Κερασμένα απο τον Θεό.

Γενικά Πνευματικά Θέματα

Συντονιστές: konstantinoupolitis, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
dionysisgr
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4278
Εγγραφή: Τρί Φεβ 12, 2008 6:00 am
Τοποθεσία: Νικαια

Κερασμένα απο τον Θεό.

Δημοσίευση από dionysisgr »

Aτμοσφαιρα, βαρια,
μοιραια, τραγικη.

Οπως το δεις, και οπως μπεις.
Σκυλαδικο στην εθνικη.
Ποιο χιλομετρο δεν θυμαμαι.

Το ρεφραιν επιβλητικο.
Η ορχηστρα στην μεγιστη ενταση.

Ωρες μικρες,
ωρες υπνου,
ωρες προσευχης για πολλους,
ωρες "χαμου" για αλλους.

Το εκοψε δεξια αποτομα, αφησε κλειδια,
και ετρεξε σαν ελαφι διψασμενο.
Ολο το σκηνικο ηταν στημενο, στολισμενο,
οι τελευταιες ημερες της πομπηϊας, καθε βραδυ, reserve.

Ο κοσμος της νυχτας..
Τα ματια εμεναν εκστατικα. Εκλαιγαν απο το τσιγαρο και τον κακο αερισμο.

Οχι, πρωτο τραπεζι. Οχι.
Πισω, στην πλατεια, σχεδον τελευταια σειρα. Λιγα τα λεφτα. Μεγαλη η καρδια.
"Τι γυρευεις εδω;" του χτυπαγε η συνειδηση.
Την απενεργοποιησε κι αυτην, μαζι με το κινητο, για να μην τον ενοχλει πλεον.

Ωρα 3:00πμ..
Τα "δινει" ολα, ο τραγουδιστης, με ενα σχεδον αποκοσμο φαλτσο
και τα εφφε απο την κονσολα ολα στο high level:

"..Εσεις οι απ'εξω, μου δωσατε να πιω, ενα ποτηρι πονο,
μα τωρα που θα τρεξω, πιο περα απο το χρονο, ολους σας συγχωρω.."

Και δωσε, παλι εν χορω:

"..Αυτο το σωμα που πεφτει στο χωμα, και μια ψυχη βγαινει απ'τα χειλη,
αυτο το σωμα πεφτει στο χωμα, τωρα που σβηνει το καντηλι.."

Εικονα του κοσμου, που καταρρεει, πληρης,
ενα πανοραμα μεσα σε λιγες ωρες, χαμενες μεσα στην αχλυ και το αλκοολ.

"Εσεις οι απεναντι μου βαλατε μπροστα, Ζωη θολο ποταμι,
και ολα ειναι εναντι, του Αχεροντα η παλαμη, με σπρωχνει στα βαθια.."

Προχωρα το ασμα.
Oλα προχωρανε σε εναν τρελλο ρυθμο, που σχεδον κανεις πια δεν οριζει.
Oι θαμωνες θυμιζουν χορικο ξεχασμενο σε αρχαια τελετη, σε αγνωστο θεο.
Ατοπη, η θυσια.

Το κοινο, αποθεωνει, και αφηνει τον εαυτο του, κρεμασμενο στην γκαρνταρομπα.
Φορα ενα προσωπειο, χαρας και διασκεδασης, το οποιο θα "πληρωσει" μετα αδρα.

Παιξανε τα ματια.
Ολες οι θεωριες, και τα ακαδημαϊκα εγχειριδια, οι μελετες του στεγνου γραφειου,
ολες οι γνωσεις μενουν ενεες μπροστα στην περιληψη της ακρης του χαμου.

