H κοιλάδα των οστών.

Γενικά Πνευματικά Θέματα

Συντονιστές: konstantinoupolitis, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
dionysisgr
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4278
Εγγραφή: Τρί Φεβ 12, 2008 6:00 am
Τοποθεσία: Νικαια

H κοιλάδα των οστών.

Δημοσίευση από dionysisgr »

"...τάδε λέγει Κύριος·
ἀνθ᾿ ὧν οἱ λόγοι ὑμῶν ψευδεῖς καὶ αἱ μαντεῖαι ὑμῶν μάταιαι,
διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἐφ᾿ ὑμᾶς, λέγει Κύριος,
καὶ ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπὶ τοὺς προφήτας τοὺς ὁρῶντας ψευδῆ
καὶ τοὺς ἀποφθεγγομένους μάταια· ἐν παιδείᾳ τοῦ λαοῦ μου οὐκ ἔσονται,
οὐδὲ ἐν γραφῇ οἴκου ᾿Ισραὴλ οὐ γραφήσονται
καὶ εἰς τὴν γῆν τοῦ ᾿Ισραὴλ οὐκ εἰσελεύσονται·
καὶ γνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος·
ἀνθ᾿ ὧν ἐπλάνησαν τὸν λαόν μου λέγοντες·
εἰρήνη εἰρήνη, καὶ οὐκ ἔστιν εἰρήνη..."

Ιεζεκιηλ 13,8-10


Ανοιξε τα ματια του.
Και ειδε. Και σαστισε.
Πιο γρηγορα απο μια ριπη οφθαλμου, με το τρεξιμο μιας νοητικης απειροστιγμης,
ειχε φθασει εδω, στην εσχατια της ερημης κτισεως, μακρια απο οτι θυμιζε ζωη και κοσμο.

Ενα απαλο ανεπαισθητο αερακι, ισα που χαϊδευει το ξαφνιασμενο προσωπο του.
Γυρω ολο θολουρα, ο ουρανος δεν τολμα να ξεμυτισει να φανερωσει το κλεμμενο γαλαζιο, παρα ντυθηκε ενα κιτρινο-γκρι της απογνωσης.

Μια απεραντη ανυδρη εκταση, οσο φτανει το βλεμμα, πνιγμενη στην αραια σκονη που γυροφερνει, χωρις σκοπο και προορισμο,
ερμαιο, ως η ψυχη η παρατημενη, που κατοικει εντος του.

Βουνα, γυρω, κλεινουν το οριζοντα,
βουνα και τα οστα, τα διασκορπισμενα σε ολη την επιφανεια της γης.

Σαραντα μερες μετα.. Σαραντα μερες απο κατι που ειχε ηδη ξεχασει.
Οτι δεν καταφερε το Μνημα το Κενο, αιωνες μετα, το καταφερε η καθημερινοτητα, που σκοτωνει ακομα και τον Αθανατο.

Ποιος σε εφερε ανθρωπε εδω;
Εσενα υϊε ανθρωπου, ποιος σε καλεσε να εξελθεις;

Δεν μιλας..
Εναντιον του προσωπου σου, θα τα πω ολα, και θα δικαστουν ολα, και η ζυγαρια θα γειρει κατα το δικαιο, ερημην σου.

Προφητευσε υϊε του ανθρωπου.. Προφητευσε..
Απαντας: τι να προφητευσω; Δεν εχω τιποτα να πω, και τιποτα να ακουσω.

Λες:
Στασου, μια στιγμη. Γιατι με εγκαλεις;
Ειμαι ενας απλος καθημερινος ανθρωπος.
Απο την δουλεια, οταν την εχω και αυτη παω στο σπιτι, εαν δεν μου το εχουν παρει και αυτο ηδη.
Δεν εχω πειραξει κανεναν, δεν με απασχολει τι κανει ο καθενας, κοιταω την οικογενεια μου,
δεν ξερω τιποτα απο αυτα που κανουν οι μεγαλοι, με τις μεγαλες αποφασεις, και τα μεγαλα οραματα.

Ειμαι ενας κοινος θνητος, ενα δειγμα απειροελαχιστο, στο περιθωριο της ιστοριας, ενα μηδεν που κινειται αρρυθμα,
ενα αγνωστο προσωπο, καποιος που θα περασει απαρατηρητος απο την μνημη του κοσμου.

Ζω επειδη μου επιτρεπουν, καταναλωνω οτι και οσο μου επιτρεπουν, εχω τα απαραιτητα, αλλα επιθυμω και αλλα,
αλλα δεν ξερω εαν θα μου το επιτρεψουν, φοβαμαι ολα αυτα που συμβαινουν, δεν ελεγχω τιποτα, δεν φερω ευθυνη για τιποτα.

