση του Ναυπλίου, το Νοέμβριο του 1822, η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε στην πόλη (έδρα της προσωρινής κυβέρνησης), όπου έζησε έως τα μέσα του 1824. Εκδιώχθηκε από το Ναύπλιο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, όταν πήρε το μέρος του φυλακισμένου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, με τον οποίο είχε συγγενέψει, από το γάμο της κόρης της Ελένης με τον γιο του Πάνο. Οι κυβερνητικοί σκότωσαν τον γαμπρό της και από την ίδια αφαίρεσαν το κομμάτι γης που της είχαν δώσει για τις υπηρεσίες της στον Αγώνα.

Έτσι, η Μπουμπουλίνα επέστρεψε πικραμένη στις Σπέτσες και εγκαταστάθηκε στο σπίτι του δεύτερου συζύγου της, μόνη με τα υπολείμματα της περιουσίας της, μέχρι το τέλος της ζωής της, που δεν άργησε να έλθει. Τον Μάιο του 1825 ο γιος της Γεώργιος Γιάννουζας κλέφτηκε με την Ευγενία Κούτση, κουνιάδα του ετεροθαλούς αδελφού της Μπουμπουλίνας, Λάζαρου Ορλώφ. Ο Ορλώφ, συνοδευόμενος από μέλη της οικογένειας Κούτση, πήγε στο σπίτι της Μπουμπουλίνας σε αναζήτηση της Ευγενίας. Στη λογομαχία που ακολούθησε, κάποιος πυροβόλησε και χτύπησε στο μέτωπο την Μπουμπουλίνα, που έπεσε νεκρή (22 Μαΐου). Δεν έχει διαλευκανθεί αν ήταν τυχαίο περιστατικό ή δολοφονία. Τα οστά της εναποτέθηκαν στον ιδιόκτητο ναΐσκο του Αγίου Ιωάννου. Μεταθανάτια έλαβε τον τίτλο του ναυάρχου από τη Ρωσία, πρωτοφανής τιμή για γυναίκα.

Οι απόγονοι της Μπουμπουλίνας δώρισαν το πλοίο «Αγαμέμνων» στο νεοσύστατο κράτος, το οποίο έγινε η ναυαρχίδα του Ελληνικού Στόλου με το όνομα «Σπέτσαι». Ανατινάχθηκε από τον Ανδρέα Μιαούλη στον Πόρο κατά τη διάρκεια των πολιτικών ταραχών της 29ης Ιουλίου 1831. Το αρχοντικό της Μπουμπουλίνας στις Σπέτσες είναι σήμερα Μουσείο. Περιλαμβάνει συλλογή όπλων, επιστολές και άλλα αρχεία, παλιά βιβλία, πορτραίτα της Μπουμπουλίνας, προσωπικά της αντικείμενα, έπιπλα και διακρίσεις που τις είχαν απονείμει κυρίως ξένες κυβερνήσεις.
vasilisalt
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 6173
Εγγραφή: Παρ Ιουν 19, 2009 12:19 pm

Re: Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από vasilisalt »

Οι παραπάνω πράγματι έχουν προσφερει ταμαλα στο έθνος μας. Επιφυλάξεις υπάρχουν για τον Παπαφλέσσα όσον αφορά την πολιτική του πορεία. Προσοχη για κωλλετη, κουντουριωτη, μπαιρον και αρκετούς άλλους μαλλον έχουν ηθελημένα εξαγιαστει. Τα ιστορικα στοιχεια όμως δείχνουν αλλα
Άβαταρ μέλους
Captain Yiannis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3182
Εγγραφή: Τρί Νοέμ 18, 2008 9:34 pm

Re: Οι Έλληνες!!!

Δημοσίευση από Captain Yiannis »

Θα μπορούσα να πω με δύο λόγια αυτό που έχω κατά νου όμως θα πλατυάσω… λίγο
Συγχωρέστε με

Έχω την άποψη ότι, αν θέλουμε να αισθανόμαστε, … και να μας ονομάζουν Έλληνες , θα πρέπει να μην ξεχνάμε τις ρίζες μας ,
Ποιες ρίζες μας όμως;
Αυτές τις ρίζες που έχουν αρχίσει να φύονται από Γενέσεως κόσμου.
Από ποιους καταγόμαστε άραγε;
Μα από τον Δίκαιο Ιάφεθ τον Γιό του Νόε (Όχι του Νοεμβρίου έτσι… :smile: )

