Το πέταγμα του χαρταετού
και η πνευματική πορεία του ανθρώπου.
του Νικήτα Καυκιού
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. "Χανιώτικα Νέα" στις 17/02/07
Τι κάνετε εδώ στο μοναστήρι;
ρώτησαν κάποτε ένα μοναχό.
Κι' αυτός αποκρίθηκε:
«Πέφτουμε και σηκωνόμαστε,
και πάλι πέφτουμε και πάλι σηκωνόμαστε
και ξαναπέφτουμε και ξανασηκωνόμαστε».
Η πνευματική πορεία δεν είναι μια γραμμική, προοδευτική πορεία προς τη θέωση. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα, διαφοροποιημένα, διαδοχικά πνευματικά στάδια που οδηγούν στην αγιότητα. Αλλά μια ατέρμονη, προσωπική δυναμική, εξελικτική, σταυροαναστάσιμη διαδικασία η οποία χαρακτηρίζεται από παλινδρομήσεις, οπισθοχωρήσεις, κρίσεις, στασιμότητες, παλινδρομήσεις, νίκες, ήττες, επιτυχίες και αποτυχίες .
Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την πνευματική πορεία με το πέταγμα του χαρταετού:
* Τα υλικά του χαρταετού
εικονίζουν τα βιολογικά μας δεδομένα.
*
Τα ζύγια, την ψυχοσυναισθηματική ισορροπία.
*
Η ουρά, τον προσωπικό σταυρό.
*
Ο σπάγκος, τη σωφροσύνη που μας γειώνει στην πραγματικότητα και δεν επιτρέπει στα μυαλά μας να πάρουν αέρα.
*
Οι χειρισμοί που απαιτούνται, τη διάκριση.
*
«Κεφάλι» κρατάει ο πνευματικός πατέρας ο οποίος είναι οδηγός και συμπαραστάτης.
*
Ο άνεμος είναι το πνεύμα του Θεού, η Χάρη χωρίς την οποία τίποτε δεν γίνεται.
Όταν ο άνεμος είναι καλός και ο χαρταετός καλοζυγισμένος το πέταγμα γίνεται εύκολα. Συνήθως όμως κάτι δεν πάει καλά και χρειάζεται επίμονη προσπάθεια μέχρι να σηκωθεί ψηλά ο χαρταετός και να «βρει τον αέρα του»: προσθαφαίρεση ουράς, σκουλαρίκια, διόρθωση στα ζύγια, τρέξιμο, ξεμπέρδεμα καλούμπας κλπ. Συχνά μπερδεύεται ο σπάγκος, ο αετός πέφτει σε αγκαθωτούς θάμνους, ψάχνουμε να τον βρούμε, χτυπάμε, ιδρώνουμε, φωνάζουμε, νευριάζουμε, μαλώνουμε ή ζηλεύουμε τους άλλους που πάνε ψηλότερα.
Όταν ο αετός ανεβαίνει ψηλά νιώθουμε τη βεβαιότητα ότι τα καταφέραμε. Όταν πέφτει βολίδα ή παίρνει τούμπες ή γέρνει, τρέχουμε, αμολάμε και μαζεύουμε καλούμπα προσπαθώντας να του δώσουμε ύψος ενώ μέσα μας εναλλάσσονται συναισθήματα ενθουσιασμού και απογοήτευσης. Την ώρα της πάλης ξεχνάμε ότι το πέταγμα εξαρτάται κυρίως από τον άνεμο και την κατασκευή του αετού και παλεύουμε απεγνωσμένα να τον ανεβάσουμε ψηλά σαν να εξαρτώνται όλα από τη θέληση, τη δύναμη και την τεχνική μας.
Όταν ο αετός βρει τον αέρα του (αρπαγή από τη Χάρη) κρατιέται μόνος του στον ουρανό (ζωή προσευχής) αρκεί να τον κρατάμε με την άκρη του σπάγκου στο έδαφος (ταπείνωση). Βέβαια πάλι μπορεί να υπάρξουν προβλήματα όπως: να σταματήσει ο άνεμος (άρση της Χάριτος) ή να μας ξεφύγει ο αετός, αν τραβάει πολύ ο αέρας και δεν τον έχουμε στέρεα δεμένο (υψηλοφροσύνη). Και αλίμονο, όσο ψηλότερο είναι το σημείο από το οποίο θα πέσει ο αετός μας τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες να συντριβεί.
Οι περισσότεροι από εμάς αρχίζουμε και τελειώνουμε την πνευματική μας πορεία χωρίς ποτέ να ανεβούμε τόσο ψηλά ώστε να «βρούμε τον αέρα μας». Έτσι ενώ γλιτώνουμε τον κίνδυνο μιας τελειωτικής πτώσης, δεν χαιρόμαστε ποτέ την ανάβαση στους ουρανούς.