Τι θελεις απο εμενα, λαθος δειγμα διαλεξες. Ουτε εξουσια εχω, ουτε δυναμη, ουτε πλουτο, μητε δοξα, ουτε χαρισματα μεγαλα.
Δεν εχω κανει κατι που να με θυμουνται, η να με φοβουνται, κανενας δεν με πιστευει, κανεις δεν με περιμενει να τον οδηγησω..

Ασε με να γυρισω πισω.. Εκει στο αγαπημενο μου κρυφο μηδενικο, μεσα στην θαλπωρη του, στο κουκουλι της ληθης του.
Μεσα στην συμβατικη καθημερινη ζωουλα μου, αυτην που αγαπω, να μισω, αυτην που αλλοι στερουνται, αλλα εγω δεν φταιω ποτε,
αυτην που πρεπει να προστατευθει, με καθε θυσια αλλων, αλλα ποτε την δικη μου.

Ασε με λοιπον, παρε απο εμπρος μου, αυτο το φρικτο θεαμα. Ας λειψει. Δεν εχω λυση να δωσω και λογια να προσθεσω.

Απολογηθηκες επαρκως.
Εαν θες, πες και αλλα, εχω απειρο χρονο και υπομονη.
Δεν μιλας. Μαλλον ειπες οτι ειχες να πεις. Αυτα περιμενα να ακουσω. Ακριβως αυτα.
Ακου λοιπον..
Δεν σε εφερα εγω εδω, υϊε του ανθρωπου.

Αυτοι που σε εφεραν εδω, ειναι οι λογισμοι σου, και οι καιροι σου.
Νομιζεις οτι ειναι κατα-δικοι σου, αλλα γελιεσαι, γιατι ειναι, αρχαια παιδια πολλων ανθρωπων.

Εισαι το ιδανικο δειγμα, το ουσιωδες της ανθρωπινης φυσεως, ο αρχετυπος που θελω να εχω μπροστα μου.
Λες οτι δεν φταις. Λες οτι δεν ξερεις. Και λες οτι δεν ελεγχεις.

Τωρα θα καταλαβεις οτι για ολα φταις, ολα τα ξερεις και ολα τα ελεγχεις.
Περιεστρεψε το βλεμμα σου, το κενο, και θα γεμισει με μυριους λογους, να αναρωτηθεις, γιατι υπαρχεις ακομη.

Γυρω κραζουν τα αρπακτικα, κατεβαινουν με ορμη και κοβουν τα θυματα τους στα δυο.
Το ενα κομματι ειναι η οδυνη τους. Το αλλο ο γογγυσμος τους.
Και τα δυο μετα, βουλιμικα τα τρωνε και τα ξερνανε με απαισια οσμη, κανοντας τα, επενδυσεις..

Με αυτους συναλλασεσαι, καθημερινα, κι'ας μην τους βλεπεις.

Μανδυες ανεμιζουν κατακοκκινοι, και σκονισμενοι, ψευδομαντων και νεκροπομπων,
των μεσων και των εκπομπων, που γεμιζουν τον αερα με αισχη και ψεμματα, διαστρεφουν την αληθεια,
την κανουν εμποριο, και θεαμα, εκπορνευουν το πολυτιμο της ψυχης των παιδιων,
πουλανε τον θανατο και το αιμα, για να κανουν μεγαλα νουμερα, οπως νουμερα κανουν και τα κτηνη στα τσιρκα.

Με αυτους περνας την χαμενη ωρα σου, αντι να μελετας τον Λογο του Θεου.

Ακομα και την ελαχιστη σαπισμενη σαρκα, που εχει τυχον απομεινει πανω στα αποξεραμενα οστα,
την τσιμπανε αχορταγα, λες και δεν ικανοποιηθηκαν ακομα, υστερα απο δεκαδες αιωνες και εκατομβων, απειρων θυματων,
δεν αποκαμαν ακομα οι αθλιοι, να βλεπουν αδικα ξεψυχισματα, αμετρητο πονο, και ερειπια παντου.
Τα παιρνουν, τα κανουν "ιστορια", τα διδασκουν, οπως θελουν και απο πανω πουλανε και δαιμονικη ηθικη επι των πτωματων των αλλων.

Αυτους τους πιστευεις, τους ακολουθεις και τους ψηφιζεις.

Τα βουνα γυρω, η σκονη, η ζεστη που φερνει ο ανεμος της ερημου, ο τοπος του κρανιου, αυτο το "εδω" που δεν θελεις να εισαι,
ειναι η αδιαφορια σου, το βολεμα σου, το μηδεν σου, που ζωντανευει υποστασιαζεται, και λαμβανει μορφη τοπιου.
Το ερημο τοπιο της μεταμοντερνας αδειας και ανοηματιστης ψυχης σου.

Αυτην την ελεγχεις απολυτα. Αλλα δεν θελεις να το ξερεις.