Στα γρήγορα
Ο Ιάφεθ ήταν ο τρίτος από τους τρεις γιους του Νώε (Γένεση 5,32 και 6,10). Μαζί με τη γυναίκα του μπήκαν στην κιβωτό του πατέρα του Νώε και ήταν ένα από τα οκτώ άτομα που σώθηκαν από τον κατακλυσμό (Γένεση 7,7), κατόπιν εντολής του Θεού.
Απέκτησε επτά γιους, τους Γαμέρ (Γόμερ), Μαγώγ, Μαδί (Μαδάϊ), Ιωύαν (Ιαυάν), Ελισά, Θόβελ (Τουβάλ), Μοσόχ (Μεσέχ) και Θειράς (Γένεση 10,2). Οι απόγονοί του μοιράστηκαν τις περιοχές των εθνών (Γένεση 10,5) δηλαδή τα παράλια της Μεσογείου. Ο Ιάφεθ φέρεται ως προπάτορας των ινδοευρωπαϊκών φυλών της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Όταν ο πατέρας του ο Νώε γυμνώθηκε μετά από πολύ κρασί που ήπιε, ο Ιάφεθ μαζί με τον αδερφό του Σημ τον σκέπασαν χωρίς να τον δουν. Για το λόγο αυτό ο Νώε ευλόγησε τον Ιάφεθ και τον Σημ (Γένεση 9,21-27), ενώ τον Χαμ που είδε τη γύμνια του τον καταράστηκε.
Το όνομά του αναφέρεται στη γενεαλογική γραμμή από το Νώε ως τον Αβραάμ (Α' Παραλειπομένων 1,4). Ο Ιάφεθ εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).

Επιπλέον τι ισχύει για τους Έλληνες λεπτομερώς ….


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9- Η διαθήκη του Θεού με το Νώε. Ο Νώε και οι γιοί του.

Η διαθήκη του Θεού με το Νώε

Γεν. 9,1 Καὶ εὐλόγησεν ὁ Θεὸς τὸν Νῶε καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτοῖς· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς.

Γεν. 9,1 Ευλόγησε τότε ο Θεός τον Νώε και τα παιδιά αυτού και είπε προς αυτούς• “αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και απλωθήτε εις όλην την γην και γενήτε κύριοι αυτής.

Γεν. 9,2 καὶ ὁ τρόμος καὶ ὁ φόβος ὑμῶν ἔσται ἐπὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς, ἐπὶ πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπὶ πάντα τὰ κινούμενα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης· ὑπὸ χεῖρας ὑμῖν δέδωκα.

Γεν. 9,2 Ας είσθε τρόμος και φόβος εις όλα τα θηρία της γης, εις όλα τα πτηνά του ουρανού, εις κάθε τι που ζη και κινείται έτι της ξηράς, και εις όλους τους ιχθύας της θαλάσσης. Υπό την εξουσίαν σας έδωκα όλα αυτά.

Γεν. 9,3 καὶ πᾶν ἑρπετόν, ὅ ἐστι ζῶν, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν· ὡς λάχανα χόρτου δέδωκα ὑμῖν τὰ πάντα.

Γεν. 9,3 Καθε τι που ζη και κινείται επί της γης, θα είναι προς διατροφήν σας. Σας δίδω όλα αυτά εις τροφήν, όπως σας έδωσα τα λάχανα και τα χόρτα.

Γεν. 9,4 πλὴν κρέας ἐν αἵματι ψυχῆς οὐ φάγεσθε·

Γεν. 9,4 Πλην όμως κρέας μαζή με το αίμα, επί του οποίου βασίζεται η ζωή του ζώου, δεν θα φάγετε.

Γεν. 9,5 καὶ γὰρ τὸ ὑμέτερον αἷμα τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἐκ χειρὸς πάντων τῶν θηρίων ἐκζητήσω αὐτὸ καὶ ἐκ χειρὸς ἀνθρώπου ἀδελφοῦ ἐκζητήσω τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου.

Γεν. 9,5 Δια δε το αίμα των συνανθρώπων σας, το οποίον τυχόν με τα χέρια σας εγκληματούντες θα χύσετε, θα τιμωρήσω δια των αγρίων ζώων, τα οποία θα εξαπολύσω εναντίον σας. Αλλά και δι' άλλου ανθρώπου θα τιμωρήσω εκείνον, ο οποίος αφαιρεί ανθρωπίνην ζωήν.

Γεν. 9,6 ὁ ἐκχέων αἷμα ἀνθρώπου, ἀντὶ τοῦ αἵματος αὐτοῦ ἐκχυθήσεται, ὅτι ἐν εἰκόνι Θεοῦ ἐποίησα τὸν ἄνθρωπον.