Λουλουδουδες, τραγουδιαρες της ωρας, ο Μετρ, τα γκαρσονια,
η Φιρμα λαμπερη και ακαταβλητη απολαμβανει το ματαιο χειροκροτημα της.
Φωτα, ορχηστρα πολυμελης, ολοι επικουροι "καθηγητες" της ληθης και της λησμονιας,
της φυγης απο ενα νεκρο "πρεπει", απο ενα θαμμενο σωστο. Μια ερημια, επι παραγελια, για οποιον την θελησει.

Ειχε ερθει εδω με φιλους, για την χαρα, του επικειμενου γαμου.
Παει καιρος απο τοτε.
Αλλιως μαθημενος. "Θεολογικα".
Εβλεπε, και τι δεν εβλεπε. "Να'χα, χαρτια, βιβλια να γραφα, μονολογουσε εν σιωπη".
Σταθηκε και απορησε.

Απο τοτε κολλησε σαν την αρχαρια μελισσα,
ερχοταν και ξαναρχοταν με καλο μεν σκοπο, αλλα..

Κατω απο τις ωρες, κατω απο την καθημερινοτητα μας, που κυλα στην ρουτινα, ζει ενας κοσμος αγνωστος.
Και ποιος κερνα, και ποιος πληρωνει, ποιος διασκεδαζει και ποιος, κανει παρεα στην μοναξια του.

"Κοβει η αγαπη, κοβει σαν γυαλι.."
Συνεχιζε το λαϊκο ασμα. Ακριβα πληρωμενο με μαυρα λεφτα.

Οι σαμπανιες του κιλου και το λουλουδικο πηγαινε κι ερχοτανε, χωρις σταματημο.
Θυσια στον Μολωχ, μιας επιτηδευμενης απογνωσης, μιας απελπισιας της πολυτελειας.

Την κοιταξε επιμονα, και προσπαθησε να της μιλησει. Παλι.
Οχι δεν ηταν απελπισμενο αισθημα, ουτε προωρο παιδι του κεφιου,
αυτο που ενιωθε γιαυτην, εκεινη την ιερη στιγμη.

"Μοναξια στον κοσμο, μοναξια και΄γω, ποιος θα σ'αγαπησει, οσο σ'αγαπω.."

Παλι τα ειχανε πει. Παλι δεν τα βρισκανε. Παλι ηταν σε αντιθετα ρευματα.

Τα ιδια παλι και παλι. Χαμενο το παιχνιδι, μα αυτος επεμενε.

"Ασε με.." του λεει.
"Εγω ειμαι καμμενο χαρτι, δεν εχω δρομο,
δεν εχω εξοδο, να βγω στο φως.
Ασε με, εσυ δεν εισαι απο εδω, δεν εισαι απο εμας,
τι γυρευεις με εμενα, εσυ εισαι του Θεου ανθρωπος.
Και εγω ειμαι μια της νυχτας, τυχαια, τελειωμενη,
που δεν ζητω τιποτα αλλο, δεν προσμενω,
παρα υπομενω να βγει η βραδια, μεχρι να ερθει η επομενη..
Και ξερεις αδερφε πλεον "με εκφραζει" η "πτωση μου" οπως την λες εσυ,
καταπινω τα χιλιομετρα, σαν την φορτωμενη νταλικα,
κι'οπου με βγαλει η Εθνικη,
παλλικαρι μου, οπου με βγαλει.."

Ηταν τοσο απροσμενα ομορφη, μεσα στην παρακμη της,
ηδη σπασμενη, ηρωϊκη σχεδον,
ματια παιχνιδιαρικα, κουρασμενα,
ξεπνοη, κι ομως θαλλερη,
με σεβασμο στεκοταν απεναντι στην μοιρα της,
υπομενε, και ανεπνεε τιμια,
και αναρωτιεσαι αληθινα ποσο βαθος και ιεροτητα,
εχει ακομα και μεσα στην απωλεια του το θηλυκο,
ποσο αγια πλασμενη και ευαισθητη, ειναι η γυναικα,
ακομα και εαν η ζωη την ριξει, στο πιο χαμηλο της σημειο,
ρουφαγε αχορταγα με διψα για ζωη, οσες αναπνοες της ερχοταν, κατα προσωπο,
καπνισμενες και αρωματισμενες, απο την εκμεταλλευση των "πετυχημενων".