«Αγγέλων εστί το μη πίπτειν, ίσως ουδέ δυναμένων, ως φασίν τινές, ανθρώπων δε το πίπτειν κaι πάλιν αvίστασθαι, οσάκις αν τούτο συμβή»
Οσ. Iωάννης της Κλίμακος
Πάντως αδελφοί μου να μην ξεχνάμε ότι η πνευματική πορεία προσομοιάζει με πέταγμα χαρταετού και όχι με αεροπορικό ταξίδι. Δεν μπορούμε να ζήσουμε το ανέβασμα στους ουρανούς, καθισμένοι σε αναπαυτικές πολυθρόνες, απολαμβάνοντας το ζεστό καφεδάκι που μας προσφέρει η όμορφη αεροσυνοδός. Χρειάζεται να ματώσουμε μέχρι να μας αρπάξει η Χάρη σε πέταγμα υψηλό.
Η πνευματική πορεία είναι ακρότατη περιπέτεια και όχι ταξίδι αναψυχής. Και το πνεύμα του Θεού που πνέει όπου θέλει, προτιμά να δροσίζει ως αύρα τους ριψοκίνδυνους λάτρες της περιπέτειας. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για περιπέτεια σταυρική χάριν της αγάπης.
Σε όλη τη διάρκεια της επίγειας διαδρομής του ο χριστιανός καλείται να εγκαταλείπει τους αυτό-προστατευτικούς, αμυντικούς μηχανισμούς και να πληγώνεται στην Αλήθεια, τη θυσία και την Αγάπη. Όσο περισσότερο ανοίγεται στην αγάπη και ωριμάζει εν Αγίω Πνεύματι τόσο περισσότερο λυπάται για το κακό και την αμαρτία. Τα αισθητήριά του οξύνονται και πάσχει συνειδητοποιώντας το μέγεθος της απόστασης του κόσμου από την Θεία Αγάπη. Η εμπειρία της οδύνης τον αναγκάζει να προσεύχεται υπέρ της σωτηρίας του κόσμου. Μόνο η Χάρη απαλύνει, γλυκαίνει και θεραπεύει τα τραύματα της αγωνίας του.
Ο χριστιανός δεν αναπαύεται σε μια στατική κατάσταση μακάριας, πνευματικής ευδαιμονίας. Ενώ πορεύεται προς τον Χριστό πληγώνεται και θεραπεύεται, απογοητεύεται και ενθουσιάζεται, χαίρεται και λυπάται, αμφιβάλλει και πείθεται, εμπνέεται και στεγνώνει, γνωρίζει και παραμένει αμαθής, αγαπά και οργίζεται, καταλαβαίνει και απορεί. Δεν πρόκειται για σταδιακή ανάβαση κλίμακος. Αλλά για δαιδαλώδη διαδρομή με ανηφόρες και κατηφόρες, παγίδες και σημεία ανάπαυσης, στενά και ευρύχωρα διαστήματα, όμορφα και εφιαλτικά τοπία.
Έρχονται στιγμές που νιώθουμε βέβαιη την πίστη μέσα μας, τη σχέση μας με το Θεό ζωντανή και έντονο το μεράκι για υπακοή, άσκηση και διακονία. Έρχονται στιγμές που αμφιβάλλουμε για όλα, νιώθουμε το Θεό να πεθαίνει στην απουσία της προσευχής και αισθανόμαστε την ανάγκη να στηρίξουμε ψυχολογικά τον ετοιμόρροπο εαυτό μας αναζητώντας παρηγοριά ακόμη και στην αμαρτία.
Αμφιβάλλουμε, νιώθουμε αποπροσανατολισμένοι και χαμένοι, θέλουμε να τα παρατήσουμε και να γυρίσουμε πίσω, φοβόμαστε ότι δεν θα καταφέρουμε να φτάσουμε ως το τέλος και θα χαθούμε, τραυματιζόμαστε, πληγωνόμαστε, πονάμε, πέφτουμε και σηκωνόμαστε πάλι και πάλι. Επιστρέφουμε στην αμαρτία, αισθανόμαστε μοναξιά και τρόμο, παρηγοριά, θέρμη αγάπης και σκληρή παγωνιά. Βλέπουμε κάποιο φως και το χάνουμε και το ξαναβρίσκουμε και το ξαναχάνουμε. Μετανιώνουμε που ξεκινήσαμε, αισθανόμαστε εξαπατημένοι, προδομένοι, εγκαταλειμμένοι και μετά πάλι γεμίζουμε με ελπίδα, θάρρος και αισιοδοξία.
Άλλοτε η σκοτεινή νύχτα της ψυχής διαρκεί λίγα λεπτά και άλλοτε χρόνια. Μερικές φορές νιώθουμε άδεια, ξεραμένα κούτσουρα που τα σέρνουν ανεξέλεγκτες δυνάμεις και άλλοτε αισθανόμαστε αγαπημένα παιδιά του Θεού, προστατευμένα κατά πάντα από τη Χάρη Του.