Γεν. 9,6 Εκείνος δηλαδή ο οποίος χύνει αίμα ανθρώπου, εις τιμωρίαν του δια το εκχυθέν υπ' αυτού αίμα, θα φονευθή και θα χυθή έτσι και το ιδικόν του αίμα, διότι εγώ ο Θεός εδημιούργησα κατ' εικόνα ιδικήν μου τον άνθροπον και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του αφαιρέση την ζωήν.

Γεν. 9,7 ὑμεῖς δὲ αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν, καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς.

Γεν. 9,7 Σεις δε αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε όλην την γην και γενήτε κύριοι αυτής”.

Γεν. 9,8 Καὶ εἶπεν ὁ Θεός τῷ Νῷε καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ λέγων·

Γεν. 9,8 Είπε δε ακόμη ο Θεός στον Νώε και εις τα παιδιά αυτού λέγων•

Γεν. 9,9 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀνίστημι τὴν διαθήκην μου ὑμῖν καὶ τῷ σπέρματι ὑμῶν μεθ᾿ ὑμᾶς

Γεν. 9,9 “ιδού εγώ σήμερον συνάπτω και κλείω μίαν συμφωνίαν μαζή σας και με τους απογόνους σας, οι οποίοι θα σας διαδεχθούν.

Γεν. 9,10 καὶ πάσῃ ψυχῇ ζώσῃ μεθ᾿ ὑμῶν, ἀπὸ ὀρνέων καὶ ἀπὸ κτηνῶν, καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς, ὅσα ἐστὶ μεθ᾿ ὑμῶν ἀπὸ πάντων τῶν ἐξελθόντων ἐκ τῆς κιβωτοῦ.

Γεν. 9,10 Η συμφωνία και η υπόσχεσίς μου αυτή επεκτείνεται και εις κάθε ζώσαν ψυχήν, που υπάρχει μαζή σας και γύρω σας, εις τα πτηνά του ουρανού και εις όλα τα κτήνη και τα θηρία της γης, όσα μαζή με σας εξήλθον από την κιβωτόν.

Γεν. 9,11 καὶ στήσω τὴν διαθήκην μου πρὸς ὑμᾶς, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται πᾶσα σὰρξ ἔτι ἀπὸ τοῦ ὕδατος τοῦ κατακλυσμοῦ, καὶ οὐκ ἔτι ἔσται κατακλυσμὸς ὕδατος τοῦ καταφθεῖραι πᾶσαν τὴν γῆν.

Γεν. 9,11 Καμνω διαθήκην και σας υπόσχομαι ότι δεν θα καταστραφή ποτέ πλέον το ζωϊκόν βασίλειον από ύδατα του κατακλυσμού και δεν θα γίνη ποτέ κατακλυσμός, δια να καταστρέψη όλην την γην”.

Γεν. 9,12 καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς πρὸς Νῶε· τοῦτο τὸ σημεῖον τῆς διαθήκης, ὃ ἐγὼ δίδωμι ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης, ἥ ἐστι μεθ᾿ ὑμῶν εἰς γενεὰς αἰωνίους·

Γεν. 9,12 Είπε δε ακόμη Κυριος ο Θεός προς τον Νώε• “σημείον δε αυτής της υποσχέσεως, την οποίαν εγώ δίδω, ώστε να μένη μεταξύ εμού και μεταξύ σας και μεταξύ πάσης ζώσης υπάρξεως η οποία υπάρχει σήμερον μαζή σας και θα υπάρχη εις γενεάς γενεών, είναι τούτο•

Γεν. 9,13 τὸ τόξον μου τίθημι ἐν τῇ νεφέλῃ, καὶ ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ τῆς γῆς.

Γεν. 9,13 Θέτω το ουράνιον τόξον εις τα νέφη, και αυτό θα είναι εις σημείον και εις υπόμνησιν της διαθήκης μου μεταξύ Εμού και όλων των ζώντων επί της γης, ανθρώπων και ζώων.

Γεν. 9,14 καὶ ἔσται ἐν τῷ συννεφεῖν με νεφέλας ἐπὶ τὴν γῆν, ὀφθήσεται τὸ τόξον ἐν τῇ νεφέλῃ,

Γεν. 9,14 Οταν θα συναθροίζω τα νέφη στον ουρανόν της γης, θα φαίνεται το ουράνιον τόξον επάνω εις αυτά,

Γεν. 9,15 καὶ μνησθήσομαι τῆς διαθήκης μου, ἥ ἐστιν ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν, καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης ἐν πάσῃ σαρκί, καὶ οὐκ ἔσται ἔτι τὸ ὕδωρ εἰς κατακλυσμόν, ὥστε ἐξαλεῖψαι πᾶσαν σάρκα.