Το παλευε:
"Εχεις ψυχη, εχεις καλο υλικο, μαζι μου θα φυγεις απο εδω, θα παμε μπροστα, να ζησουμε,
να κανουμε ονειρα, να.. Δεν εισαι φτιαγμενη για να φθαρεις να λιωσεις μεσα στο σκοταδι."

Σχεδον δεν την εβλεπε πια απο τον καπνο,
τον τυφλωναν τα φωτα τα πολυχρωμα, και τα φτηνα εφφε της εισαγωγης.

Ονειρα, οραματα, φαντασιες που γεννα η στιγμη, ο ανθρωπος αρεσκεται να ζει μεσα στο ψεμμα.
Μια καλυτερη ζωη, μια ρυθμισμενη και κομμενη-ραμμενη ευτυχια κατα παραγγελια.

Ομως δεν σκηνοθετει παντα ο ανθρωπος, αλλα οι περιστασεις και ο καιρος εχουν το κλειδι.
Και πρεπει να τα παρει οπως ερχονται, να κρατηθει, να σταθει ορθιος, και να υπομενει μεχρι να ξημερωσει.
Να μην ζητα πολλα, να μενει εκει, οπου ολα φαινονται χαμενα, τελειωμενα, γιατι εκει θα γυρισει την σημαδεμενη τραπουλα,
Αυτος που Τον στησανε, και τον εκτελεσανε, τοσο πολυ "τελεια", που ζει ο κοσμος, και θα ζει για παντα απο την θυσια Του.

Παλι του αντιγυρισε, με στομα που εκοβε στα δυο, και ματια θολα, ιδια βγαλμενα απο την Επιδαυρο:

"Αστο αδερφε. Eγω στη μερα δεν εχω τοπο.
Και στην ζωη που μου ζητας, δεν μπορω, να σταθω πλαι σου.
Ξερω, σκεφτεσαι οτι ξοδευομαι, και χανομαι αργα αργα εδω. Αλλα γελιεσαι.

Η νυχτα εχει στο ενεργητικο της, πολυ καλυτερες ψυχες απο την ημερα, με τους ταχα καθως πρεπει,
και τους λογης λογης γραβατωμενους, που ολοι τους σεβονται και τους προσκυνουν,
και με μια υπογραφη ξεγραφουν εκατονταδες ανθρωπους, πατωντας επι πτωματων, για να ερθουν εδω το βραδυ,
να ξεπλυθουν και αυτοι στο ποταμι της οργης που τους ακολουθει.."

Βλεπεις αυτον εκει, που ανοιγει σαμπανιες στον κυριο βουλευτη;
Ζει σαν παρασιτο, και ειναι ανθρωπος της νυχτας, για σενα, ετσι δεν ειναι;

Κι ομως. Καθε πρωϊ παει δυο παιδια στο σχολειο, ξενυχτισμενος, κατακοπος και τους πληρωνει ολα τα εξοδα.
Παιδια μιας μανας που την παρατησε ενας κυριος, της "ημερας", για να κανει την ζωη του. Χωρις να ζητα τιποτα.

Μηπως πιανει το ματι σου εκεινη παραπερα, την τριτη φωνη; Που μοιαζει με μια του δρομου, μια "ευκολη";
Εχει ενα παιδι, απο την αδερφη της που πεθανε, αλλο ενα δικο της, και εναν κατακοιτο πατερα, που φροντιζει μονη της.

Ακους μονο. Δεν μιλας..
Αυτα στα μαθανε εκει στο σχολειο που πηγες, στην θεολογικη σου, στις πτυχιακες, και στα συνεδρια σου; Οχι αδερφε.