Δωσε εντολη, να ζωντανεψουν τα οστα, υϊε του ανθρωπου..

Δεν μπορω δεν εχω δυναμη, να δωσω ζωη,
μοναχα ξερω να νεκρωνω οτι πιανω στα χερια μου, νοηματα, σκοπους, οραματα, αληθειες, πιστη, ελπιδα,
ολα τα κανω "καθημερινοτητα", τα μετατρεπω σε μια εναλλαγη της ρουτινας, που με απομακρυνει απο καθετι, ερχομενο και αφθαρτο,
με καλυπτει, με αναπαυει, μην με βγαζεις στο ξεφωτο της ευθυνης, αφησε με εκει στην μικρη ατομικη μου κοιλαδα της υπαρξιακης σιωπης.

Αφησε με..
Ποιος εισαι;
Ποιο κραταιο πνευμα εχει την δυναμη να με μεταφερει εδω, και να με δικαζει με αυθεντια και εξουσια;
Μηπως ο Θεος; Μηπως ο Κυριος που εχω βαλει στο τσεπακι μου, μεσα στην καθημερινοτητα μου,
και Τον ξορκιζω και Αυτον, τον εξευμενιζω δηθεν με την ψευτοευλαβεια μου,
την αυταρκεια του βολεμενου πιστου, που ολα τα εχει καλως καμωμενα,
και παντα για οτι γινεται φταινε καποιοι αλλοι, αορατοι και ξενοι προς την θρησκευτικη του ζωη;

Οχι δεν ειμαι ο Θεος σου.
Ο Θεος σου γυρευει να σε παρει αγκαλια,
αλλα εσυ φευγεις συνεχως στην ερημια σου, πας ολο και βαθυτερα.

Ο Θεος σου, ο Κυριος σου, δεν σε δικαζει, δεν σε ελεγχει, δεν κρατα λογαριασμο,
αλλα σε περιμενει, σε οικονομει, σου δινει "καιρο" να λειτουργησεις σαν ανθρωπος,
οχι σαν νενεκρωμενος σκελετος, που σκορπα παντου δυσωδια αδιαφοριας, ελλειψη μαρτυριας, ληθη του Ονοματος Του,
πετωντας τα ιερα νοηματα, τα εσχατα τιμια και μεγιστα, σαν καταναλωμενα σκουπιδια στην ερημη κοιλαδα της ζωης σου.

Οχι δεν ειμαι ο Θεος σου. Μην ταραζεσαι.
Εαν ανησυχεις και μονο στο ακουσμα, η την υποψια του Θεου, τοτε με δικαιωνεις απολυτα,
που σε εφερα εδω, γιατι αυτο σημαινει, οτι εισαι πιο νεκρος και απο τα νεκρα ετουτα οστα..

Ειμαι κατι πιο κοντινο σου, εντος σου, κατι πολυ πιο οδυνηρο.
Ειμαι η νεκρη, πλην ιερη και θεοδωρητη συνειδηση σου,
που ομοιαζει με τα αμετρητα οστα που θεωρεις εμπρος σου.
Αποξηραμενη, ξεχασμενη, διχως να σαλευει,
διχως να ενοχλει, χαμενη καπου σε καποιο αγνωστο τοπο.
Μπορεις ακομα, αληθεια να με ξεχωρισεις μεσα απο τον σωρο των οστων;

Ελα, παμε, παμε πισω, και θα τα βρουμε.
Θα δουμε κατι θα κανω, να σε ζωντανεψω, να παρουμε πορεια, και δρομο να περπατησουμε μαζι.

Μην με γελας, υϊε ανθρωπου, μην με ξεγελας με ψευτικες προφητειες και λογια χαρτινα.
Ξερω, ξερω καλα, οτι μολις σβησω απο εμπρος σου, αυτο το τοπιο που σε βασανιζει,
και σε ξεμπροστιαζει, αμεσως θα σκεπασεις με μια ληθη πιο βαρια, και μια σκονη πιο πυκνη,
και με εναν θανατο πιο παγωμενο, οτι τωρα πηγε να ζωντανεψει μεσα σου.

Λατρευεις το μηδεν. Εισαι το μηδεν.
Το τιμας, και του κανεις θυσια και ολοκαυτωματα, το εξευμενιζεις.
Αυτο το μηδεν ειναι η ζωη σου, ειναι το αδιαφορο περασμα σου απο την γη της χαμενης επαγγελιας.

Ανθρωπε, πηρες την υπεσχεμενη γη της επαγγελιας, και την εκανες συναλλακτικη απατη,
την εκανες να μοιαζει με αχρηστο πραγμα, που χαριζεται σε μια στηλη μικρης αγγελιας.