Γεν. 9,15 και θα ενθυμούμαι την διαθήκην μου, την οποίαν έκαμα προς σας και προς κάθε άλλην ζωντανήν υπαρξιν, προς κάθε σάρκα και δεν θα πέση ύδωρ επί της γης εις κατακλυσμόν αυτής, ώστε να καταστραφή κάθε ζώσα ύπαρξις από ανθρώπου έως ζώου.

Γεν. 9,16 καὶ ἔσται τὸ τόξον μου ἐν τῇ νεφέλῃ, καὶ ὄψομαι τοῦ μνησθῆναι διαθήκην αἰώνιον ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ ἀνὰ μέσον ψυχῆς ζώσης ἐν πᾶσι σαρκί, ἥ ἐστιν ἐπὶ τῆς γῆς.

Γεν. 9,16 Τούτο το ουράνιόν μου τόξον θα υπάρχη εις τα νέφη, και θα το βλέπω, ώστε να ενθυμούμαι, την αιωνίαν και απαράβατον συμφωνίαν μεταξύ εμού και των ανθρώπων της γης και πάσης άλλης ζωής που θα υπάρχη εις κάθε ζωϊκόν οργανισμόν επάνω εις την γην”.

Γεν. 9,17 καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς τῷ Νῶε· τοῦτο τὸ σημεῖον τῆς διαθήκης, ἧς διεθέμην ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ἀνὰ μέσον πάσης σαρκός, ἥ ἐστιν ἐπὶ τῆς γῆς.

Γεν. 9,17 Είπεν ακόμη ο Θεός στον Νώε• “λοιπόν αυτό το ουράνιον τόξον είναι το αιώνιον σημείον της συμφωνίας, την οποίαν έκαμα μεταξύ εμού και παντός ζωϊκού οργανισμού επί της γης και της υποσχέσεώς μου ότι δεν θα αποστείλω πλέον κατακλυσμόν εις την γην”.



Ο Νώε και οι γιοί του

Γεν. 9,18 Ἦσαν δὲ οἱ υἱοὶ Νῶε, οἱ ἐξελθόντες ἐκ τῆς κιβωτοῦ, Σήμ, Χάμ, Ἰάφεθ· Χάμ δὲ ἦν πατὴρ Χαναάν.

Γεν. 9,18 Τα παιδιά του Νώε, τα οποία εξήλθον από την κιβωτόν, ήσαν ο Σημ, ο Χαμ και ο Ιάφεθ. Ο Χαμ ήτο γενάρχης των Χαναναίων.

Γεν. 9,19 τρεῖς οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Νῶε· ἀπὸ τούτων διεσπάρησαν ἐπί πᾶσαν τὴν γῆν.

Γεν. 9,19 Αυτοί οι τρεις ήσαν οι υιοί του Νώε. Από αυτούς δε εγεννήθησαν και επληθύνθησαν οι άνθρωποι και διεσπάρησαν εις όλην την γην.

Γεν. 9,20 Καὶ ἤρξατο Νῶε ἄνθρωπος γεωργὸς γῆς καὶ ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα.

Γεν. 9,20 Ο Νώε έγινε γεωργός, ήρχισε να καλλιεργή την γην, και εφύτευσε μεταξύ των άλλων, και αμπελώνα.

Γεν. 9,21 καὶ ἔπιεν ἐκ τοῦ οἴνου καὶ ἐμεθύσθη καὶ ἐγυμνώθη ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ.

Γεν. 9,21 Επιε δε από τον οίνον και εμέθυσε. Μεθυσμένος δε καθώς ήτο, εγυμνώθη εντός της οικίας του, χωρίς να το αντιληφθή.

Γεν. 9,22 καὶ εἶδε Χὰμ ὁ πατὴρ Χαναὰν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ ἐξελθὼν ἀνήγγειλε τοῖς δυσὶν ἀδελφοῖς αὐτοῦ ἔξω.

Γεν. 9,22 Ο Χαμ, ο πρόγονος των Χαναναίων, είδε την γύμνωσιν του πατρός του και εξελθών εγνωστοποίησεν εμπαικτικώς το γεγονός στους δύο αδελφούς του, οι οποίοι ευρίσκοντο έξω.

Γεν. 9,23 καὶ λαβόντες Σὴμ καὶ Ἰάφεθ τὸ ἱμάτιον ἐπέθεντο ἐπὶ τὰ δύο νῶτα αὐτῶν καὶ ἐπορεύθησαν ὀπισθοφανῶς καὶ συνεκάλυψαν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν, καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῶν ὀπισθοφανῶς, καὶ τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν οὐκ εἶδον.