Θες να με "σωσεις". Κι εσυ, οπως και αλλοι.
Θελεις να με παρεις μεσα απο εδω. Να με πας που;
Ποια ειναι χειροτερη πλεον, η νυχτα η "αμαρτωλη", η, η μερα η δηθεν φωτεινη;
Τα μεγαλυτερα εγκληματα γινονται με τον ηλιο νταλα μεσημερι αδερφε μου ακριβε.

Να ξερεις, ομως οτι εγω δεν σωζομαι, γιατι δεν θελω να σωθω.
Γαιτι απλα, δεν ξερω πια απο ποιον και απο τι πρεπει να σωθω.."

Eπεμενε, απελπισμενος, δεν ηξερε πια, εαν ειχε μπερδεψει τον ερωτα με την ιεραποστολη,
δεν ηξερε πια τι ζητουσε εδω μεσα, συχνα, και ποιο δρομο τραβαγε, και που σερνοταν.

Αλλιως διαβαζεις τον πειρασμο στα βιβλια, και αλλιως οταν σε χτυπα στο κεφαλι.

"Δωσε μου μια ευκαιρια, να προσπαθησουμε."

Σκληρο καρυδι, ψημμενο στο αξημερωτο καμινι. Αντιγυρισε:
"Εγω δεν δινω ευκαιρια στον Θεο, και θα δωσω σε εσενα;"

Eαν ολα στα πληρωνα, εαν ολα τα αναλαμβανα εγω, να ζησεις αλλιως;

"Ακου φιλε. Εισαι ξεχωριστος, εχεις φυραμα,
και μαγια καλη, σπανια, εισαι ψυχη χρυση αλλα..

Μην ξαναρθεις.
Τραβα μπροστα.
Αυτην την στροφη μην την ξαναπαρεις.

Εγω δεν δεχομαι κερασματα.

Γιατι;
Γιατι εδω με εταξε, και εδω θα μεινω μεχρι τελους,
κι οταν ερθει ο λογαριασμος, φιλε,
ξερεις ποιος θα μου τον πληρωσει;

Σιγη..

Υστερα, μια κοφτη αψυχη τελευταια, και παραδομενη ερωτηση: "ποιος;"

Η απαντηση τον διελυσε, και μαζι και εμας.
Εμας και την ψευδεπιγραφη βεβαιοτητα μας.
Την αυταρκεια μας, που μοιαζει να παιρνει στροφες συνεχεια, εν ου παικτοις,
σε μια ολοτελα βερεσε νυχτα, στο πρωτο τραπεζι του εγωϊσμου μας.

Οτι ταχα κατι κανουμε, και οτι ταχα μου, κατι ειμαστε. Χα.χα..

Συνεχισε:

"Πηγαινε στο καλο,
και κανε μια προσευχη για μενα, καπου καπου.

Και να θυμασαι.

Ο Θεος,
γραφει,
και κερνα,
αδερφε.

Ο Θεος αδερφε.
Ολα ειναι κερασμενα απο τον Θεο.. "
"ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. ᾿Αμήν."
vasilisalt
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 6173
Εγγραφή: Παρ Ιουν 19, 2009 12:19 pm

Re: Κερασμένα απο τον Θεό.

Δημοσίευση από vasilisalt »

Είπες να βγεις κι εσύ ένα βραδυ και στο τελος θα γράψεις και βιβλίο...

Πολυ καλό!
Όπως έχω ξαναπεί, λατρεύω τα κειμενα που εκπέμπουν Χριστό έμμεσα ακομα
και από τις τελειες...
Άβαταρ μέλους
ΜΙΧΣ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 5035
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 23, 2012 9:24 am

Re: Κερασμένα απο τον Θεό.

Δημοσίευση από ΜΙΧΣ »

πολύ καλό indeed! Αυτό πρέπει να το δει ο Αρτέμης ή ο Γιώργος να το τραγουδήσουν σε ρυθμό ραπ
+Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα σοι.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Θέματα”