Πριν με παρεις και με ξαναθαψεις, κρατα αυτην την ιερη μνημη, φυλαξε την σαν ακοιμητο κανδηλακι,
σου την χαριζω, σαραντα μερες μετα, κοιτα λιγο ψηλα, δες μεσα στην μιζερια σου,
τον Σαρκωμενο Ασαρκο, τον Κυριο και Θεο σου, να ανερχεται, να ανεβαινει, να αναλαμβανεται,
αθεωρητα Ψηλα, εκει στα Δεξια του Πατρος, γιατι εκει του πρεπει, αφου κατεβηκε τοσο ανειπωτα χαμηλα,
κενωθηκε εως εκει που το μυαλο διαλυεται, ο νους σαλευει, η ψυχη εξερχεται απο δεος,
και το μονο που απομενει στον ανθρωπο, ειναι πλεον το φιλοτιμο, για ολα αυτα που μας χαρισε ο Κυριος.

Κρατα την Αναληψη, υϊε του Ανθρωπου, γιατι οσο και να εχεις ξεπεσει, οσο και πια να μην θυμιζεις ανθρωπο,
αλλα φτηνο ανταλλακτικο, στο νεκρο τεχνοσυστημα κιμαδομηχανη, που εστησες ανα τους αιωνες,
και ολοκληρωνεις τωρα πια με τον επικειμενο χαμο σου, φθανεις να γινεις ο ιδιος τροφη γιαυτο,
αλλα παραταυτα, ως αληθως και παρ'ελπιδα δεν παυεις να εχεις το ιδιο φυραμα
και την ιδια ταλαιπωρη φυση με τους Αποστολους που κοιταζαν εκθαμβοι το αρρητο θεαμα τοτε,
και κραταγαν σφιχτα την ελπιδα, την πιστη και την αγαπη, για να πορευθουν και εκεινοι προς τα Ψηλα.
Κρατα λοιπον την Αναληψη μεσα στην αδεια παλαμη σου, και ας μην την ειδες ποτε "ζωντανα", γιατι περι αλλων τυρβαζεις,
και πορευσου, εκει μεσα στην καθημερινοτητα σου, καπου καπου, κοιτα λιγο ψηλα.. ισως αυτο να σε σωσει.

Κοιτα καπου καπου λιγο ψηλα, και ας μην εισαι για εκει.
Χαρισμα και δωρεαν ειναι ολα.
Απο ενα μηδεν, παιρνεις τα παντα.

Και θα ζησουν τα οστα ανθρωπε, αυτα που σε τρομαζουν γιατι σε ελεγχουν.
Θα ζησουν, σαραντα μερες μετα, και για παντα.

Πατα πανω στα οστα, και προσπαθησε να αναληφθεις προς τα τιμια, τα μεγιστα, και τα ιερα.
Και αν το χωμα που πατας ειναι ξενο, για σενα, μαθε οτι καθε τοπος ειναι του Θεου,
και απο καθε τοπο και περισταση, μπορεις να ανεβεις και εσυ, και ο καθενας, λιγο ψηλοτερα,
καθε μερα, λιγο ακομα ψηλοτερα, οπως λεει ο ποιητης, να φερεις την ζωη σου, να φθασει να αξιζει κατι.

Σαραντα μερες μετα. Μιλα ανθρωπε, μιλα στα δικα σου οστα, μιλα εντος σου, τον λογο του Θεου,
και τοτε θα ζησεις, και ολα θα τα καταλαβεις, ολα θα τα ελεγχεις, ολα θα τα υπομενεις, και θα τα δικαιωνεις.

Αναληψου, κατα το μετρο σου, προς τα ανω, αγωνισου, ξυπνα και παλεψε,
η, αλλιως θα χαθεις και εσυ ησυχα και ανεπιγνωστα,
μεσα στην κοιλαδα των νεκρων οστων, και την ληθη του παντος.

Και τοτε μην ζητησεις ευθυνες, και ελεος, ουτε απο εμενα, που δεν εχω να στα δωσω,
αλλα προπαντος ουτε απο τον Θεο σου, που στα δινει απλοχερα, και εσυ τα πετας.

Σαραντα μερες μετα.
Μιλα στα οστα, υϊε του ανθρωπου.
Και θα ζησουν..
"ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. ᾿Αμήν."
Άβαταρ μέλους
Μ.Δ.Κ.
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1312
Εγγραφή: Τετ Ιουν 16, 2010 8:55 am

Re: H κοιλάδα των οστών.

Δημοσίευση από Μ.Δ.Κ. »

Οχι τυχαία εισαγωγή - Δόξα Σοι ο Θεός - αφορά και το σήμερα και τώρα. Μελετώ τα επόμενα...... Ευχαριστούμε.
Αληθές είναι το πραγματικό, και Αλήθεια ο ίδιος ο Κύριος, μόνο Αυτός μπορεί να μας ελευθερώσει.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Θέματα”