Γεν. 9,23 Αμέσως δε ο Σημ και ο Ιάφεθ έλαβον το ιμάτιον του πατρός των, έθεσαν αυτό στους ώμους των και οπισθοβατούντες μέχρι του πατρός των εσκέπασαν την γύμνωσιν αυτού έχοντες το πρόσωπόν των προς την αντιθέτον διεύθυνσιν, και έτσι δεν είδον καθόλου την γύμνωσιν του πατρός των.

Γεν. 9,24 ἐξένηψε δὲ Νῶε ἀπὸ τοῦ οἴνου καὶ ἔγνω ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ νεώτερος,

Γεν. 9,24 Ανένηψε και συνήλθε ο Νώε από την επίδρασίν του οίνου, έμαθε όσα έκαμεν ο νεώτερος υιός του ο Χαμ

Γεν. 9,25 καὶ εἶπεν· ἐπικατάρατος Χαναάν· παῖς οἰκέτης ἔσται τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ.

Γεν. 9,25 και είπε• “κατηραμένος θα είναι ο Χαμ και οι απόγονοί του. Υπηρέτης και δούλος θα είναι στους αδελφούς του”.

Γεν. 9 ,26 καὶ εἶπεν· εὐλογητὸς Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Σήμ, καὶ ἔσται Χαναὰν παῖς οἰκέτης αὐτοῦ.

Γεν. 9,26 Είπε δε ακόμη ο Νώε• “ευλογημένος ο Θεός του Σημ και ο Χαναάν θα είναι δούλος αυτού κατά την δικαίαν απόφασιν του Θεού.

Γεν. 9,27 πλατύναι ὁ Θεὸς τῷ Ἰάφεθ, καὶ κατοικησάτω ἐν τοῖς οἴκοις τοῦ Σὴμ καὶ γενηθήτω Χαναὰν παῖς αὐτοῦ.

Γεν. 9,27 Ας αυξήση και ας πλατύνη ο Θεός την γενεάν και τας χώρας του Ιάφεθ και ας βάλη αυτόν να κατοική εις τας περιοχάς του Σημ, ο δε Χαναάν ας γίνη υπηρέτης του”.

Γεν. 9,28 Ἔζησε δὲ Νῶε μετὰ τὸν κατακλυσμὸν ἔτη τριακόσια πεντήκοντα.

Γεν. 9,28 Εζησε δε ο Νώε μετά τον κατακλυσμόν τριακόσια πεντήκοντα έτη.

Γεν. 9,29 καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Νῶε ἐννακόσια πεντήκοντα ἔτη, καὶ ἀπέθανεν.

Γεν. 9,29 Εφθασαν εν συνόλω τα έτη της ζωής του Νώε εννεακόσια πεντήκοντα και έπειτα απέθανε.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10- Οι απόγονοι των γιών του Νώε.

Γεν. 10,1 Αὗται δὲ αἱ γενέσεις τῶν υἱῶν Νῶε, Σήμ, Χάμ, Ἰάφεθ, καὶ ἐγεννήθησαν αὐτοῖς υἱοὶ μετὰ τὸν κατακλυσμόν.

Γεν. 10,1 Οι απόγονοι, των υιών του Νώε, του Σημ του Χαμ και του Ιάφεθ, οι οποίοι εγεννήθησαν μετά τον κατακλυσμόν, είναι οι εξής•

Γεν. 10,2 Υἱοὶ Ἰάφεθ· Γαμὲρ καὶ Μαγὼγ καὶ Μαδοὶ καὶ Ἰωύαν καὶ Ἐλισὰ καὶ Θοβὲλ καὶ Μοσόχ καὶ Θείρας.

Γεν. 10,2 Υιοί και απόγονοι του Ιάφεθ είναι οι Γαμέρ και ο Μαγώγ, Μήδοι και Ιωνες, Ελισά και Θοβέλ, Μοσόχ και Θείρας.

Γεν. 10,3 καὶ υἱοὶ Γαμέρ· Ἀσχανὰζ καὶ Ῥιφὰθ καὶ Θοργαμά.

Γεν. 10,3 Υιοί δε και απόγονοι του Γαμέρ είναι οι Ασχανάζ, Ριφάθ και Θοργαμά.

Γεν. 10,4 καὶ υἱοὶ Ἰωύαν· Ἐλισὰ καὶ Θάρσεις, Κίτιοι, Ῥόδιοι.

Γεν. 10,4 Υιοί και απόγονοι του Ιωύαν οι Ελισά, Θαρσείς, Κιτιοι και Ροδιοι.