Μας ενθουσιάζουν οι προκλήσεις της Αγιοπατερικής διδασκαλίας και θέλουμε να ακολουθήσουμε τα χνάρια των Αγίων και μετά παγωμένοι, παραμιλάμε στα εικονίσματα ξερά τα λόγια της προσευχής και μας φαίνονται όλα μηχανικά, μάταια, ανόητα και ψευδή. Αισθανόμαστε τους ουρανούς κλειστούς και τη Χάρη του Θεού ανύπαρκτη και μετά πάλι ζωντανεύει μέσα μας η ελπίδα, μας επισκέπτεται η Χάρη, ζεσταίνεται η καρδιά μας με την μετάνοια και θέλουμε πιο πολύ από όλα να ζωντανέψουμε τη σχέση μας με το Θεό. Μετανιώνουμε για την παγωνιά που έκτισε μέσα μας η αμαρτία και λαχταράμε τη θέρμη της Θείας αγάπης.
Οι καρποί της Χάριτος (χαρά, μακροθυμία, πίστη, πραότης, εγκράτεια) ενισχύουν τη σχέση μας με το Θεό και μετά παγώνουμε τη ζωή μας στην αμαρτία και διώχνουμε τη Χάρη. Νιώθουμε το Θεό κουφό και ανάλγητο στις παρακλήσεις μας και απογοητευόμαστε φθάνοντας μέχρι την απιστία.
Αναδύονται μέσα μας ανόητες σκέψεις που δεν αντέχουμε να ομολογήσουμε ούτε στον ίδιο μας τον εαυτό. Σκέψεις που μας προσβάλλουν και μας εξευτελίζουν, παρορμήσεις αισχρές, αισθήματα απαράδεκτα, επιθυμίες στρεβλές. Αισθανόμαστε μέσα μας συγκρούσεις, μετά ισορροπία και μετά πάλι συγκρούσεις.
Ανακαλύπτουμε κίνητρα φτωχά και διεστραμμένα να κρύβονται πίσω από την επιφάνεια της αρετής μας. Αυξάνουμε σε αυτογνωσία και συνειδητοποιούμε ότι αυτό που κάποτε νομίζαμε αρετή ήταν αμαρτία. Αυτό που νομίζαμε ότι προσφέραμε στο Θεό υπηρετούσε μόνο τις ατομικές μας ανάγκες. Η ωριμότητα του χθες αποκαλύπτεται ως η ανωριμότητα του σήμερα. Η αρετή του χθες ως η αμαρτία του σήμερα.
Με τα χρόνια καταλαβαίνουμε ότι οι ατομικές μας προσπάθειες δεν μας σώζουν. Απλά αποκαλύπτουν το μέγεθος της αδυναμίας μας. Οι εξαντλητικές αποτυχίες, μας προετοιμάζουν για να καταθέσουμε συντετριμμένο τον εαυτό μας στον Χριστό. Να εγκαταλείψουμε τις προσδοκίες μας στην πρόνοια της Αγάπης του. Να Του επιτρέψουμε να μας κάνει ότι θέλει, όπως θέλει.
Δεν υπάρχουν ελεγχόμενες τεχνικές για να προσελκύσουμε εσπευσμένα τη Χάρη και να αγιασθούμε ανώδυνα. Τίποτε δεν μπορεί να απαλλάξει την ψυχή μας από το χρονικό του πάθους της. Το κυνήγι της Χάριτος θηρεύει μόνο αποτυχία. Ο αγιασμός δεν είναι του θέλοντος και του τρέχοντος αλλά του ελεούντος Θεού.
Η αγιότητα δεν βιώνεται ως ακύμαντη μακαριότητα αλλά ως σταυροαναστάσιμη περιπέτεια. Δεν υπάρχει ένα τελικό στάδιο φωτισμού από το οποίο και μετά η ζωή συνεχίζεται ως πνευματική ευδαιμονία. Μέχρι το τέλος η σχέση με το Θεό είναι σταυρός και ανάσταση. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός στο τέλος της επίγειας πορείας Του δεν επιβραβεύεται με ψυχοσωματική ανάπαυση ή κοινωνική αναγνώριση αλλά τιμωρείται με ατιμωτικό θάνατο. Μετά τη βίωση της εγκατάλειψης ακόμη και από τον Θεό Πατέρα, ολοκληρώνει το έργο του. Μετά την ταπεινή αποδοχή του ατιμωτικού θανάτου, δοξάζεται. Μετά την κάθοδο στον Άδη, ζει ως οντολογικό συνακόλουθο το γεγονός της Ανάστασης.
Αν πιστέψουμε ότι ήλιος εξακολουθεί να λάμπει πάντοτε πίσω από τα σύννεφα θα μπορέσουμε από τώρα να γίνουμε συνδαιτυμόνες της επουρανίου βασιλείας. Διότι αυτό που περισσότερο μας εξουθενώνει στην αμαρτία είναι η απογοήτευση και αυτό που περισσότερο μπορεί να δυναμώσει μέσα μας την πίστη είναι η ελπίδα.
http://www.psyche.gr/aetos.htm