Γεν. 10,5 ἐκ τούτων ἀφωρίσθησαν νῆσοι τῶν ἐθνῶν ἐν τῇ γῇ αὐτῶν, ἕκαστος κατὰ γλῶσσαν ἐν ταῖς φυλαῖς αὐτῶν καὶ ἐν τοῖς ἔθνεσιν αὐτῶν.

Γεν. 10,5 Από αυτούς προήλθον λαοί, οι οποίοι διεσπάρησαν εις διαφόρους ειδωλολατρικάς νήσους, ιδίως της Μεσογείου θαλάσσης, και εις άλλας χώρας κατά τας γλώσσας αυτών, τας φυλάς και τα έθνη των.

Γεν. 10,6 Υἱοὶ δὲ Χάμ· Χοὺς καὶ Μερσαΐν, Φοὺδ καὶ Χαναάν.

Γεν. 10,6 Υιοί και απόγονοι του Χαμ είναι οι Χούς, Μεσραΐν, Φουδ και Χαναάν.

Γεν. 10,7 υἱοὶ δὲ Χούς· Σαβὰ καὶ Εὐϊλὰ καὶ Σαβαθὰ καὶ Ῥεγμὰ καὶ Σαβαθακά. υἱοὶ δὲ Ῥεγμά· Σαβὰ καὶ Δαδάν.

Γεν. 10,7 Υιοί δε και απόγονοι του Χους είναι οι Σαβά, Ευϊλά, Σαβαθά, Ρεγμά και Σαβαθακά. Υιοί δε του Ρεγμά, ο Σαβά και ο Δαδάν.

Γεν. 10,8 Χοὺς δὲ ἐγέννησε τὸν Νεβρώδ. οὗτος ἤρξατο εἶναι γίγας ἐπὶ τῆς γῆς·

Γεν. 10,8 Ο δε Χους απέκτησεν υιόν τον Νεβρώδ. Αυτός υπήρξεν ο πρώτος γίγας εις την περιοχήν του.

Γεν. 10,9 οὗτος ἦν γίγας κυνηγὸς ἐναντίον Κυρίου τοῦ Θεοῦ· διὰ τοῦτο ἐροῦσιν, ὡς Νεβρὼδ γίγας κυνηγὸς ἐναντίον Κυρίου.

Γεν. 10,9 Ητο επίσης και ανδρείος κυνηγός, ήρως ενώπιον Κυρίου του Θεού. Ητο τόσον ονομαστός δια την δύναμιν και την ανδρείαν του, ώστε ως παροιμία θα λέγουν οι άνθρωποι, όταν θα θέλουν να εξάρουν την ανδρείαν κάποιου, “ούτος είναι σαν τον Νεβρώδ ανδρείος κυνηγός ενώπιον του Κυρίου”.

Γεν. 10,10 καὶ ἐγένετο ἀρχὴ τῆς βασιλείας αὐτοῦ Βαβυλὼν καὶ Ὀρὲχ καὶ Ἀρχὰδ καὶ Χαλάννη ἐν τῇ γῇ Σεναάρ.

Γεν. 10,10 Η αρχή και ο πυρήν της βασιλείας του Νεδρώδ υπήρξεν η Βαβυλών, η Ορέχ, η Αρχάδ και η Χαλάννη εις την χώραν Σεναάρ.

Γεν. 10,11 ἐκ τῆς γῆς ἐκείνης ἐξῆλθεν Ἀσσοὺρ καὶ ᾠκοδόμησε τὴν Νινευΐ καὶ τὴν Ῥοωβὼθ πόλιν καὶ τὴν Χαλὰχ

Γεν. 10,11 Από την περιοχήν αυτήν Σεναάρ ανεχώρησεν ο Ασσούρ και έκτισε την Νινευΐ, την πόλιν Ροωβώθ, την Χαλάχ

Γεν. 10,12 καὶ τὴν Δασὴ ἀνὰ μέσον Νινευΐ καὶ ἀνὰ μέσον Χαλάχ· αὕτη ἡ πόλις μεγάλη.

Γεν. 10,12 και την Δασή μεταξύ της πόλεως Νινευί και της Χαλάχ. Η δε Νινευί είναι η ονομαστή μεγάλη πόλις.

Γεν. 10,13 καὶ Μεσραΐν ἐγέννησε τοὺς Λουδιεὶμ καὶ τοὺς Ἐνεμετιεὶμ καὶ τοὺς Λαβιεὶμ καὶ τοὺς Νεφθαλιεὶμ καὶ τοὺς Πατροσωνιεὶμ

Γεν. 10,13 Ο Μεσραίν εγέννησεν υιούς και απογόνους, τους Λουδιείμ, τους Ενεμετιείμ, τους Λαβιείμ, τους Νεφθαλιείμ, τους Πατροσωνιείμ,

Γεν. 10,14 καὶ τοὺς Χασλωνιείμ, ὅθεν ἐξῆλθε Φυλιστιείμ, καὶ τοὺς Καφθοριείμ.

Γεν. 10,14 τους Χασλωνιείμ, από τους οποίους προήλθον οι Φιλισταίοι, και τους Καφθοριείμ.

Γεν. 10,15 Χαναὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Σιδῶνα πρωτότοκον αὐτοῦ

Γεν. 10,15 Ο δε Χαναάν απέκτησε πρωτότοκον υιόν αυτού τον Σιδώνα, και άλλους έπειτα υιούς,

Γεν. 10,16 καὶ τὸν Χετταῖον καὶ τὸν Ἰεβουσαῖον καὶ τὸν Ἀμοῤῥαῖον καὶ τὸν Γεργεσαῖον καὶ τὸν Εὐαῖον καὶ τὸν Ἀρουκαῖον

Γεν. 10,16 δηλαδή τον Χετταίον, τον Ιεβουσαίον, τον Αμορραίον, τον Γεργεσαίον, τον Ευαίον, τον Αρουκαίον,

Γεν. 10,17 καὶ τὸν Ἀσενναῖον καὶ τὸν Ἀράδιον καὶ τὸν Σαμαραῖον καὶ τὸν Ἀμαθί.

Γεν. 10,17 τον Ασενναίον, τον Αράδιον, τον Σαμαραίον και Αμαθί.

Γεν. 10,18 καὶ μετὰ τοῦτο διεσπάρησαν αἱ φυλαὶ τῶν Χαναναίων,

Γεν. 10,18 Μετά δε ταύτα διεσπάρησαν αι φυλαί των Χαναναίων ανά την περιοχήν της Χαναάν.

Γεν. 10,19 καὶ ἐγένετο τὰ ὅρια τῶν Χαναναίων ἀπὸ Σιδῶνος ἕως ἐλθεῖν εἰς Γεραρὰ καὶ Γαζάν, ἕως ἐλθεῖν ἕως Σοδόμων καὶ Γομόῤῥας, Ἀδαμὰ καὶ Σεβωΐμ ἕως Δασά.

Γεν. 10,19 Εξετείνοντο δε τα όρια της περιοχής των Χαναναίων από την Σιδώνα έως τα Γέραρα και την Γαζαν, έως τα Σοδομα και την Γομόρραν, την Αδαμά και Σεβωίμ έως Δασά.

Γεν. 10,20 οὗτοι υἱοὶ Χάμ, ἐν ταῖς φυλαῖς αὐτῶν, κατὰ γλώσσας αὐτῶν, ἐν ταῖς χώραις αὐτῶν καὶ ἐν τοῖς ἔθνεσιν αὐτῶν.

Γεν. 10,20 Αυτοί είναι οι υιοί και απόγονοι του Χαμ, κατά τας φυλάς αυτών και τας διαλέκτους αυτών εις τας χώρας αυτών και εις τα έθνη, που διεσπάρησαν.

Γεν. 10,21 Καὶ τῷ Σὴμ ἐγεννήθη καὶ αὐτῷ, πατρὶ πάντων τῶν υἱῶν Ἕβερ, ἀδελφῷ Ἰάφεθ τοῦ μείζονος.

Γεν. 10,21 Και ο Σημ πρεσβύτερος αδελφός του Ιάφεθ απέκτησεν υιούς και απογόνους και ανεδείχθη ο γενάρχης των υιών Εβερ.

Γεν. 10,22 υἱοὶ Σήμ· Ἐλὰμ καὶ Ἀσσοὺρ καὶ Ἀρφαξὰδ καὶ Λοὺδ καὶ Ἀρὰμ καὶ Καϊνᾶν.

Γεν. 10,22 Υιοί του Σημ είναι οι Ελάμ, Ασσούρ, Αρφαξάδ, Λούδ, Αράμ και Καϊνάν.

Γεν. 10,23 καὶ υἱοὶ Ἀράμ· Οὒζ καί Οὒλ καὶ Γατὲρ καὶ Μοσόχ.

Γεν. 10,23 Υιοί του Αράμ ήσαν ο Ουζ, ο Ουλ, ο Γατέρ και ο Μοσόχ.

Γεν. 10,24 καὶ Ἀρφαξὰδ ἐγέννησε τὸν Καϊνᾶν, καὶ Καϊνᾶν ἐγέννησε τὸν Σαλά, Σαλὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἕβερ.

Γεν. 10,24 Ο δε Αρφαξάδ εγέννησεν υιόν τον Καϊνάν, ο Καϊνάν εγέννησε τον Σαλά, ο δε Σαλά εγέννησε τον Εβερ.

Γεν. 10,25 καὶ τῷ Ἕβερ ἐγεννήθησαν δύο υἱοί· ὄνομα τῷ ἑνὶ Φαλέγ, ὅτι ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ διεμερίσθη ἡ γῆ, καὶ ὄνομα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ Ἰεκτάν.

Γεν. 10,25 Ο Εβερ απέκτησε δύο υιούς• το όνομα του ενός ήτο Φαλέγ- που σημαίνει χωρισμός- διότι επί των ημερών αυτού διεσπάρησαν οι κάτοικοι της γης, όταν επεχείρησαν να κτίσουν τον πύργον Βαβέλ, το δε όνομα του αδελφού του ήτο Ιεκτάν.

Γεν. 10 ,26 Ἰεκτὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλμωδὰδ καὶ Σαλὲθ καὶ τὸν Σαρμὼθ καὶ Ἰαρὰχ καὶ Ὁδοῤῥὰ καὶ Αἰβὴλ καὶ Δεκλὰ

Γεν. 10,26 Ο Ιεκτάν απέκτησεν υιούς τον Ελμωδάδ, τον Σαλέθ, τον Σαρμώθ, τον Ιαράχ, τον Οδορρά, τον Αιβήλ, τον Δεκλά,

Γεν. 10,27 καὶ Εὐὰλ καὶ Ἀβιμαὲλ καὶ Σαβὰ

Γεν. 10,27 τον Ευάλ, τον Αβιμαέλ, τον Σαβά,

Γεν. 10,28 καὶ Οὐφεὶρ καὶ Εὐειλὰ καὶ Ἰωβάβ.

Γεν. 10,28 τον Ουφείρ, τον Ευειλά και τον Ιωβάβ.

Γεν. 10,29 πάντες οὗτοι υἱοὶ Ἰεκτάν.

Γεν. 10,29 Ολοι αυτοί ήσαν υιοί του Ιεκτάν.

Γεν. 10,30 καὶ ἐγένετο ἡ κατοίκησις αὐτῶν ἀπὸ Μασσῆ ἕως ἐλθεῖν εἰς Σαφηρά, ὄρος ἀνατολῶν.

Γεν. 10,30 Η δε περιοχή, την οποίαν κατοικούσαν, εξετείνετο από Μασσή μέχρι Σαφηρά στο όρος το προς ανατολάς.

Γεν. 10,31 οὗτοι υἱοὶ Σήμ, ἐν ταῖς φυλαῖς αὐτῶν, κατὰ γλώσσας αὐτῶν, ἐν ταῖς χώραις αὐτῶν καὶ ἐν τοῖς ἔθνεσιν αὐτῶν.

Γεν. 10,31 Αυτοί ήσαν οι υιοί και απόγονοι του Σημ κατά τας διαφόρους αυτών φυλάς και τας διαλέκτους, εις τας χώρας και τους λαούς όπου διεσκορπίσθησαν.

Γεν. 10,32 Αὗται αἱ φυλαὶ υἱῶν Νῶε κατὰ γενέσεις αὐτῶν, κατὰ ἔθνη αὐτῶν· ἀπὸ τούτων διεσπάρησαν νῆσοι τῶν ἐθνῶν ἐπὶ τῆς γῆς μετὰ τὸν κατακλυσμόν.

Γεν. 10,32 Αυταί είναι αι φυλαί των υιών του Νώε κατά τας γενεαλογίας αυτών και κατά τους λαούς. Από αυτούς οι απόγονοί των διεσπάρησαν επί της γης μετά τον κατακλυσμόν εις διαφόρους χώρας και νήσους.


Έτσι λοιπόν εντασσόμεθα στην Παλαιά Διαθήκη, εις την οποία πολλοί έχουν την εντύπωση ότι δεν έχουμε καμία σχέση.
Και όμως όπως φαίνεται παραπάνω έχουμε και παρα-έχουμε σχέση με την Π.Δ..
Κανείς δεν είναι τέλειος και κανείς δεν θα πρέπει να απαιτεί από τους άλλους τελειότητα.
Όλοι ως ατελείς πορευόμαστε και με ατέλειες συμπορευόμαστε.
Η τελειότητα δεν ανήκει στους ανθρώπους παρά μονάχα στον Θεό.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Μηνύματα”